Για μια άλλη διδασκαλία της λογοτεχνίας στο σχολείο (http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=538448)
Πρόταση ενδεικτική ακατάλληλη για διαγωνισμούς εκπαιδευτικών και λοιπές ανταγωνιστικές βιβλιογραφίες
Του Αρη Μιχαήλ *
Ξεφυλλίζω το βιβλίο της Λογοτεχνίας της Γ΄ Γυμνασίου. Διακόσιες πενήντα σελίδες με εκπροσώπους της τέχνης της γραφής ως τα τέλη του 20ου αιώνα. Προσπαθώ να θυμηθώ πως και πότε «γνώρισα» τον καθένα από αυτούς.
Ξεκινάμε ενδεικτικά με τον Ρήγα Φεραίο. Η οδός του πατρικού μας σπιτιού είχε το όνομά του.
Στη συνέχεια: Αθανάσιος Χριστόπουλος. Του είχα μια ανεξήγητη εκτίμηση ως παιδί- μάλλον επειδή είχε το πατρώνυμο της μητέρας μου. Ύστερα γρήγορα αναθεώρησα…
Διονύσιος Σολωμός: ξυπνά πάντοτε μνήμες από απίθανα χασμουρητά παρέα με ομοιοπαθούντες και αναξιοπαθούντες συμμαθητές μου στις σχολικές εορτές, οι οποίες μας έκαναν να μισήσουμε τον ποιητή – λίγο πιο μετά μάλιστα έμαθα πως είχε γράψει τον εθνικό μας ύμνο από ένα σπορτκάστερ!
Κωνσταντίνος Καβάφης: ψίθυροι στην τάξη από τις συνεπείς από τότε στο κουτσομπολιό συμμαθήτριες για τις σεξουαλικές επιλογές του ποιητή.
Κώστας Καρυωτάκης: «Αυτοκτόνησε στην Πρέβεζα»! Σαν να ηχούν ευδιάκριτα ακόμα στ’ αυτιά μου οι ερωτήσεις από τα ορεινά θρανία στο άκουσμα της αποστροφής της φιλολόγου, καθώς μας είχε συνεπάρει το γνωστό απόφθεγμα «Ζήσε έντονα- πέθανε νέος»…
Γιάννης Ρίτσος, Οδυσσέας Ελύτης: θυμάμαι πως ποιήματά τους τα παραφράζαμε «ελαφρώς» στις πρόβες για τις σχολικές γιορτές, σε σημείο που η μουσικός του σχολείου, μας πέταξε κακήν κακώς από την χορωδία με την κατηγορία της ιεροσυλίας …
Αυτή λοιπόν είναι μία ενδεικτική καταγραφή των αναμνήσεων μου από την πρώτη προσωπική «γνωριμία» που είχα με τους ποιητές… Στο Λύκειο τα πράγματα σαφώς διορθώθηκαν! Λίγο-πολύ όμως, αν στα 15 κάποιος με ρωτούσε για τα παραπάνω πρόσωπα, μάλλον οι απαντήσεις που θα λάμβανε δε θα απείχαν κατά πολύ απ ό,τι σημειώνεται παραπάνω…
Αν θεωρείτε την παραπάνω παράγραφο κάπως υπερβολική, τότε μάλλον έχετε μεγαλώσει σε κάποια άλλη χώρα, διαφορετική από την δική μου, εκεί που οι μαθητές καθώς ολοκληρώνουν τα χρόνια της εννιάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης παίζουν στα δάκτυλα τους ποιητές και όταν συνομιλούν μαζί σου ως παρέκβαση θα σου πετάξουν κι ένα απόφθεγμα του Καζαντζάκη για να εμπλουτίσουν τη συγκίνηση του διαλόγου σας.
Τα πράγματα όμως δεν είναι έτσι. Κι αυτό πρέπει να το γνωρίζεις καλά όταν καλείσαι να μπεις στην τάξη για να διδάξεις Λογοτεχνία. Αν θέλεις να κρύβεσαι πίσω από το δάκτυλό σου θεωρώντας μάλιστα πως παράγεις και αξιόλογο έργο, μπορείς να συνεχίσεις τη γνωστή καταδικαστέα τακτική: το βιβλίο του καθηγητή στα αριστερά, ένα-δυο ελεεινά βοηθήματα στη μέση του γραφείου και το φραπέ εκ δεξιών σου. Η συρραφή ξεκινά… Σε τριάντα λεπτά έχεις ξεμπερδέψει και την επόμενη μέρα τα παιδιά είναι έτοιμα να δεχτούν το «Φωστήρα» τους, ενώ εσύ με τη σειρά σου τα χασμουρητά από την αρχή της ώρας και την αστραπιαία εκκένωση της τάξης με το κτύπημα του κουδουνιού για διάλειμμα… «Παιδιά, θα πεις, που να αντιληφθούν στα 14-15 το νόημα της ποίησης και τα πανανθρώπινα μηνύματα της αληθινής πεζογραφίας». Θα συμπληρώσεις στο βιβλίο ύλης το όνομα ακόμα ενός δύσμοιρου λογοτέχνη, θα υπογράψεις φαρδιά-πλατιά και θα ετοιμαστείς για την επόμενη ώρα.
« Αυτά, λοιπόν, για σήμερα».
Συνηθίζω τα περισσότερα από τα διαλείμματα να τα περνώ στους διαδρόμους και τον προαύλιο χώρο με τα παιδιά. Έχω καταλήξει πως, αν θες να αποφύγεις συζητήσεις για ανίατες ασθένειες και τα χάλια κάθε νέας εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης που τόσο πολύ επηρεάζουν συνολικά την εκπαιδευτική πράξη, καλό θα είναι να βγαίνεις να παίρνεις λίγο αέρα με τους συναδέλφους, οι οποίοι εφημερεύουν εκείνη την ώρα.
Τα κύρια θέματα συζήτησης που θα υποπέσουν στην αντίληψή σου στους διαδρόμους και το προαύλιο μεταξύ των μαθητών, καθώς «επισκέπτεσαι» τις παρέες τους είναι συνήθως τα εξής … δύο: α) το facebook, και β) η μουσική (ευτυχώς μέσω YouTube φαίνεται πως έχουμε περάσει από τις συμπληγάδες της εποχής εκείνης, που mad και mega star διαμόρφωναν συνειδήσεις στις μουσικές επιλογές των νέων - με ευχαρίστηση παρατηρείς πως στις προτιμήσεις τους ξεχωριστή θέση πια έχουν και οι σύγχρονοι έλληνες τραγουδοποιοί ). Αν προσθέσουμε φυσικά σε αυτά και τις συζητήσεις των νέων για θέματα συναισθηματικής φύσης, τότε συμπληρώνουμε ένα περίφημο μωσαϊκό με τα ενδιαφέροντα των μαθητών μας στις ελεύθερες ώρες τους.
Τι σχέση έχουν όλα αυτά θα μου πείτε με τη Λογοτεχνία; Ως εδώ ο τίτλος του άρθρου μάλλον καμία σχέση δεν έχει με ό,τι περιμέναμε να διαβάσουμε… Μάλλον δεν έχετε δίκιο.
Η καθημερινότητα των νέων ανθρώπων που μας περιβάλλουν στο σχολείο προσμένοντας και τη δική μας συνεισφορά στα θέματα που τους απασχολούν, οφείλει να μη μας περνά απαρατήρητη για να μετατρέπουμε κατάλληλα και τον τρόπο προσέγγισης μας προς αυτούς. Δε χρειάζεται να σημειώσω πως θα ήταν καταστροφικό ο νέος να εντάξει στο πλαίσιο των πραγμάτων που νιώθει ξένα το σχολείο και τους καθηγητές του. Έχουμε ήδη ξεκινήσει από μια προκατάληψη που θέτει ένα αποφασιστικής σημασίας ανάχωμα στην γνωστική και όχι μόνο ανέλιξη του. Όπως επίσης δε χρειάζεται να πούμε φυσικά. πόσο συχνά συναντάμε τέτοιες προκαταλήψεις στα παιδιά…
Εδώ ακριβώς τίθεται το ζήτημα της διδασκαλίας της Λογοτεχνίας. Αν ως καθηγητής του δημόσιου σχολείου ξεκινήσεις να παρουσιάζεις τους λογοτέχνες μας ως απολιθώματα ενός ξεχασμένου παρελθόντος ή ως βαλσαμωμένους τάρανδους πάνω από το τζάκι και την ίδια τη Λογοτεχνία ως ένα ακόμα τυπικό μάθημα του Ωρολογίου Προγράμματος με απροσπέλαστους κανόνες και «βαριά» ύλη για τις εξετάσεις, τότε το πιο πιθανό είναι οι μαθητές σου να θυμούνται το Ρήγα Φεραίο ως όνομα οδού που έτρωγαν μικροί τα καλύτερα σουβλάκια της πόλης και τον Γιώργο Σεφέρη ως δεξί φορ του ΠΑΟΚ.
Τα πράγματα είναι απλά. Όταν οι μαθητές σου χρησιμοποιούν τους δικούς τους κανόνες για να εκφράσουν τη φωνή και την εποχή τους, εσύ οφείλεις να μη τους μιλάς στα φλαμανδικά, αλλά να τους ακολουθήσεις σιωπηλά και να διδαχτείς κι εσύ από αυτούς!
Ήδη έχω σημειώσει πως οι μαθητές μας συνηθίζουν τις περισσότερες ελεύθερες ώρες τους να τις περνούν στον υπολογιστή ακούγοντας μουσική, παίζοντας ηλεκτρονικά παιχνίδια και «διατηρώντας» τις κοινωνικές τους επαφές μέσω facebook, ενώ παράλληλα αισθάνονται και τα πρώτα χτυπήματα του έρωτα στο κατώφλι της εφηβικής τους ηλικίας. Μάλλον όλα αυτά τα βρίσκουν πιο ενδιαφέροντα από την ενασχόληση τους με το σχολιασμό του τάδε ήρωα στο μάθημα της Λογοτεχνίας! Δεν τους ρίχνω και μεγάλο άδικο. Άλλωστε ποτέ δεν πρέπει να ξεχνάς τα δικά σου μαθητικά χρόνια κι ας μην είχαν- ευτυχώς- facebook…
Το θέμα είναι τι κάνουμε εμείς! Αρχικά, ο σύγχρονος εκπαιδευτικός οφείλει να συγχρονιστεί με τις νέες τεχνολογίες όχι όμως ως δέσμιος τους, αλλά ως παράδειγμα ο ίδιος για τους μαθητές του. Θεωρώ πως δε θα καταφέρουμε πολλά πράγματα ως γονείς ή ως δάσκαλοι, αν με εκφοβισμό προσπαθήσουμε «να τους κόψουμε μαχαίρι» την επαφή με την τεχνολογία. Το θέμα είναι όταν ανοίγουν τον υπολογιστή να μην περνούν τις ώρες τους μόνο σε παιχνίδι και facebook. Στην τάξη μετά την ενασχόληση με ένα λ.χ ποιητικό κείμενο ας μην τους παραφορτώνουμε με ακόμα δυο-τρεις βαρετές επαναληπτικές ασκήσεις για τη δομή του κειμένου και την γλώσσα του ποιητή, τις οποίες συχνά θα αντιγράψουν από κάποιο βοήθημα, αλλά ας έχουμε υπόψη μας κάποιες ιστοσελίδες που θα μπορούσαν να ανατρέχουν για να αντλούν κάποιες πρόσθετες πληροφορίες για τη ζωή, το έργο και την εποχή που έζησε κάθε λογοτέχνης. Αν οδηγήσουμε το ενδιαφέρον τους προς τα εκεί θα υπάρχουν σίγουρα και μεγαλύτερα περιθώρια αυτενέργειας και ίσως μάλιστα σταδιακά και μια πιο ποιοτική πλοήγηση στο θαυμαστό κόσμο του διαδικτύου. Ιδίως όταν εκεί κυκλοφορεί ελεύθερα ό,τι 200.000 Έλληνες πλήρωσαν για να δουν… Στο ERT.ARCHIVES.GR -παραδείγματος χάριν- υπάρχουν ντοκιμαντέρ σχεδόν για όλους τους «μεγάλους» της κάθε γενιάς. Άλλες σχετικές διευθύνσεις γνωριμίας με κάποια από τα έργα των λογοτεχνών είναι τα KOMVOS.EDU.GR και E.YLIKO.GR. Δεν λέω πράγματα καινούρια.
Η αρχή όμως φυσικά και οφείλει να γίνεται στην τάξη. Ξέρω, θα μου μιλήσετε για την αδυναμία των σχολείων να παρέχουν αίθουσες με την πολυτέλεια του διαδικτύου ή του προτζέκτορα. Εδώ ας φανούμε πολυμήχανοι. Ας προμηθευτούμε τα cd των ποιητών που απαγγέλουν τα δικά τους ποιήματα ως πρώτη γνωριμία με τη «φωνή» του ποιητή ή ας καλέσουμε πιλοτικά κάποια από τα παιδιά για το επόμενο μάθημα να βρουν ένα-δυο ποιήματα του ποιητή που θα εξετάσουμε αναφέροντας μας για ποιο λόγο τα επέλεξαν. Πιθανόν να μη γνωρίζουν να απαντήσουν επακριβώς την αιτία της επιλογής τους, αλλά αυτή δεν είναι μια σπουδαία αφορμή για να κάνουμε μια πρώτη νύξη για τη μεταφυσική της ποίησης;
Ας προχωρήσουμε όμως εις βάθος. Αν η διδασκαλία μας στην τάξη δεν είναι κατάλληλη να εμπνεύσει και να αγγίξει τα παιδιά τότε κάθε πρότασή μας για να ανατρέξουν σε ιστοσελίδες θα αποφέρει μία μικρή και βραχυπρόθεσμη αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος τους. Πέραν τούτου μάλλον ουδέν…
Ας μη ξεχνάμε πως η δεύτερη αγαπημένη ενασχόληση των παιδιών, όπως προαναφέραμε, είναι η μουσική. Από εδώ λοιπόν θα πιαστώ κι εγώ μιλώντας με ονόματα και διευθύνσεις. Σε μια περίοδο της ηλικίας τους που ό,τι ανακαλύπτουν φιλτράρεται με χαρακτηριστικό τρόπο στη ψυχή τους, μας δίνεται η δυνατότητα με ένα τρόπο σχεδόν μαγικό, να πετύχουμε το βέλτιστο ωθώντας τους μαθητές μας να γνωρίσουν μέσα από την ποίηση και την πεζογραφία τη σύγχρονη νεοελληνική τραγουδοποιία. Να ανακαλύψουν δηλαδή πως το μυστικό μονοπάτι της «παλαιάς» Λογοτεχνίας έχει συνέχεια και καταλήγει στους σύγχρονους Έλληνες τραγουδοποιούς.
Έχει στην πράξη αποδειχθεί πως ένας από τους πιο επιτυχείς τρόπους για να ξεκινήσει μία διδακτική ώρα στο μάθημα της Λογοτεχνίας κερδίζοντας άμεσα και το ενδιαφέρον των μαθητών μας είναι φυσικά – όπως πολλοί συνάδελφοι θεωρώ πως θα κάνουν- το προσεκτικό άκουσμα μελοποιημένης ποίησης από τα παιδιά. Τα παραδείγματα πάρα πολλά: Θεοδωράκης-Ελύτης, Χατζιδάκις-Γκάτσος και Χριστιανόπουλος, Λεοντής-Ρίτσος, αλλά και πιο «σύγχρονα» ζευγάρια όπως Πασχαλίδης-Σεφέρης, Χ+Π Κατσιμίχας –Ρίτα Μπούμη Παππά και Αργύρης Χιόνης, Παπαδημητρίου-Καβάφης, Άσιμος-Σκαρίμπας και τόσα άλλα. Το κέρδος για τους μαθητές -αλλά και για μας- διπλό: έχοντας μια διαφορετική θέαση της ποίησης ωθούμε τα παιδιά στην αναγνώριση σπουδαίων μορφών της τραγουδοποιίας και της σύνθεσης.
Ας μην αρκεστούμε όμως σε κάτι χιλιοειπωμένο. Η σύνδεση των ποιητών των παλαιότερων γενιών με τους σύγχρονους τραγουδοποιούς δε σταματά εκεί. Ας πάρουμε ως παράδειγμα το ποίημα του Κ Καρυωτάκη: «Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα» (σελ. 147, Νεοελληνική Λογοτεχνία - Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ). Σε μια αποστροφή του λόγου του ο ποιητής αναφέρει»: «Έχω κάτι σπασμένα φτερά, δεν ξέρω καν γιατί μας ήρθε το καλοκαίρι αυτό…». Υπάρχει μεγαλύτερη ευκαιρία να συνδέσουμε την παραπάνω αποστροφή με κάποιους στίχους από την «Παράκληση» του Αλκίνοου Ιωαννίδη ( Περπάτησα πάρα πολύ και τα φτερά μου τα ’χω χάσει…);
Το ενδιαφέρον των μαθητών αυτόματα ξυπνά εξαιτίας της φαινομενικής αυτής έστω συγγένειας. Πια ο Καρυωτάκης μιλά με την γλώσσα ενός «δικού τους» και δε μένει νεκρός στις ψυχές τους ως «ο ποιητής που αυτοκτόνησε». Το ίδιο και στον Καβάφη: όταν μας κληροδοτεί το περίφημο: «όσο μπορείς μην την εξευτελίζεις (τη ζωή) στων σχέσεων και των συναναστροφών την καθημερινή ανοησία», δεν είναι σαν τα λόγια του να έχουν «ξυπνήσει» μέσα στον Καθρέφτη του Φοίβου Δεληβοριά ή αν θέλετε ακόμα και σε τόσα τραγούδια του Σωκράτη Μάλαμα;
Το «Σ’ αφήνω, γεια» του Θανάση Παπακωνσταντίνου δε μοιάζει σαν να γεννήθηκε από σουρεαλιστικά ποιήματα του Εμπειρίκου (πβ. και τη μελοποίηση του Θ.Π στις «Διάφανες αυλαίες» του Εμπειρίκου). Θέλετε και άλλα παραδείγματα; Πολλά από τα τραγούδια του Λουδοβίκου των Ανωγείων θαρρώ πως είναι «ξαδέρφια» με τόσα δημοτικά τραγούδια που διδάσκουμε στις τάξεις Γυμνασίου και Λυκείου, ενώ ο «Όρκος» πάλι του Φοίβου Δεληβοριά πεδίον λαμπρόν για να το αντιπαραβάλουμε με τον όρκο των επαναστατών στο τέλος του Θούριου του Ρήγα… Το «Στο παιδί μου» του Μανόλη. Αναγνωστάκη σε αντιπαραβολή με το «Τι έπαιξα στο Λαύριο» του Διονύση Σαββόπουλου ανοίγει συζητήσεις που μάλλον δε θα τέλειωναν ποτέ αν δε κτυπούσε το κουδούνι…
Το μόνο πράγμα που χρειάζεται είναι το εξής: η δική μας παιδεία ως λειτουργοί της δημόσιας παιδείας να μην κάνει στάση - στις δικές μας ελεύθερες ώρες - σε σαχλά ποπ τραγουδάκια και λαϊκοτσιφτετελιές. Αν μεγαλώσαμε με αυτά τότε καλώς γερνάμε μέσα σε τάξεις πληκτικές συχνά μάλιστα με ιδιαίτερη φασαρία και οχλαγωγία…
Αν συνδεθεί το ύφος με το συναίσθημα του ποιητή και η γλώσσα με την εποχή συγγραφής του έργου και συνάμα εκείνη τη στιγμή έχουμε και έναν σύγχρονο τραγουδοποιό να «κλείνει το μάτι» στα παιδιά πως «κι εγώ άντλησα κάποια από τα βέλη μου για τη φαρέτρα μου από τους λογοτέχνες», τότε τα παιδιά και θα αγαπήσουν τη Λογοτεχνία και δε θα τρέχουν κατά ομάδες στα reality για να κριθούν από τους απίθανους. Άλλο νομίζω είναι να καταλάβουν πως το παραγόμενο έργο- ταλέντο τους κρίνεται με βάση τα έργα των μεγάλων ποιητών και άλλο με βάση το γούστο του x τηλεκριτικού. Δε συμφωνείτε;
Για το τέλος άφησα ακόμα κάτι, που είναι – επιτρέψτε μου- πιο προσωπικό. Σε μια πρόσφατη συνομιλία μου με έναν μαθητή της Ά Λυκείου έμεινα έκπληκτος όταν μου τόνισε πως «και η μεγάλη ανάλυση στο λογοτεχνικό έργο από τον φιλόλογο πολλές φορές κάνει το κείμενο να χάσει τη μαγεία του και στο τέλος καταντά ξένο προς τον αναγνώστη του». Είχε άδικο;
Εδώ θα σημειώσω και το τελευταίο μου υστερόγραφο. Η Λογοτεχνία- ας μην το ξεχνάμε- πάνω από όλα συνδέεται με τον Έρωτα και τις χιλιάδες μορφές που αυτός έχει: ως προς το σύντροφό μας, τα «πράγματα» γύρω μας, αλλά και μεγάλες ιδέες όπως π.χ την ελευθερία κ.α. Ας μην αφαιρούμε από τα παιδιά το δικαίωμα να αισθανθούν αυτό το συναίσθημα στις ποικίλες του εκφάνσεις… Εννοώ πως μην απογυμνώνουμε κάθε λογοτεχνικό έργο με την απαράδεκτη μονοδιάστατη προσήλωσή μας στο σχολαστικισμό της δομής και άλλων παρεμφερών κανόνων που στο τέλος εξυπηρετούν μόνο την ησυχία μας, ενώ αποκοιμίζουν την ανήσυχη φύση των μαθητών μας. Ας δίνουμε μεγαλύτερη σημασία στο «πως» κάτι λέγεται από τον ποιητή ή τον πεζογράφο και όχι μόνο στο «τι».
Στη Λογοτεχνία η μαγεία δεν εντοπίζεται μόνο στο περιεχόμενο, το οποίο οι μαθητές μας το αντιλαμβάνονται μετά από λογική διεργασία, αλλά και στην μία, την απόλυτη, τη συγκεκριμένη λέξη, την οποία ο ποιητής την επιλέγει ανάμεσα σε τόσες άλλες συνώνυμες για να συνυποδηλώσει τα συναισθήματά του. Ας θυμηθούμε πάλι τον Σολωμό, που πλήρωνε όποιον Επτανήσιο χωρικό του μάθαινε μια καινούρια λέξη…
Αν το «τι» στην Λογοτεχνία συνδέεται με την λογική, όπως είπαμε, το «πώς» συνδέεται άρρηκτα με τον Έρωτα. Αν το κατανοήσουμε αυτό εμείς οι φιλόλογοι, τότε θα είμαστε πιο κοντά στο να μην απομαγεύουμε τα λογοτεχνικά έργα και οι μαθητές μας να αναγνωρίζουν στον ποιητικό τρόπο του Ελύτη ένα δρόμο αληθινό για να ερωτευτούν και όχι για να χάσουν την ώρα τους.
Ο Τίτος Πατρίκιος κάποτε είχε πει (βλ. το ποίημα Επίλογος του Μανώλη Αναγνωστάκη) πως «κανένας στίχος σήμερα δὲν κινητοποιεῖ τὶς μᾶζες….». Εγώ θέλω διαρκώς να φαντάζομαι εκείνη τη μέρα που τα παιδία μας στα διαλειμματα δε θα ντρέπονται να μιλούν για τους ποιητές και θα ποστάρουν- όπως λεν- στο facebook κείνα τα λόγια των ποιητών που θα έχουν γράψει τη δική τους ιστορία μέσα τους.
Σας το λέω αλήθεια, για μένα ο κόσμος ίσως τότε να αρχίζει να κινείται λίγο-λίγο προς ένα μονοπάτι που να θυμίζει περισσότερο Άνοιξη…
ΥΓ: Ως αναπληρωτής φιλόλογος- υποψήφιο θύμα της μεταρρύθμισης του ΥΠΕΠΘ, επιτυχών σε 3 διαγωνισμούς ΑΣΕΠ, απλά θα ήθελα να σημειώσω την επικαιρότητα του τραγουδιού «Λέξεις» του Φοίβου Δεληβοριά… Ίσως θα μπορούσε να διαβαστεί ως παράλληλο κείμενο του νέου νομοσχεδίου.