0 μέλη και 3 επισκέπτες διαβάζουν αυτό το θέμα.
Το να θεωρήσουμε το εννοούμενο ρ. μηνύεται ως προσωπικό με υποκ. τὰ μυστήρια και την ειδ. πρόταση ως αντικ., είναι μια σύνταξη που δεν την αποκλείω, αλλά τη βρίσκω λίγο "άκομψη".
Εγώ θα την απέκλεια, γιατί είναι σαφές ότι δεν καταγγέλθηκαν τα μυστήρια (δεν ήταν άλλωστε αδικήματα). Καταγγέλθηκε το ότι έγιναν "εφ' ύβρει". Το λογικό είναι λοιπόν το εννοούμενο ρήμα "μηνύεται"να είναι απρόσωπο με την ειδική ως υποκείμενο.
ἐπειδὴ δὲ πᾶσιν ἀνθρώποις ὁ πᾶς χρόνος οὐχ ἱκανὸς λόγον ἴσον παρασκευάσαι τοῖς τούτων ἔργοις, διὰ τοῦτο καὶ ἡ πόλις μοι δοκεῖ, προνοουμένη τῶν ἐνθάδε λεγόντων, ἐξ ὀλίγου τὴν πρόσταξιν ποιεῖσθαι, ἡγουμένη οὕτως ἂν μάλιστα συγγνώμης αὐτοὺς παρὰ τῶν ἀκουσάντων τυγχάνειν:Γίνεται η αιτιολογική πρόταση και η αιτιολογική μετοχή ἡγουμένη να προσδιορίζουν και οι δύο το ποιεῖσθαι χωρίς να συνδέονται; Αλλά είναι και το διὰ τοῦτο, το οποίο δεν μπορεί να επαναλαμβάνει το περιεχόμενο της δευτερεύουσας και ταυτόχρονα να δέχεται ως επεξήγηση τη μετοχή ἡγουμένη. Θα μπορούσε η δευτερεύουσα να θεωρηθεί αιτιολογικός προσδιορισμός στη μετοχή ἡγουμένη; Δηλαδή (σε ελεύθερη μετάφραση): «για αυτόν τον λόγο η πόλη προνοώντας για τους ομιλητές έκανε την ανάθεση πριν από λίγο, γιατί δηλαδή πίστευε ότι έτσι θα βρουν κατανόηση από τους ακροατές, αφού όλος ο χρόνος για όλους του ανθρώπους δεν είναι αρκετός για να προετοιμάσουν λόγο ισάξιο των έργων των αποθανόντων».
Και κάτι άλλο, η λέξη ἔργον εδώ νομίζω ότι σημαίνει πράξεις, δηλαδή ενέργεια ικανή προς εξέλιξη, ακόμη και αν αναφέρεται σε νεκρούς, και όχι συγκεκριμένο και σταθερό έργο. Συμφωνείτε;
Η αιτιολογική μετοχή ἡγουμένη προσδιορίζει την τροπική μετοχή προνοουμένη. Δηλαδή: γιατί η πόλη προνοεῖται τῶν λεγόντων;
Όλα αυτά βέβαια που λέω μπορεί να είναι απλώς περιττά, αν σκεφτούμε τη διαφορετική φύση των δύο αιτίων, κάτι που είναι πιθανό να αιτιολογεί τη μη σύνδεσή τους, παρά το ότι προσδιορίζουν την ίδια φράση (τὴν πρόσταξιν ποιεῖσθαι): το πρώτο (η αιτιολογική πρόταση) εκφράζει κάτι "αντικειμενικό" (με την έννοια του συνήθους στους επιτάφιους λόγους), ενώ το δεύτερο (η μετοχή) εκφράζει το κίνητρο που ωθεί την πόλη στη λήψη μιας τέτοιας απόφασης, να δοθεί δηλαδή λίγος χρόνος προετοιμασίας στον ρήτορα.
Το σκέφτηκα και αυτό, αλλά δεν μου ακουγόταν καλά νοηματικά.
Κι όμως, Dwrina, έχει νόημα. Δες τι εννοώ: η μετοχή προνοουμένη έχει ακριβώς το ίδιο νόημα με το προσδιοριζόμενο απαρέμφατο τὴν πρόσταξιν ποιεῖσθαι. Για να γίνει καλύτερα κατανοητό αυτό, αντιστρέφω την επιρρηματική σχέση μεταξύ τους και ρωτώ: πώς η πόλη εκδηλώνει το ενδιαφέρον της για τους ρήτορες; Απάντηση: με το να τους δίνει λίγο χρόνο για να προετοιμάσουν τον λόγο τους.Πρόσεξε τώρα το επίρρημα οὕτως, που προσδιορίζει το δυνητικό απαρέμφατο ἂν τυγχάνειν, το οποίο, με τη σειρά του, εξαρτάται από τη μετοχή ἡγουμένη. Είναι βέβαιο ότι στο επίρρημα λανθάνει υπόθεση: εἰ (ἡ πόλις) ἐξ ὀλίγου τὴν πρόσταξιν ποιοῖτο. Αυτή τη λογική σχέση βρίσκω ανάμεσα στις δύο μετοχές. Με άλλα λόγια: αν θεωρούμε ότι η μετοχή ἡγουμένη προσδιορίζει το ἐξ ὀλίγου τὴν πρόσταξιν ποιεῖσθαι, δεν διαφέρει από το να πούμε ότι προσδιορίζει το προνοουμένη τῶν ἐνθάδε λεγόντων, αφού αυτά τα δύο τελευταία έχουν κατ' ουσία το ίδιο νόημα.Και, εδώ που τα λέμε, αυτό που υποστηρίζω τώρα εδώ δεν διαφέρει ουσιαστικά από εκείνο που αποδέχτηκες στην προηγούμενη ανάρτησή μου, έτσι δεν είναι;
ὑμεῖς τὸν λιπόντα τὴν ὑπὸ τοῦ στρατηγοῦ τάξιν ταχθεῖσαν, ἄτιμον οἴεσθε προσήκειν εἶναι καὶ μηδενὸς τῶν κοινῶν μετέχειν: υπάρχει τρόπος να καταλάβουμε αν ο λανθάνων (και εξαρτημένος) υποθετικός λόγος δηλώνει πραγματικό ή αόριστη επανάληψη στο παρόν-μέλλον (δεδομένου ότι και ο υποθετικός λόγος του πραγματικού κάποιες φορές δηλώνει επανάληψη); Η μετοχή αορίστου (τὸν λιπόντα) και όχι ενεστώτα μπορεί να θεωρηθεί ένδειξη για την αόριστη επανάληψη στο παρόν-μέλλον;
ταλαίπωρος ἄρα τις σύ γε ἄνθρωπος εἶ καὶ οὐδὲ Ἀθηναῖος, ᾧ μήτε θεοὶ πατρῷοί εἰσιν μήτε ἱερὰ μήτε ἄλλο μηδὲν καλὸν καὶ ἀγαθόν: Στο perseus η αναφορική μεταφράζεται ως υποθετική, αλλά ο Smyth (2705 g) φαίνεται ότι τη θεωρεί αιτιολογική (ενώ την άρνηση μὴ την αποδίδει στο ότι ο όρος αναφοράς εκλαμβάνεται ως πρόσωπο αντιπροσωπευτικό ενός συγκεκριμένου χαρακτήρα). Θα μπορούσαμε ίσως να πούμε ότι είναι και τα δύο, αλλά αν πρέπει να επιλέξουμε μεταξύ αιτιολογικής και υποθετικής, τι προτείνετε;
δεῖ ... τῶν ποιητῶν τὰ βέλτιστα μανθάνειν καὶ τῶν ἄλλων σοφιστῶν, εἴ τι χρήσιμον εἰρήκασιν, ἀναγιγνώσκειν: η γενική τῶν ποιητῶν δ ε ν είναι διαιρετική από το τὰ βέλτιστα, αλλά δηλώνει την προέλευση «της μάθησης», οπότε πρέπει να χαρακτηριστεί έμμεσο αντικείμενο, έτσι δεν είναι;Τη γενική τῶν σοφιστῶν είναι καλύτερο να την χαρακτηρίσουμε διαιρετική από την υποθετική πρόταση (η οποία τότε αντικείμενο στο ἀναγιγνώσκειν) ή απευθείας από το ἀναγιγνώσκειν, ως γενική του μεριστικού αντικειμένου;