0 μέλη και 1 επισκέπτης διαβάζουν αυτό το θέμα.
Εννοείς αυτήν τη φράση "την δόξαν του πολέμου του δοκείν δι' αυτόν κρίσιν ειληφέναι";
Όχι, η φράση είναι αὐτοὶ μὲν τοῦ δοκεῖν δύνασθαι λέγειν δόξαν ἐκφέρονται, τὴν δ’ ἐκείνων ἀρετὴν ἐλάττω τῆς ὑπειλημμένης παρὰ τοῖς ἀκούουσιν φαίνεσθαι ποιοῦσιν.Αν κατάλαβα καλά, ο Bekker κάνει λόγο για επεξήγηση;
ἔστιν ἄρα, ἦν δ᾽ ἐγώ, δικαίου ἀνδρὸς βλάπτειν καὶ ὁντινοῦν ἀνθρώπων: αφού η ὁστισοῦν ισοδυναμεί με αόριστη αντωνυμία, μπορεί το ὁντινοῦν να χαρακτηριστεί απλώς αντικείμενο στο βλάπτειν, χωρίς να μιλήσουμε για δευτερεύουσα αναφορική και έλξη, ούτε να αναλύσουμε σε βλάπτειν τινά, ὁστισοῦν ἐστι οὗτος;
Οι δύο παρακάτω περιπτώσεις ίδιες δεν είναι;πόλλ᾽ ἂν εἰπεῖν ἔχοιεν Ὀλύνθιοι νῦν, ἃ τότ᾽ εἰ προείδοντο, οὐκ ἂν ἀπώλοντο.οὐχ ἡμᾶς αὐτοὺς ἀσκοῦμεν, ἀλλ᾽ ἀνθρώπους τοὺς μὲν ἀπόλιδας τοὺς δ᾽ αὐτομόλους ... οἷς ὁπόταν τις διδῷ πλείω μισθόν, μετ᾽ ἐκείνων ἐφ᾽ ἡμᾶς ἀκολουθήσουσιν.Τι εννοώ∙ στην πρώτη περίοδο έχουμε δύο ασύνδετες μεταξύ τους κύριες προτάσεις και μια αναφορική αντωνυμία χωρίς ρήμα, η οποία έτσι εντάσσεται στην υποθετική πρόταση. Η δεύτερη μοιάζει να είναι διαφορετική, γιατί μπορεί κάποιος (όπως ο Γρηγορόπουλος) να ισχυριστεί ότι η οἷς εισάγει αναφορική πρόταση με ρήμα το ἀκολουθήσουσιν και υποκείμενο το οἷς, το οποίο τίθεται σε δοτική αντί ονομαστικής καθ’ έλξη από το παραλειπόμενο αντικείμενο του διδῷ αὐτοῖς. Εμένα όμως μου φαίνεται ότι στην ουσία οι δύο περιπτώσεις είναι ίδιες, ενώ το ότι τα πρόσωπα που δηλώνει το οἷς ταυτίζονται με το υποκείμενο του ἀκολουθήσουσιν θα έλεγα ότι είναι τυχαίο.
Το φαινόμενο το εξετάζει ο Κύννερος, 557 (σελ. 1119).Ο Γρηγορόπουλος έχει εμφανώς άδικο. Φαίνεται πως μάλλον αγνοεί το φαινόμενο αυτό.
Η άλλη περίπτωση είναι η αναφορική αντωνυμία να έχει συντακτικό ρόλο όχι μόνο στην υποθετική που παρεμβάλλεται, αλλά και στην απόδοσή της (οὐχ ἡμᾶς αὐτοὺς ἀσκοῦμεν, ἀλλ᾽ ἀνθρώπους τοὺς μὲν ἀπόλιδας τοὺς δ᾽ αὐτομόλους ... οἷς ὁπόταν τις διδῷ πλείω μισθόν, μετ᾽ ἐκείνων ἐφ᾽ ἡμᾶς ἀκολουθήσουσιν).Μοιάζει όντως με την προηγούμενη περίπτωση. Από την άλλη, η σύνταξη του Smyth αποκαθιστά μια πιο λογική εκδοχή της πρότασης, αν και έχει το μειονέκτημα πως λ.χ σε προτάσεις σαν την παραπάνω θα πρέπει να θεωρήσουμε πως μια αναφορική αντωνυμία σε ονομαστική είχε πάθει έλξη και μάλιστα αντίστροφη, ενώ η έλξη ονομαστικής ήταν σπάνιο φαινόμενο. Γι' αυτό λέω ότι με μπερδεύει ο Smyth.
Θα απέφευγα να εννοήσω δηλαδή το "εστί", όπως εσύ, γιατί αυτό προϋποθέτει έλξη ονομαστικής (οστισουν) από αιτιατική, πράγμα ασύνηθες στα αρχαία (αλλά συνηθισμένο στα νέα ελληνικά).
Εκείνο που με μπερδεύει όμως είναι ότι εξετάζει ως ίδιο φαινόμενο την εξάρτηση της αναφορικής αντωνυμίας από μετοχή και από το ρήμα δευτερεύουσας πρότασης. Όταν η αναφορική αντωνυμία εξαρτάται από μετοχή, τα πράγματα μου φαίνονται διαφορετικά και πιο απλά: η αναφορική αντωνυμία εισάγει αναφορική πρόταση (στην οποία ανήκει η μετοχή), αλλά, αντί να τεθεί στην πτώση που απαιτεί το ρήμα της αναφορικής, τίθεται στην πτώση που απαιτεί η μετοχή (καταλαμβάνουσι τεῖχος . . . ὅ ποτε Ἀκαρνᾶνες τειχισάμενοι κοινῷ δικαστηρίῳ ἐχρῶντο). Με το να συνδέει ο Smyth την περίπτωση της μετοχής με αυτήν της δευτερεύουσας τι εννοεί τελικά ότι συμβαίνει, όταν υπάρχει δευτερεύουσα;
Δεν είναι δική μου η ανάλυση (την οποία δεν βρίσκω και απαραίτητη), στον Γρηγορόπουλο το είδα και αυτό το παράδειγμα.Πάντως η αντωνυμία ὁστισοῦν δίνεται και από τον Smyth (2532) σε αυτές (οἷος, ὅσος, ἡλίκος, ὅστις δή) που έλκονται, ενώ βρίσκονται σε ονομαστική.
Εκείνο που με μπερδεύει όμως είναι ότι εξετάζει ως ίδιο φαινόμενο την εξάρτηση της αναφορικής αντωνυμίας από μετοχή και από το ρήμα δευτερεύουσας πρότασης.
Κοίτα, είναι όντως δελεαστικό να συντάξουμε τη μετοχή ή τη δευτερεύουσα ανάγοντας την πρόταση σε μια πιο ομαλή εκδοχή. Το πρόβλημα όμως είναι ότι, ακόμα και να δεχθούμε ότι ειδικά εκεί γινόταν έλξη αναφορικής αντωνυμίας σε ονομαστική, δεν θα μπορούσαμε να ερμηνεύσουμε με τον ίδιο τρόπο προτάσεις όπου το πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται η αντωνυμία δεν παίζει κανέναν σημασιοσυντακτικό ρόλο μετά στην απόδοση της μετοχής/δευτερεύουσας (πόλλ᾽ ἂν εἰπεῖν ἔχοιεν Ὀλύνθιοι νῦν, ἃ τότ᾽ εἰ προείδοντο, οὐκ ἂν ἀπώλοντο).Όσο το σκέφτομαι από χθες, δεν μου φαίνεται λογικό να έχουμε δυο μέτρα και δυο σταθμά για δομές που φαίνονται πανομοιότυπες.