0 μέλη και 1 επισκέπτης διαβάζουν αυτό το θέμα.
Που το γράφει αυτό;
Δεν μου φαίνεται πάντως τόσο περίεργο, γιατί το έχω συνηθίσει από τη σύνταξη της αρχαίας Ελληνικής, όπου, κάθε φορά που οι μαθητές απαντούν «κατηγορούμενο στο ἐστί», τους τονίζουμε ότι το κατηγορούμενο δεν προσδιορίζει το ρήμα, αλλά το υποκείμενο ή το αντικείμενο, μέσω του συνδετικού ρήματος. Όταν λέμε ότι ένας όρος είναι συμπλήρωμα σε έναν άλλον όρο, δεν εννοείται ότι ο όρος που χαρακτηρίζεται ως συμπλήρωμα προσδιορίζει τον ίδιο τον άλλον όρο; Το κατηγορούμενο όμως δεν προσδιορίζει το ρήμα. Βέβαια, στην περίπτωση του κατηγορουμένου τα πράγματα είναι πιο μπερδεμένα, γιατί κανονικά, όταν λέμε ότι ένας όρος προσδιορίζει έναν άλλον, εννοούμε και ότι ο όρος αυτός εξαρτάται από τον άλλον (π.χ. ἐπιμελὴς τινός: το τινὸς προσδιορίζει –συμπληρώνει το ἐπιμελής, από το οποίο και εξαρτάται). Το κατηγορούμενο είναι βέβαιο ότι προσδιορίζει το υποκείμενο ή το αντικείμενο. Από πού εξαρτάται όμως; Από το υποκείμενο/αντικείμενο ή από το ρήμα; Αν δεχθούμε ότι εξαρτάται από το ρήμα, ναι, θα έπρεπε να το θεωρήσουμε συμπλήρωμα ρήματος. Επειδή όμως εδώ συγχέονται κάπως τα πράγματα, ίσως είναι και αυτό θέμα οπτικής. Η περίπτωση του κατηγορουμένου μού θύμισε τις κατηγορηματικές μετοχές, οι οποίες αναγνωρίζονται ως εξαρτώμενες από το ρήμα, αλλά ως αναφερόμενες στο υποκείμενο ή στο αντικείμενο αυτού. Δεν είναι όμως ακριβώς το ίδιο, γιατί οι κατηγορηματικές μετοχές (με εξαίρεση αυτές που σχηματίζουν περίφραση με συνδετικά ρήματα, οι οποίες στην ουσία έχουν λειτουργία κατηγορουμένου) είναι σαφές ότι εξαρτώνται και συμπληρώνουν το ρήμα, χωρίς να δίνουν κάποια ιδιότητα στο υποκείμενο ή το αντικείμενο, όπως δίνει το κατηγορούμενο, αλλά το υποκείμενο ή το αντικείμενο είναι απλώς και δικό τους υποκείμενο (αυτό μόνο νομίζω ότι σημαίνει στις κατηγορηματικές μετοχές το «αναφέρεται στο υποκείμενο / αντικείμενο»).
Τα ετεροσυνδετικά ρήματα, που ανέφερες, ποια είναι;
Και μια που αναφέρθηκες στα κατηγορούμενα, δεν βρίσκω στη Φιλιππάκη κατηγορούμενο με μη -κυρίως- συνδετικά ρήματα (και διάκριση με αυτά κατηγορουμένου και κατηγορηματικού προσδιορισμού) και τα άλλα είδη κατηγορουμένου, επιρρηματικά και προληπτικά Αναφέρονται αυτά κάπου και δεν τα βλέπω; Μήπως δεν αναγνωρίζονται στη ν.ε. τέτοια κατηγορούμενα; Είχα δει στο διαδίκτυο να χαρακτηρίζονται κατηγορηματικοί προσδιορισμοί τα επίθετα στα «Ήρθε χαμογελαστός ο Νίκος», «Ο καθηγητής εκνευρισμένος απέβαλε το μαθητή», «Η Μαρία καθόταν σιωπηλή και κοιτούσε από το παράθυρο», τα οποία εγώ θα τα αναγνώριζα ως επιρρηματικά κατηγορούμενα τρόπου, και αισιοδοξούσα ότι θα έβρισκα εξηγήσεις στη Γραμματική της Φιλιππάκη, αλλά δεν το βλέπω.
Στη μετασχηματιστική γραμματική δεν χρησιμοποιούνται τέτοιοι όροι. Βασικά, αν θυμάσαι, και στα ξένα συντακτικά για τα αρχαία ελληνικά, δεν χρησιμοποιούνται τέτοιοι όροι.
Αν κοιτάξεις και στη Φιλιππάκη στη σελ. 281 μιλά απλά για την κατηγορηματική χρήση των επιθέτων. Και δεν πρέπει να είναι νεότερη τάση, γιατί το ίδιο συμβαίνει και στην πολύ παλιότερη γραμματική του Smyth για τα αρχαία ελληνικά.Μεταξύ μας, πιστεύω πως έχουν δίκιο, γιατί ο κατηγορηματικός προσδιορισμός δεν διαφέρει από το επιρρηματικό κατηγορούμενο ούτε σημασιολογικά (παροδική ιδιότητα δείχνουν και τα δυο) ούτε μορφολογικά (άναρθρα είναι και τα δυο). Περισσότερο τα διακρίνουμε λόγω συντακτικής θέσης (ο κατηγορηματικός προσδιορισμός είναι πιο κοντά στο όνομα), αλλά κι αυτό δεν είναι εύκολο πάντα.Τα παραδείγματα που παραθέτεις, κι εμένα μου φαίνονται επιρρηματικά κατηγορούμενα περισσότερο, ακριβώς γιατί είναι κοντά στο ρήμα. Όμως, και το «περιποιημένος / όμορφος ο Νίκος μπήκε στην αίθουσα» δεν μπορώ να πω ότι διαφέρει ουσιωδώς.Η παροδική ιδιότητα είναι η κατάσταση που έχει το υποκείμενο κατά την τέλεση της πράξης. Και η κατάσταση εντάσσεται στις γενικότερες συνθήκες τέλεσης της πράξης, στον τρόπο τέλεσής της. Περισσότερο η θέση του επιθέτου στην αρχή μας κάνει να λέμε για κατηγορηματικό προσδιορισμό, παρά η σημασία του. Αν έλεγε "ο Νίκος μπήκε όμορφος στην αίθουσα", τα πράγματα θα δυσκόλευαν στον χαρακτηρισμό.
Παρεμπιπτόντως, δεν καταλαβαίνω γιατί προτιμούν τα συντακτικά αυτόν τον τόσο ασαφή όρο "προληπτικό" και δεν το ονομάζουμε επιρρηματικό κατηγορούμενο του αποτελέσματος.Πρόωρη ιδιότητα αποδίδεται κατά μία έννοια και με το επιρρηματικό κατηγορούμενο του σκοπού, αλλά δεν το λέμε προληπτικό.
Αν κοιτάξεις στις χρήσεις των επιθέτων στη Φιλιππάκη (σ. 281), θα δεις βεβαίως και την προσδιοριστική λειτουργία των επιθέτων.Μόνο που στη Γενετική-Μετασχηματιστική Γραμματική, να ξέρεις πως ως προσδιοριστές (determiners) δεν λειτουργούν μόνο οι επιθετικοί προσδιορισμοί, αλλά και οι δεικτικές αντωνυμίες που στο παραδοσιακό συντακτικό τις αναγνωρίζουμε ως κατηγορηματικούς προσδιορισμούς λόγω της παροδικής ιδιότητας και της θέσης του άρθρου.
Στα παραδείγματα που παρέθεσα (που βρήκα στο διαδίκτυο) θα χαρακτήριζα το επίθετο επιρρηματικό κατηγορούμενο, γιατί μου φαίνεται ότι προσδιορίζει και το ρήμα επιρρηματικά, για αυτό και θα μπορούσε να αντικατασταθεί με μια (ίσως όχι ακριβώς ισοδύναμη) επιρρηματική έκφραση: χαμογελαστός = χαμογελώντας, με χαμόγελο, εκνευρισμένος= επειδή /καθώς εκνευρίστηκε, σιωπηλή = σιωπηλώς. Αλλά στο «ο Νίκος όμορφος μπήκε στην αίθουσα» δεν βλέπω να μπορεί να αντικατασταθεί το όμορφος από ανάλογο επίρρημα ή επιρρηματική φράση χωρίς να αλλάξει εντελώς το νόημα, γιατί το νόημα είναι ότι ο Νίκος, όταν μπήκε στην αίθουσα (μια συγκεκριμένη μέρα) ήταν όμορφος (ενώ άλλες φορές μπορεί να μην δείχνει το ίδιο όμορφος) και όχι ότι μπήκε στην αίθουσα με όμορφο τρόπο. Δηλαδή, θεωρώ ότι το όμορφος δεν δείχνει τις συνθήκες υπό τις οποίες τελείται η πράξη του ρήματος, αλλά μόνο μια ιδιότητα του Νίκου, την οποία ο ομιλητής επιθυμεί να παρουσιάσει ως παροδική. Αυτό βλέπω εγώ ως διαφορά, αλλά μπορεί να κάνω και λάθος.
Δηλαδή λες ότι στην ουσία δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ επιρρηματικού κατηγορουμένου και κατηγορηματικού προσδιορισμού;
Και στο παραδοσιακό συντακτικό ως επιθετικοί προσδιορισμοί αναγνωρίζονταν. Τα τελευταία μόνο χρόνια έχει επικρατήσει να χαρακτηρίζονται κατηγορηματικοί προσδιορισμοί (όπως τις δίνει και το ψηφιακό βοήθημα) και μόνο οι αντωνυμίες οὗτος, ἐκεῖνος, ὅδε (όχι οι άλλες δεικτικές). Εμείς όμως και αυτές ως επιθετικούς τις διδαχθήκαμε και επιθετικοί χαρακτηρίζονται και στις θεματογραφίες (δεν έχω διαβάσει βέβαια καμία που να γράφτηκε πολύ πρόσφατα).
Είναι κάτι που σκέφτομαι από τον καιρό που πρωτοείδα στον Smyth να μην κάνει διάκριση. Βλέπω όμως ότι και στη Μετασχηματιστική Γραμματική δεν αναφέρεται ο κατηγορηματικός προσδιορισμός ως κάτι διαφορετικό.Και όσο το σκέφτομαι, μου φαίνεται πως έχουν δίκιο και καταλαβαίνω γιατί σε κάποιες περιπτώσεις δυσκολευόμαστε να διαλέξουμε τι από τα δυο είναι.
Ναι, αλλά ο Smyth δεν διακρίνει ούτε τη χρήση του επιθέτου με τα συνδετικά ρήματα, δηλαδή του κανονικού κατηγορουμένου, από την χρήση του με τα άλλα ρήματα, αλλά σε όσες περιπτώσεις αναφέρει από την παράγραφο 1040 κ.ε. ονομάζει τα επίθετα predicate adjectives. Το κατηγορούμενο όμως με τα συνδετικά ρήματα σαφώς διαφέρει από τον κατηγορηματικό προσδιορισμό και το επιρρηματικό κατηγορούμενο, δεν διαφέρει;
Πάντως, από τα διάφορα επίθετα που λειτουργούν ως predicate adjectives νομίζω ότι ίσως πρέπει να δούμε ποια μπορούν να βρεθούν σε άλλες θέσεις της πρότασης (και άρα, είναι επιρρηματικά κατηγορούμενα) και ποια όχι (και είναι προσδιορισμοί, έστω φαινομενικά).
Άρα, η διάκριση του κατηγορηματικού προσδιορισμού γίνεται τελικά βάσει ενός επιφανειακού κριτηρίου, τη θέση του επιθέτου στην πρόταση.
Η δευτερεύουσα πρόταση στο «Λυπάμαι που ο Νίκος έχασε τη δουλειά του» τι είναι; Η Φιλιππάκη τη δίνει στις συμπληρωματικές προτάσεις μαζί με αυτές με «ότι / πως». Δεν χαρακτηρίζει όμως καμία συμπληρωματική πρόταση. Για αυτές με «ότι / πως» ξέρουμε ότι είναι ειδικές. Χαρακτηρίζονται ως ειδικές και αυτές με «που»; Η πρόταση «Λυπάμαι που ο Νίκος έχασε τη δουλειά του» ισοδυναμεί με το «Λυπάμαι για το ότι ο Νίκος έχασε τη δουλειά του», την οποία, αν την είχαμε στην αρχαία Ελληνική, μάλλον αιτιολογική θα τη χαρακτηρίζαμε, αν και στην πραγματικότητα θα ήταν μια ουσιαστική πρόταση, αλλά όχι ακριβώς ειδική. Στη ν.ε πώς είθισται να χαρακτηρίζονται αυτές οι προτάσεις; Επίσης, μήπως ξέρεις τι προτάσεις θεωρούνται οι δευτερεύουσες στα «Καλά που το θυμήθηκες» (αυτή μου θυμίζει κατηγορηματική μετοχή της α.ε., εὖ γ' ἐποίησας ἀναμνήσας με) και «Ο Γιώργος, εκτός που όλο τρώει τα νύχια του, είναι και αντιπαθητικός τύπος» (και αυτή θα ισοδυναμούσε με «εκτός του ότι», δηλαδή πρέπει να είναι ουσιαστική πρόταση, αλλά τι ακριβώς;);
Επίσης, μήπως ξέρεις τι προτάσεις θεωρούνται οι δευτερεύουσες στα «Καλά που το θυμήθηκες» (αυτή μου θυμίζει κατηγορηματική μετοχή της α.ε., εὖ γ' ἐποίησας ἀναμνήσας με) και «Ο Γιώργος, εκτός που όλο τρώει τα νύχια του, είναι και αντιπαθητικός τύπος» (και αυτή θα ισοδυναμούσε με «εκτός του ότι», δηλαδή πρέπει να είναι ουσιαστική πρόταση, αλλά τι ακριβώς;);
Όλες αυτές τις ονομάζουμε συμπληρωματικές και δεν γίνεται πάντως περαιτέρω διάκριση σε ειδικές, ενδοιαστικές ή βουλητικές, όπως στο παραδοσιακό συντακτικό.
Στην πρώτη («Καλά που το θυμήθηκες») κατά τη γνώμη μου συμπληρώνει το εννοούμενο ρήμα "έκανες".Στη δεύτερη ( «Ο Γιώργος, εκτός που όλο τρώει τα νύχια του, είναι και αντιπαθητικός τύπος») συμπληρώνει την πρόθεση "εκτός".
Κάποιες όμως μπορούμε με ασφάλεια, με βάση το παραδοσιακό συντακτικό, να τις αναγνωρίσουμε ως ειδικές ή βουλητικές, αλλά κάποιες άλλες, όπως αυτές για τις οποίες σε ρώτησα στο προηγούμενο μήνυμά μου, όχι.
Με την ίδια λογική η «να-πρόταση» (όπως την ονομάζει η Φιλιππάκη) στο «Όσο να περάσει το λεωφορείο, είχαμε γίνει μούσκεμα» είναι μόνο συμπλήρωμα στο όσο και η «που-πρόταση» που προσδιορίζει τοπικά ή χρονικά επιρρήματα (εδώ που, εκεί που, τώρα που, τότε που, μετά που) είναι μόνο συμπλήρωμα στα επιρρήματα αυτά; Δεν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε χρονική, που εισάγεται με όσο να τη δευτερεύουσα «Όσο να περάσει το λεωφορείο»; Εμένα χρονική μού φαίνεται*. *Αυτή η πρόταση πώς ακριβώς προκύπτει, από το «όσο περιμέναμε να περάσει το λεωφορείο» (οπότε είναι μάλλον μείξη χρονικής και βουλητικής (ή τελικής;), αλλά ολόκληρη η φράση πάλι χρόνο δηλώνει, ή «περιμένοντας μέχρι να περάσει το λεωφορείο»;
Επίσης, την που-πρόταση με τα εδώ και εκεί θα την έλεγα αναφορική, ενώ με τα τώρα, τότε, μετά, χρονική. Είναι λάθος αυτό;
Και στις δυο περιπτώσεις αναφορική επιρρηματική είναι. Στην μια προσδιορίζει τοπικό επίρρημα (αντί για το "όπου), στην άλλη χρονικό (αντί για το "οπότε").
Στην α.ε. όμως τις προτάσεις με ὁπότε, όπως και όταν έχουμε τότε... ὅτε, τις αναγνωρίζουμε ως χρονικές (αν και στην πραγματικότητα ίσως να είναι και αυτές αναφορικές, γιατί o Goodwin, 514, συνεξετάζει αναφορικές και χρονικές και γράφει ότι οι αναφορικές περιλαμβάνουν όλες τις χρονικές – κάπως συγκεχυμένο και αυτό βέβαια). Αλλά και στη Γραμματική του Γυμνασίου το οπότε δίνεται στους χρονικούς συνδέσμους. Αναγνωρίζονται σε κάποια Γραμματική της νέας Ελληνικής αυτές οι προτάσεις ως αναφορικές;
Δες εδώ:https://www.google.com/url?sa=t&source=web&rct=j&url=http://users.sch.gr/panosloupasis/glwssa_g_gym_anaforikes.pdf&ved=2ahUKEwiJ_OiM3PHmAhXSyqQKHfoZBGEQFjABegQIAxAB&usg=AOvVaw3oysHfO_Z-bzhKlMr4UzKAΥΓ. Έγραψα ''οπότε'' πιο πάνω, ενώ ήθελα να γράψω ''όποτε''.