Εμφάνιση μηνυμάτων

Αυτό το τμήμα σας επιτρέπει να δείτε όλα τα μηνύματα που στάλθηκαν από αυτόν τον χρήστη. Σημειώστε ότι μπορείτε να δείτε μόνο μηνύματα που στάλθηκαν σε περιοχές που αυτήν την στιγμή έχετε πρόσβαση.

Μηνύματα - aris82

Σελίδες: 1234 ... 9
15
Σ' ευχαριστώ χρήστη melos για την επισήμανση. Πραγματικά, αν και λατρεύω την Ελληνική Μυθολογία, δεν το γνώριζα. Γι' αυτό και ανέφερα παραπάνω "η πρώτη που γνωρίζω με αυτό το όνομα" αφήνοντας ανοικτό ένα ενδεχόμενο να υπήρξε και άλλη. Μάλιστα, απ' ό,τι είδα και στο Μυθολογικό Λεξικό του Grimal, P., υπήρχε στην Θήβα ένα μέρος με το όνομα "Μαντοῦς δίφρος", ένας βράχος που καθόταν η Μαντώ και ασκούσε την μαντική τέχνη, σύμφωνα πάντα με την παράδοση. Συνεπώς, απαντάται η παραπάνω γενική σε ακόμη προγενέστερη χρονική περίοδο.

Όντως, σε υποθετικές προτάσεις δεν βρίσκουμε κατά κανόνα το μέλλω να συντάσσεται με απαρέμφατο Μέλλοντα και αυτό εντάσσεται στην γενικότερη πρακτική να αποκλείουμε το Μέλλοντα σε υποθετικές προτάσεις. Βέβαια, στα Νέα Ελληνικά προϊόντος του χρόνου αρχίζει να παγιώνεται μια τέτοια χρήση, γι' αυτό και διαφωνώ με μια προηγούμενη συζήτησή μας, σχετικά με το ότι η χρήση των ομιλητών καθορίζει την γλώσσα. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με την αύξηση στην προστακτική, τουλάχιστον σε ορισμένα ρήματα που είναι εξαιρετικά σπάνια η μη χρήση αύξησης από τον μέσο ομιλητή π.χ. ανέμενε αναγνώριση από τον αρχιφύλακα (αντί ανάμενε),-γνωστή φράση στους άρρενες συμφορουμίτες από τον στρατό. Η χρήση τού παραδείγματος από την αγγλική είναι ενδιαφέρουσα περίπτωση, αν και σε παγιωμένες εκφράσεις που αφορούν στην Βασίλισσα υπάρχουν τύποι αδόκιμοι που προέρχονται κυρίως από παλαιότερες μορφές τής Αγγλικής.

Ως προς τα παραδείγματα από τη Νέα Ελληνική, στα οποία και αναφέρθηκες, πάλι αποδεικνύεις αυτό που τόσο καιρό συζητούμε. Ότι δηλαδή οι εν λόγῳ αναφορικές προτάσεις στα συγκεκριμένα συμφραζόμενα αναλύονται με δευτερεύουσα συμπερασματική πρόταση και ακόμη και σήμερα έχει παγιωθεί η επισήμανση δευτερευουσών προτάσεων (π.χ. ο οποίος, που κ.λπ.) και σε καμία περίπτωση δεν φαίνεται ότι υφίσταται φράση, περίφραση η κάτι τέτοιο. Βέβαια, για άλλη μια φορά τονίζω ότι η παράλληλη χρήση της Νέας Ελληνικής ενέχει παγίδες γιατί αφενός η Νέα Ελληνική δεν έχει απαρέμφατο, όπως το γνωρίζουμε από την Αρχαία Ελληνική και Λατινική και αφετέρου ούτε την αυστηρή δομή της Αρχαίας Ελληνικής, κάτι που σου απέδειξα και με τα ρήματα μελλοντικής αναφοράς, των οποίων η χρήση είναι πολύ ελεύθερη στα Νέα Ελληνικά, με αποτέλεσμα το γλωσσικό μας αισθητήριο να ανέχεται εύκολα την ετεροπροσωπία και κάποιες άλλες δομές που ήταν εντελώς ανύπαρκτες στην Αρχαία Ελληνική. Όπως και να έχει, ακόμη και τα τελευταία παραδείγματα που χρησιμοποιείς καθιστούν αυτονόητο ότι στα Νέα Ελληνικά δεν μπορούμε να διακρίνουμε ρευστότητα καθώς το απαρέμφατο είναι ανύπαρκτο. Μόνο υποθέσεις παρακινδυνευμένες και αβάσιμες μπορούμε να κάνουμε! Στο παράδειγμα "είμαι ικανός να κάνω τα πάντα" ακόμη και σήμερα είναι πιο εύστοχη η ανάλυση σε "είμαι ικανός στο να κάνω τα πάντα" άρα χρησιμοποιούμε αναφορά παρά "ικανός ώστε να κάνω τα πάντα" (άρα αποτέλεσμα). Σε μια πιο προσεγμένη μορφή λόγου (π.χ γραπτό κείμενο) θα προτιμάτο αναμφισβήτητα η πλήρης παράθεση της συμπερασματικής πρότασης για να δηλωθεί το αποτέλεσμα όπως συμβαίνει και στα Αρχαία Ελληνικά, στα οποία όπως είπαμε δεν διακρίνεται καμία ρευστότητα, πάντα με μπούσουλα τα πολλά παραδείγματα που παραθέσαμε και αναλύσαμε. Η αναφορά με απαρέμφατο και το αποτέλεσμα με πρόταση ή με ισοδύναμη επιρρηματική σύνταξη (εννοείται δίπλα στο παραπάνω επίθετο).

Υ.Γ.: Νομίζω παρερμήνευσες αυτά που έγραψα για την αγγλική Γραμματική. Είναι εξαιρετικό βιβλίο και μάλιστα χαίρομαι που σε μια πιο εύπεπτη μορφή της επισήμως διδάσκεται εδώ και λίγο καιρό στο Δημοτικό. Σε αντίθεση, με την Γραμματική που διδάσκεται στο Γυμνάσιο των Χατζησαββίδη και Χατζησαββίδου. Η τελευταία έχει μάλιστα πολλές σημαντικές ελλείψεις (για παράδειγμα ένα ωραίο άρθρο http://o-mikron.blogspot.com/2009/06/1-2.html ). Δεν κατηγορώ τους καθηγητές που έγραψαν στην Αγγλική, άλλωστε είναι γνωστό ποιοι είναι και πού διδάσκουν ή δίδασκαν. Θα έπρεπε δηλάδή να ψέξω τον Kühner και τον Schwyzer που έγραψαν στην Γερμανική ή τον Smyth στην αγγλική; Εννοείται, πως όχι. Ούτε είπα ότι είναι παράλογο (αυτό δεν ξέρω πόθεν το συμπέρανες). Ωστόσο, κανείς δεν αρνείται ότι τον κύριο όγκο του βιβλίου τον έγραψαν και επεξεργάστηκαν οι δύο Βρετανοί καθηγητές έχοντας τα βιώματα, τις περγαμηνές και την κουλτούρα λατινογενών ή σαξονικών γλωσσών και όχι τόσο της Ελληνικής γλώσσας. Δεν απορρίπτω ούτε την ευρυμάθεια ούτε τον φιλελληνισμό τους αλλά διατηρώ τις επιφυλάξεις μου σε κάποια θέματα, π.χ. στον όρο γερούνδιο που θεωρώ ότι είναι καθαρά εφεύρεση (για τη Νέα Ελληνική) των δύο Άγγλων και όχι της Φιλιππάκη, οι οποίοι σαφέστατα επηρεάστηκαν από την δομή άλλων γλωσσών και όχι από την προγενέστερη μορφή της γλώσσας μας, την Αρχαία Ελληνική. Και φυσικά, ούτε διατύπωσα ένσταση για τη συγκεκριμένη ανάλυσή τους. Αν διαβάσεις καλύτερα την ανάρτησή μου, θα δεις ότι δεν διαφωνώ ούτε και συμφωνώ μαζί της, αλλά σίγουρα σε χρηστικό επίπεδο δεν υπάρχει κάτι τέτοιο στην γλώσσα μας. Μίλησα αποκλειστικά σε χρηστικό επίπεδο. Ούτε βέβαια καμία κατάφωρη αδικία προσήψα...  :-\


16
Φιλολογικά μαθήματα / Απ: Λατινικά Β' Λυκείου
« στις: Απρίλιος 01, 2012, 01:57:45 πμ »
Ήθελα να απαντήσω εδώ και μέρες σε αυτήν την ανάρτηση αλλά έπρεπε να περάσω πρώτα από την Blegen για να δω τα βιβλία στα οποία αναφέρεται ο Κανελλόπουλος στην σημ. 1/ σ. 31.
Κατ' αρχάς, να αρχίσω από το τετριμμένο, δυστυχώς. Σε επίπεδο σχολικό και εξετάσεων λαμβάνεται ως σωστή απάντηση το Hermaeum = κατηγορούμενο. Και λέω δυστυχώς διότι δεν αντιμετωπίζεται σοβαρά το Συντακτικό της Λατινικής σε σχολικό επίπεδο όταν λ.χ. υπάρχει ξεχωριστή κατηγορία προτάσεων quin- quominus και δεν απορροφώνται, όπως είναι το λογικό, από τις βουλητικές προτάσεις.
Κατά δεύτερον, και εγώ θα συμφωνήσω ότι το Hermaeum είναι επεξήγηση στο nomen. Τουλάχιστον, σύμφωνα με τα όσα ισχύουν στην Αρχαιοελληνική Σύνταξη, στο παράδειγμα της Θεοδότης και στο απόσπασμα του Ευαγγελίου (ενδεικτικά).
Ωστόσο, βλέποντας τα τρία βιβλία που αναφέρει ο Κανελλόπουλος όντως υπάρχει η τάση στο μοτίβο est alicui nomen/ cognomen το όνομα να θεωρείται παράθεση. Δεν θα αναφερθώ στο βιβλίο των Gildersleeve- Lodge, το οποίο κάνει μια απλή μνεία δίχως να επιχειρηματολογήσει επαρκώς. Ωστόσο, στην γερμανική Γραμματική των Leumann- Hoffmann- Szantyr καθώς και στην γαλλική του Jurret φαίνεται ξεκάθαρα ότι οι παραπάνω φιλόλογοι θεωρούν το [όνομα] ως έναν υπερκείμενο όρο στο nomen/ cognomen. Δυστυχώς, δεν ανέφεραν πολλά πράγματα πάνω σε αυτό και κατά συνέπειαν ή θα πρέπει να δεχτούμε τον ισχυρισμό τους ή θα πρέπει αναλογικά με την Αρχαία Ελληνική να το θέσουμε ως επεξήγηση. Κλίνω περισσότερο στο δεύτερο.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι λόγω του υπαρκτικού sum δεν έχουμε κατηγορούμενο (καλά κάνει και διαρρηγνύει τα ιμάτιά του ο Κανελλόπουλος) και φυσικά το cui είναι δοτική προσωπική κτητική.

17
Αγαπητή apri,
είμαι σίγουρος ότι με αδικεί η παραπάνω ανάρτησή σου. Αν δεν ήξερα δε ότι με συμπαθείς θα σκεφτόμουν ότι μού επιτίθεσαι. Δεν προσπαθώ να αποδείξω ότι οι απόψεις σου είναι λανθασμένες. Προσπαθώ να τοποθετηθώ λέγοντας ότι οι απόψεις σου εδράζονται καθαρά σε στείρα γλωσσικά κριτήρια και δεν έχουν αντίκρυσμα ad hoc στα Αρχαία Ελληνικά κείμενα. Άπαξ και βλέπουμε αυτήν την αρμονική κανονικότητα να αντικατοπτρίζεται σχεδόν στο σύνολο των κλασσικών κειμένων μας, δεν βλέπω τον λόγο να εννοούμε πράγματα που δεν υπάρχουν. Όπως και να έχει, όπως διάβασες, ήμουν διαλλακτικός να ακούσω τη δική σου μετάφραση των παραδειγμάτων, στα οποία λες ότι έχουμε απαρέμφατο του σκοπού κι εγώ απαρέμφατο της αναφοράς, και μάλιστα δεν εξέφερα απόλυτη άποψη, αν και σου είπα εκ πρώτης όψεως προς τα πού κλίνω. Και στο κάτω-κάτω αν και υπάρχει αμφιβολία ως προς το αν έχει καταλυθεί η δημοκρατία σε ευρύτερο πλαίσιο, εγώ συνεχίζω να μιλάω με παρρησία.

1. Μολονότι συνεχίζεις να με παρασέρνεις σε ατραπούς που καμία σχέση δεν έχουν με το παρόν νήμα να τοποθετηθώ και σε αυτό το ζήτημα. Το όνομα Μαντώ δεν είναι αρχαιοελληνικό, ωστόσο δεν είναι και πρόσφατο. Η πρώτη με αυτό το όνομα που γνωρίζω είναι η Μαντώ Μαυρογένους (το βαπτιστικό της όνομα ήταν Μαγδαληνή). Εκείνη την εποχή, λίγο πριν την Επανάσταση ἠκμασε ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός, η πνευματική ώσμωση και οργασμός με αποτέλεσμα να χρησιμοποιείται από πολλούς Διαφωτιστές μας μια ανειμένη αρχαΐζουσα π.χ. Κοραἠς, Βούλγαρης, Μοισιόδαξ, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο. Το όνομα της Μαυρογένους το απαντάμε στην γενική ως Μαντοῦς σε κείμενα εκείνης της εποχής και ηχεί μια χαρά και σήμερα. Βέβαια, έχουμε φτάσει στην εποχή που το Άννης, Θεμιστοκλέους κ.λπ. δεν είναι ανεκτά από την Κοινή Νεοελληνική αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις ο μέσος ομιλητής και αναγνώστης είναι εξοικειωμένος με όρους π.χ. Μαντούς, Αθηνών, Πατρών, Ομονοίας, Ιεριχούς, νομοθετικής πράξεως κ.π.ά. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσω και την ως άνωθεν γενική Μαντούς και κατά την γνώμη μου είναι πιο σωστή λεκτική επιλογή από το Μαντώς. Το Ηρούς είναι άλλη ιστορία...

2. Ως προς τα ρήματα μελλοντικής αναφοράς, θεωρώ ότι ήμουν εξαιρετικά σαφής. Ομιλώ περί της χρήσης των παραπάνω όταν συντάσσονται με απαρέμφατο Μέλλοντα και ως εκ τούτου αναφέρονται στο μέλλον. Συνεπώς, είναι άτοπη και παραπλανητική η χρήση των Ν.Ε. παραδειγμάτων κατά τα οποία τα ρήματα Μ.Α. συντάσσονται με ιστορικό χρόνο οριστικής. Ως προς τα περί έρευνας, είμαι σε θέση να γνωρίζω, όπως και εσύ, ότι η διάκριση που κάνεις δεν έχει αντίκρυσμα σε μια καθημερινή ομιλία και συζήτηση, ακόμη και στην Λογοτεχνία [π.χ. έψαξα στα δύο τελευταία βιβλία της Μάρως (και όχι Μάρους) Δούκα και δεν βλέπω καμία τέτοια διάκριση]. Μάλιστα, το αναφέρεις και η ίδια στην συνέχεια ότι η ως άνωθεν διάκριση σε ό,τι αφορά σε μια μελλοντική αναφορά είναι δυσχερής έως ανύπαρκτη. Τώρα στα Νέα Ελληνικά, το "ορκίστηκε να τον σκοτώσει" και το "ορκίστηκε ότι θα τον σκοτώσει" είναι συνώνυμες χρήσεις και δεν βλέπω καμία διαφοροποίηση τουλάχιστον σε χρηστικό επίπεδο. Αναφέρω δε για το τέλος, ότι το έρεισμα στην Γραμματική που αναφέρεις θα ήταν ένα ισχυρό επιχείρημα αν βέβαια δεν γνωρίζαμε όλοι (το είχα αναφέρει και επί τῇ ευκαιρίᾳ του γερουνδίου, θυμάσαι..) ότι ο κύριος όγκος του βιβλίου έχει γραφεί από τους Holton & Mackridge και λιγότερο από την Φιλιππάκη-Warburton και μάλιστα η πρότυπη γλώσσα γραφής είναι η αγγλική και ο τίτλος του Greek: A Comprehensive Grammar of the Modern Language. Συνεπώς, το βιβλίο που κρατάμε στα χέρια μας είναι μετάφραση του πρωτοτύπου αγγλικού (και μάλιστα δεν την έχει κάνει ούτε επιμεληθεί η ίδια). Ως εκ τούτου, δεν έχω τόση εμπιστοσύνη στο ότι η αγγλική κουλτούρα, δομή σκέψης και το βρετανικό ηχόχρωμα μπορούν να συλλάβουν στο σύνολό τους τον ελληνικό παλμό και δυναμισμό της γλώσσας μας. Ίδιες ενστάσεις έχω -και έχω δει ότι έχεις και εσύ- και στο θέμα του LSJ. Βέβαια, δεν μειώνω καθόλου την αξία του εν λόγῳ βιβλίου ούτε την εξαίρετη προσπάθεια των καθηγητών.

3 + 4. Είναι αληθές ότι ως προς αυτήν την παράμετρο συμφωνούμε. Προς συμπλήρωσιν, ισχύει ότι 90% το μέλλω συντάσσεται με απαρέμφατο Μέλλοντα αλλά βλ. και Πολὺ ἀπὸ τῆς ἡμετέρας αὐτῶν μέλλομεν πλεῖν (Ενεστ.) / Οἱ δὲ οὐκέτι μέλλουσι κακῶς πάσχειν (Ενεστ.) / Οἱ Τραχίνιοι τὸ πρῶτον μελλήσαντες Ἀθηναίοις προσθεῖναι σφᾶς αὐτούς (Αορ.). Μάλιστα σε προτάσεις που εισάγονται με το εἰ, το μέλλω συντάσσεται συνήθως με απαρέμφατο Ενεστώτα ή Αορίστου π.χ. Εἰ μέλλει πόλις εἶναι / Εἰ μέλλομεν δηλῶσαι τὸ νῦν ἐρωτώμενον;. Ωστόσο, το ρήμα αυτό δεν ανήκει στην παραπάνω κατηγορία και δεν μας απασχολεί γιατί α) πάντοτε δηλώνει την χρονική βαθμίδα του Μέλλοντος - κάποια από τα απαρέμφατα της άλλης κατηγορίας δηλώνουν πράξη προτερόχρονη σε σχέση με το Ρ.Μ.Α. εξάρτησης π.χ. Ὤμνυε κατ' ἐξωλείας μηδὲν εἰρηκέναι περὶ αὐτοῦ φλαῦρον, β) το απαρέμφατο που εξαρτάται από το μέλλω δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι είναι τελικό και επιρρωστικά έχουμε και τη Ν.Ε. απόδοση (δεν έχουμε διττή μετάφραση όπως στα άλλα ρήματα), γ) το ρήμα εκφράζει πάντοτε μια πρόθεση, μια βούληση ενώ τα άλλα ρήματα πολλές φορές εκφράζουν μια έντονη βεβαιότητα ίσως δε και μια αντικειμενική πραγματικότητα.
 

18
Δύο μέρες έλειψα και βλέπω ότι ετέθησαν αρκετά ζητήματα. Ελπίζω να μην έκλεισες συνδυασμούς στο κίνημα και να άφησες θέση και για μένα ;D
Κατ' αρχάς, ωραία η τοποθέτηση περί του *μετέρχομαί τινος, που πράγματι αποτελεί νεοκαθαρευουσιανισμό αν και δεν κατάλαβα γιατί το "Μαντοῦς" είναι λάθος. Μην ξεχνάμε ότι ακόμη και σήμερα γράφουμε "τοις εκατό", λέμε "Καθαρά Δευτέρα", λέμε "Πεδίο του Άρεως", της Ιεριχούς κ.ο.κ. Βέβαια, το συγκεκριμένο ζήτημα που ανέκυψε δεν έχει να κάνει με το Αδίδακτο Κείμενο και για άλλη μία φορά θα πω ότι το θέμα κινείται εκτός νήματος.

Επανέρχομαι στην γνώριμη αρίθμηση
1) για τα ρήματα μελλοντικής αναφοράς θα μιλήσω στο τέλος, μιας που είδα ότι επαναπροσδιόρισες την θέση σου σε επόμενη ανάρτηση.

2 + 5) Χαίρομαι που συμφωνείς μαζί μου ότι η καθαρά γλωσσική θεωρία σου για το ὡς είναι εξαιρετικά επισφαλής και οδηγεί σε λάθος συμπεράσματα, μιας που και τα παραδείγματα που ανέφερες και η τεράστια γκάμα χρήσεων που έχει δεν μάς οδηγούν σε κανένα συμπέρασμα αλλά τουναντίον μάλλον απομακρύνονται από αυτό που ανέφερες στις τελικές παρατηρήσεις σου.

3) Εννοείται, πως η χρήση του απαρεμφάτου του σκοπού/ αποτελέσματος (όπως και αυτή του απαρεμφάτου της αναφοράς) είναι πολύ παλιά και φτάνει, όπως είδαμε, και στα πρώτα δείγματα της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, δηλ. στα ομηρικά έπη. Αλλά μην φτάσουμε να αποτελματώσουμε την γλώσσα μας φέρνοντας ως παράδειγμα το Ποτήριον του Νέστορος και την Επιγραφή του Διπύλου για να εξάγουμε λανθασμένα συμπεράσματα σχετικά με την Γραμματική και την Σύνταξη της Αρχαίας Ελληνικής. Παραδέχομαι ότι τα συμπεράσματά σου περί του ὥστε + απαρέμφατο εδράζονται σε μια καθαρά γλωσσολογική προσέγγιση αλλά σε επίπεδο ad hoc Σύνταξης δεν έχουν αντίκρυσμα, μιας που όπως πρέπει να παραδεχτείς, ήδη από τον Ηρόδοτο (μην πάω πιο πρώτα στην Λυρική Ποίηση) ο Αρχαίος Έλληνας α) είχε ενστερνιστεί και αφομοιώσει στον λόγο του την απαρεμφατική χρήση του ὥστε δηλώνοντας κυρίως το φυσικό επακόλουθο και κατά δεύτερο λόγο τον επιδιωκόμενο σκοπό, β) ήταν πλήρως συνειδητοποιημένος ότι "άνοιγε" δευτερεύουσα πρόταση μετά τις αντωνυμίες ὅσος και οἷος εφόσον αυτές οι Δ.Π. εκφέρονταν με απαρέμφατο, γ) ήταν εξαιρετικά νηφάλιος και συνειδητοποιημένος ότι μετά το ἐφ' ᾧ/ ἐφ' ᾧτε άνοιγε Δ.Π. συμπερασματική πρόταση για να δηλώσει τον όρο/ προϋπόθεση/ συμφωνία, έστω κι αν δεχτούμε την πολύ σωστή επισήμανσή σου ότι τα τελευταία δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένας σκοπός. Ναι, αλλά δεν είναι το ίδιο. Άλλο σκοπός εν γένει και άλλο όρος/ προϋπόθεση/ συμφωνία.

4) Η χρήση του απαρεμφάτου στην ελληνιστική εποχή είχε αρχίσει προϊόντος του χρόνου να εξασθενεί, όπως σωστά είπες, και επομένως κάθε αναλογική σύγκριση είναι αντιεπιστημονική και χωρίς έρεισμα. Αν μου έφερνες ένα παράδειγμα από Πλωτίνο ή Αίλιο Αριστείδη, που ως ανήκοντες στην θύραθεν Β' Σοφιστική είχαν τάση αττικισμού, θα εξέταζα το θέμα πιο ενδελεχώς. Στην δεδομένη φάση το κείμενο της Ελληνιστικής εποχής μάλλον Νέα Ελληνικά θυμίζει.
Μου άρεσε η γλωσσολογική σου προσέγγιση στο ἡ δὲ γυνὴ ἵνα φοβῆται τὸν ἄνδρα. Αν και, όπως ξεκάθαρα ανέφερα, παρέθεσα το εν λόγῳ παράδειγμα για να καταδείξω την πολλαπλή λειτουργία του ἵνα αφενός και αφετέρου να αποσαφηνίσω ότι η θεωρία σου πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι τοποθετημένη και εξαιρετικά επισφαλή στοιχεία.

6) Δεν βλέπω καμία ρευστότητα στα παραδείγματα που παρέθεσες με μωβ γραμματοσειρά σχετικά με την χρήση ὥστε + απαρεμφάτου ή σκέτου απαρεμφάτου. Τα πρώτα παραδείγματα που αναφέρεις, όπως είναι λογικό, καταδεικνύουν την επιρρηματική σχέση του σκοπού χρησιμοποιώντας δευτερεύουσα επιρρηματική συμπερασματική πρόταση επιθυμίας. Τα τελευταία δύο παραδείγματα που χρησιμοποιείς έχουν απαρέμφατο της αναφοράς και όχι του σκοπού. Αν θες, δώσε μου τις παραπομπές για να μην χρονοτριβώ στο TLG αλλά με μια πρώτη ανάγνωση είναι ηλίου φαεινότερον ότι πρόκειται για απαρέμφατα της αναφοράς. Συνεπώς, όλα συντείνουν να θεωρήσω το παράδειγμα του Ευριπίδη μια μειοψηφούσα τάση που περιχαρακώθηκε στις μετρικές δικλείδες του ιαμβικού τριμέτρου. Ειλικρινά, δεν βλέπω καμία ρευστότητα αλλά μάλλον μια πάγια χρήση και διάκριση των δύο δομών...

Όπως και να έχει ήταν μια απολύτως εποικοδομητική κουβέντα και για τις δύο πλευρές.

Σχετικά με τα ρήματα μελλοντικής αναφοράς.
Δεν ξέρω αν θα πρέπει να αρχίσω από την #438 ή #440 ανάρτησή σου, μιας που σε ορισμένα σημεία η τελευταία είναι αντιφατική ως προς την πρώτη και δείχνεις να αναθεωρείς κάποια σημεία που η ίδια έγραψες στην παραπάνω. Βλέπεις, ήταν και η απουσία των δύο ημερών και δεν παρακολούθησα τα στάδια της αναθεώρησης. Νομίζω ότι ήμουν σαφέστατος στην αρχική μου τοποθέτηση την οποία την είδες λίγο φευγαλέα. Είπα δηλαδή ότι τα εν λόγῳ ρήματα εξαρτούν απαρέμφατα που στα Νέα Ελληνικά μπορούν να αποδοθούν διττώς. Θεωρώ μάλιστα ότι είναι λάθος αυτό που γράφεις στο τέλος της #440, ότι φερ' ειπείν το "ελπίζω ότι θα γίνω καλά" είναι πιο σωστό από το "ελπίζω να γίνω καλά", διότι πράγματι πολύ απλά στα Νέα Ελληνικά δεν ισχύει η παράμετρος που έθεσες. Δεν υπάρχει ούτε ένας ομιλητής της Νέας Ελληνικής που θα χρησιμοποιήσει τα δύο παραδείγματα υπό το πρίσμα της παραμέτρου που έθεσες. Ούτε βέβαια υπάρχει κάποιος χρήστης τής Νέας Ελληνικής που θα πει "Υπόσχομαι ότι θα τηρήσω την υπόσχεσή μου" (πραγματικό και σίγουρο) : Υπόσχομαι να σου φυλάξω το μωρό μέχρι να γυρίσεις (πρόθεση και υποκειμενικότητα). Ούτε στα Νέα Ελληνικά υπάρχει η ως άνωθεν διαφοροποίηση ούτε στα Αρχαία Ελληνικά. Αν σου παραθέσω αρχαιοελληνικά παραδείγματα με όλα τα ρήματα μελλοντικής αναφοράς θα διαπιστώσεις ιδίοις όμμασι ότι δεν προκύπτει τέτοια διάκριση. Μόνο ίσως το ἐλπίζω παρεκκλίνει και γι' αυτό το έθεσα σε ξεχωριστή βάση δύο φορές ως τώρα. Δεν θα μείνω στην γλωσσολογική ανάλυση που δεν αγγίζει την καρδιά του προβλήματος αλλά στα συμπεράσματα στα οποία έφθασες. Συμφωνώ στο ότι το απαρέμφατο Μέλλοντα και το απαρέμφατο Αορίστου μάς οδηγούν στην χρονική βαθμίδα του Μέλλοντος και ότι η χρήση του απαρεμφάτου Μέλλοντος ήταν πόρρω σπανιότερη σε σύγκριση με αυτήν του Αορίστου. Διαφωνώ με το ἐλπίζω ότι συντάσσεται με ειδικό απαρέμφατο εκτός κι αν έχει άρνηση μή. Μα, σχεδόν πάντα (98%) έχει άρνηση μή, εκτός κι αν εκφέρεται με δυνητικό απαρέμφατο Αορίστου (αυτό είναι πάντα ειδικό, οπότε εξ αρχής το παρέλειψα). Δεν μπορώ τότε να κατανοήσω πώς με άλμα φτάνεις στο συμπέρασμα "Επομένως, και για να ξαναγυρίσω στο θέμα του «ελπίζω+απαρέμφατο μέλλοντα», αν θεωρήσουμε ότι είναι ειδικό το απαρέμφατο μέλλοντα (που μάλλον είναι)" εφόσον πριν το αναιρείς.

Πολύ απλά η μόνη λογική εξήγηση δίδεται μέσω της Ευθείασης του Πλαγίου Λόγου. Κατ' αρχάς να τονίσω ότι ακόμη και να συμφωνήσουμε στο αυτονόητο, ότι πράγματι ευθειάζοντας τον Πλάγιο Λόγο (όπως και εκτελώντας την αντίστροφον διαδικασία) κερδίζουμε ή χάνουμε πράγματα που εκτρέπουν, αλλοιώνουν και εν τέλει μεταβάλλουν ελαχίστως το πρωταρχικώς διατυπωθέν νόημα, μεταξύ των δύο μέτριων επιλογών, επιλέγουμε την περισσότερο καλή και ανταποκρίνουσα στην πραγματικότητα. Δηλ. "ἐλπίζω σωθήσεσθαι" μεταξύ του "θα σωθώ" και τους "ας σωθώ" επιλέγω το πρώτο γιατί η ελπίδα δεν έχει καμιά σχέση με την προτροπή αλλά είναι μια πάγια πεποίθηση, μια στάση ζωής που οδηγεί σε σταθερές προσδοκίες και εν γένει αποφάσεις. Συνεπώς, στο ἐλπίζω + απαρέμφατο, το απαρέμφατο είναι πάντα ειδικό εκτός κι αν έχει την χροιά του εύχομαι ή παρομοίας υφής, οπότε και είναι τελικό. Υπογραμμίζω δε, ότι όλα τα άλλα ρήματα μελλοντικής αναφοράς δεν έχουν τέτοιου βεληνεκούς προβλήματα και είναι αυτονόητο ότι εξαρτούν ειδικά απαρέμφατα.
Το ῥ. μέλλω δεν το ανέφερα (δεν ανήκει εξάλλου στα εν λόγῳ ρήματα) και από την βιβλιογραφία καλυπτόμαστε επαρκώς για το πώς και πόθεν προέκυψε το απαρέμφατο Μέλλοντα που εξαρτά. Εξἀλλου, δεν έχει ανακύψει κάποιο ζήτημα στην θεωρία αυτού του ρήματος.


19
 :D Η τελευταία ανάρτησή σου, apri, είναι "όλα τα λεφτά" για να μιλήσω πιο λαϊκά! Με τις τεράστιες κεφαλίδες και με την έγχρωμη γραμματοσειρά που χρησιμοποιείς μού θύμισες ιδρυτική διακήρυξη πολιτικού κόμματος. Το μόνο που δεν διάβασα είναι ως υπότιτλος το "...είμαστε ανεξάρτητοι, είμαστε apri"!
Ελπίζω να καταλαβαίνεις το χιούμορ μου και να μην παρεξηγηθείς, απλώς θέλω να είμαι επίκαιρος μιας που βγήκε και η ημερομηνία των εκλογών. Πέρα από αυτό, θα αναγκαστώ να σε ψέξω επιστημονικώς. Κι αυτό γιατί η ανεξαρτησία που επικαλέστηκα παραπάνω έγκειται σε απουσία βιβλιογραφικού ερείσματος και κυρίως σε έωλα επιχειρήματα.
Θα χρησιμοποιήσω την αρίθμηση που ακολουθείς στην # 435 ανάρτησή σου.

1. Χρησιμοποίησα το εγχειρίδιο τού Μυτιληναίου για παράδειγμα, καθώς έκρινα ότι ο σχολιασμός του πάνω στο συγκεκριμένο θέμα είναι ο πιο επαρκής και καλύπτει ενδελεχώς όλες τις παραμέτρους. Εφόσον επιθυμείς, μπορώ να σου παραθέσω και από Αναγνωστόπουλο και από Μπίλλα κ.αλλού διά του λόγου το αληθές. Η γνώμη μου για τον εν λόγῳ καθηγητή είναι πολλάκις ειπωμένη και δεν αλλάζει, ωστόσο θα φορούσα παρωπίδες αν δεν συμφωνούσα σε όσα σημεία είναι εύστοχος. Η διαφωνία σου δεν νομίζω ότι έχει και τόσο βάση γιατί σού εξήγησα λεπτομερώς πώς έχουν τα πράγματα, μολονότι συνεχίζεις μέσῳ των Ν.Ε. παραδειγμάτων να απομακρύνεσαι από την Α.Ε. σκέψη και δομή. Δεν μου ηχεί καθόλου περίεργα να προτρέπω τον εαυτό μου κατά την ευθείαση του Πλαγίου Λόγου. Τοὐναντίον είναι το πιο σωστό ως προς την χρήση σε α' πρόσωπο. Σού παρέθεσα Α.Ε. παραδείγματα και σου εξήγησα την σκέψη μου. Μάλιστα, το ἐλπίζω, που έχει ελάχιστα διαφορετική συμπεριφορά, το παρέθεσα κατ' αντίθεσιν με παράδειγμα και ως ειδικό και ως τελικό. Τα υπόλοιπα, ωστόσο, ρήματα μελλοντικής αναφοράς έχουν μονοδιάσταση συμπεριφορά και η χρήση μέσῳ παραδειγμάτων μάλλον σε διαψεύδει. Το ελπίζω έχει να κάνει με μια πάγια πεποίθηση, με μια αναμονή, με μια προσδοκία. Το βλέπουμε κι από την περίφραση εὔελπίς εἰμι π.χ. Εὐέλπιδες ἦσαν σωθήσεσθαι. Εδώ είναι εξόφθαλμα λάθος το ευθειασμένο "Σωθῶμεν!" (= ας σωθούμε!) και πιο εύστοχο το "Σωθησόμεθα." ---> πεποίθηση, προσδοκία, πίστη. Τα μοναδικά απτά παραδείγματα που παρεκκλίνουν είναι αυτά που το ἐλπίζω παρουσιάζει συνωνυμία με το εὔχομαι. Εσύ από την άλλη δεν λες, αν τα παραδείγματα στα οποία η διττή μετάφραση (υπογραμμίζω, δεν έχουμε σε άλλα απαρέμφατα διττή μετάφραση) και ως ειδικά και ως τελικά είναι εξίσου ορθή, τι θα τα έθετες επισήμως και φυσικά δεν δικαιολογείς την άποψή σου. Εγώ αντίθετα σου αντιπαραβάλλω το έρεισμα της ευθείασής τους.
Υ.Γ.: Η προτρεπτική υποτακτική είναι η μοναδική που είθισται για το α' πρόσωπο. Εκτός αν έχουμε ευχή, οπότε και χρησιμοποιούμε την ευχετική ευκτική συνήθως με το μόριο εἴθε.
Όπως και να έχει, ο σχολιασμός των απαρεμφάτων που εξαρτώνται από τα συγκεκριμένα ρήματα είναι στο 99% αυτών μονόδρομος!

2. Φυσικά και μπορεί να υπάρξουν απόλυτα απαρέμφατα χωρίς το ὡς μπροστά!! Εγώ μίλησα συγκεκριμένα για το ὡς ἔπος εἰπεῖν. Πρβλ. (ὥς γε) οὑτωσὶ ἀκοῦσαι, (ὡς) ἁπλῶς εἰπεῖν κ.ά. που απαντώνται σπάνια και χωρίς το ὡς. Το ὡς όπως ξαναείπα υπάρχει και στα απόλυτα απαρέμφατα τής αναφοράς, π.χ. ὡς ἐμοὶ δοκεῖν, ὡς ἐμὲ κατανοεῖν κ.ο.κ.

3. Το ότι εμφανίστηκαν μεταγενέστερα ακυρώνει ότι αποτελούν συμπερασματικές προτάσεις! Αυτό καλό είναι να το αποσύρεις! Φτάνεις στο σημείο να λες ότι μόνο ό,τι καταγράφει ο Όμηρος πρέπει να μελετάμε και είναι σωστό; Δεν θέλω βέβαια να σε τρομάξω με τις προσθήκες, παρεμβολές και τις αποβολές επί Πεισίστρατου και όχι μόνο, γι' αυτό μένω εδώ. Σού εξήγησα πολύ κατανοητά ότι οι απαρχές του ὥστε όντως ξεκίνησαν παρεμφερώς με την διαδικασία που περιέγραψες, ωστόσο πολύ νωρίς ήδη από τον 6ο αιώνα οι συμπερασματικές προτάσεις με έγκλιση και απαρέμφατο (φυσικό επακόλουθο) είναι παγιωμένες βαθιά στην συνείδηση του Αρχαίου Έλληνα, γι' αυτό και τηρούνται διαχρονικά υπό αυτό το μοτίβο και στα μετακλασσικά χρόνια. Αν ήταν έτσι επιφανειακά τα πράγματα, η κοινή αφετηρία ειδικών και αιτιολογικών προτάσεων θα καθιστούσε το δεύτερο είδος περιττό και εντελώς ακατάλληλο αντικείμενο προς μελέτην. Επαναλαμβάνω, στην Κλασσική Αττική Πεζογραφία τα πράγματα πολλές δεκαετίες πριν από τον 5ο αιώνα ήταν παγιωμένα και κατασταλαγμένα και είναι τουλάχιστον αντιεπιστημονικό να λέμε ότι οι συμπερασματικές- απαρεμφατικές εκφράζουν μόνο τον σκοπό! (sic)

4. Δεν μίλησα για ταύτιση αλλά για ισοδυναμία. Η ανάλυση δεν είναι προϊόν εφεύρεσης των συγγραφέων των Συντακτικών αλλά προϊόν σκέψης κάθε ασχολούμενου με την Αρχαία Ελληνική. Εκ παραδρομής, δεν πρόσεξες ότι η ανάλυση που έκανα έρχεται προς επίρρωσιν του σκεπτικού σου περί ισοδυναμίας και όχι ως αντίποδας. Για το ἐφ' ᾧ/ ἐφ' ᾧτε δεν διαφώνησα αν και έστω καταχρηστικά είναι αδιανόητο να μην λαμβάνονται οι εν λόγῳ προτάσεις ως συμπερασματικές ένεκα τού ό,τι όλα αποδεικνύουν ότι έτσι τις ελάμβανε και τις χρησιμοποιούσε και ο κλασσικός Αρχαίος Έλλην.

8. Ως προς το παράδειγμα της ελληνιστικής, είπα ότι δεν χρησιμοποιείται απαρέμφατο αλλά ισοδύναμη επιρρηματική πρόταση για τον λόγο ότι η χρήση απαρεμφάτου του σκοπού είναι ανοίκεια δίπλα στο εν λόγῳ επίθετο. Βλέπεις και εσύ, ότι δεν μπορεί να αποφεύγεται συντονισμένα η χρήση του απαρεμφάτου τού σκοπού δίπλα στο ἱκανός και αντ' αυτού να προτιμάται ισοδύναμος επιρρηματικός προσδιορισμός. Εξάλλου, το παράδειγμα του Ευριπίδη φανερώνει ξεκάθαρα μετρικές ανάγκες (με μια πρόχειρη καταγραφή που μπορείς να κάνεις θα μπορέσεις να δεις πολλές τέτοιου είδους "ατασθαλίες"). Η μακρά συλλαβή τού περίσσευε. Μην ξεχνάς ότι στον Ευριπίδη λύνονταν πολλά προβλήματα με την παράθεση πολλών βραχειών συλλαβών ένεκα του φαινομένου του μερισμού, της λύσης ποδός, ανάλυσης ---> εξαιρετικά σύνηθες στον Ευριπίδη. Αντίθετα, μια μακρά συλλαβή ήταν δύσκολα διαχειρίσιμη ακόμη και στον ανειμένο ιαμβικό τρίμετρο που χρησιμοποιεί ο μεγάλος τραγωδός.
Υ.Γ.: Επειδή το είδα στην τελευταία σου ανάρτηση, ποιος είπε ότι μετά από τα επίθετα καταλληλότητας, ικανότητας κ.ο.κ. δεν μπορούμε να έχουμε προσδιορισμό του σκοπού; Και μάλιστα όταν σχολιάζω θετικά τα παραδείγματα που παρέθεσες; Άλλο όμως ένα απαρέμφατο του σκοπού και άλλο μια τελική ή συμπερασματική πρόταση.

9 + 10. Δεν είπα πάντα. Γενικά, αποφεύγω να είμαι απόλυτος. Στα συγκεκριμένα παραδείγματα, όμως, είναι εύκολα εντοπίσιμο ότι το ρήμα εξαρτά σκοπό. Εννοείται, ότι μετά από ρήματα, περιφράσεις, επίθετα ικανότητας μπορούσε να ακολουθήσει σκοπός. Σκοπός όμως υπό τον μανδύα άλλου είδους επιρρηματικού προσδιορισμού. Και όχι μόνο σκοπός, πολλές επιρρηματικές σχέσεις δύνανται να ακολουθήσουν μετά από λέξεις που φανερώνουν ικανότητα.

Τώρα ως προς την τελευταία ανάρτηση δεν θέλω να πω πολλά. Δεν θέλω να προβάλω παρόμοιο μανιφέστο. Εξάλλου, κάποιες προσωπικές σκέψεις σου μεγαλόφωνα εξέθεσες, οι οποίες ξεκινούν κατ' εμέ από σωστά ελατήρια ωστόσο λόγω σαθρών ερεισμάτων (τα περισσότερα, όχι όλα) δεν δύνανται να υιοθετηθούν επισήμως. Πολύ γρήγορα κάποιες αντιρρήσεις:
α) Ταυτίζεις το ὡς και το ὥστε σε όλα τα συμφραζόμενα. Ο ὡς χρησιμοποιείται σε μια τεράστια γκάμα διαφορετικών γραμματικοσυντακτικών δομών. Ο ὥστε σε ασυγκρίτως λιγότερα. Με την ίδια λογική δεν μπορούμε να ταυτίσουμε το ὅτι με το διότι, το ὅτε με το ὁπότε κ.ο.κ. Και μάλιστα στα τέσσερα τελευταία εντοπίζονται και περισσότερες ομοιότητες. Αυτό είναι το αρχικό λάθος.

β) Η συγκεκριμένη ομηρική χρήση των συμπερασματικών προτάσεων σε καμία περίπτωση δεν φανερώνει ότι οι εν λόγῳ δευτερεύουσες είχαν τέτοια χροιά και υφή από τον Ηρόδοτο και μετά. Το αντίθετο! Ο Αρχαίος Έλλην πεζογράφος και ποιητής είχε αφομοιώσει και ενστερνιστεί και ως εκ τούτου χρησιμοποιούσε αβίαστα, φυσικά και με συντριπτικά μεγάλη κανονικότητα συμπερασματικές προτάσεις με ὥστε + απαρέμφατο εκφράζοντας το φυσικό επακόλουθο καθώς και αναφορικοσυμπερασματικές προτάσεις, καθώς η δομή και η εξέλιξη της γλώσσας προϊόντος του χρόνου είχε αποκτήσει τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Πόσῳ μάλλον που δεν έχουμε παραδείγματα που να μας πείθουν για το αντίθετο.

γ) Τα δύο από τα τρία παραδείγματα από διαφορετικές φάσεις τής Αρχαίας Ελληνικής καταδεικνύουν ότι, όταν παρίστατο ανάγκη να χρησιμοποιηθεί η επιρρηματική σχέση του σκοπού μετά από επίθετα, φράσεις ή ρήματα ικανότητας αποφεύγετο η χρήση απαρεμφάτου του σκοπού/ αποτελέσματος και επιλεγόταν εναλλακτικός επιρρηματικός προσδιορισμός, καθώς σε αντίθετη περίπτωση θα προκαλείτο σύγχυση. Εξάλλου, και η στατιστική μας βοηθεί να καταλάβουμε ότι ήταν ανοίκεια η χρήση του απαρεμφάτου του σκοπού μετά από τις παραπάνω φράσεις. Το τρίτο παράδειγμα από τον Ευριπίδη χρησιμοποιεί το ἱκανὸς με διαφορετική σημασία ενώ η χρήση του με απαρέμφατο του σκοπού δεν πείθει ότι αντικατοπτρίζει παγιωμένη συνήθεια. Το αντίθετο, όλα συντείνουν στο να επικαλεστούμε μετρικές ανάγκες σε έναν ποιητή που ούτως ή άλλως πρωτοπορεί σε λεξιλογικό, γραμματικό, συντακτικό, υφολογικό επίπεδο καθώς και σε επίπεδα που αφορούν στην ενδυμασία, μουσική, θεματολογία, σκηνογραφία, υποστηρικτικό υλικό κ.π.ά.

δ) Η επιδίωξη τού σκοπού ή του αποτελέσματος αντικατοπτριζόμενη από το ὡς επαφίεται στο εντελώς υποκειμενικό και σαθρό επιχείρημα του ὡς των τελικών μετοχών, που με παραδείγματα παρουσίασα ότι δεν τηρείται πάντα. Και όχι μόνο δεν τηρείται πάντα αλλά η προσπέλαση του θουκυδίδειου corpus δείχνει να αλλάζει επικίνδυνα τα δεδομένα σχετικά με το ὡς. Όπως και να έχει, δεν είναι μόνο ο Αλιμούσιος συγγραφέας που επιλέγει αυτήν την ανειμένη χρήση ή απουσία του ὡς τόσο δίπλα σε ρήματα σκόπιμης ενέργειας όσο και δίπλα σε ρήματα κίνησης.

ε) Η θεωρία περί του ἵνα είναι λίγο επιφανειακή και δή όταν μελετάμε μετακλασσικές δομές. Το ἵνα έχει ένα ευρύ φάσμα χρήσεων και συμφραζομένων, π.χ. ἡ δὲ γυνὴ ἵνα φοβῆται τὸν ἄνδρα ---> εδώ η τελική πρόταση αποτελεί μετακλασσικό αντικατοπτρισμό της προτροπής/ παραίνεσης/ αποτροπής β' ή γ' προσώπου (ουσιαστικά, μια μετακλασσική χρήση τής ήπιας προστακτικής αντί του ἄγε, ἴθι, φέρε, ἔχε (δή).

Ϛ) Το ἐφ' ᾧ/ἐφ' ᾧτε φανερώνει όντως μια έκφανση σκοπού αλλά βάζει τον σκοπό σε συγκεκριμένο "καλούπι". Τού προσδίδει όρο ή προϋπόθεση για την πραγματοποίησή του. Κατά την γνώμη σου δεν υπάρχουν αναφορικοσυμπερασματικές προτάσεις, οπότε θεωρώ αρκετά ανοίκειο για την Σύνταξη της Αρχαίας Ελληνικής να δημιουργείται κατηγορία δευτερευουσών προτάσεων για να συγχωνεύσει ένα τόσο μικρό μέρος προτάσεων. Εξάλλου, οι αναφορικοτελικές προτάσεις έχουν πολύ συγκεκριμένη εισαγωγή και εκφορά. Δηλαδή δεν εισάγονται με εμπρόθετο και επιπλέον δεν εκφέρονται μόνο με οριστική Μέλλοντα.

Αν ξέχασα κάτι πολύ ουσιώδες σε παρακαλώ να μου το πεις για να το συμπληρώσω.

Υ.Γ.: Για άλλη μια φορά προτρέπω τον διαχειριστή μας, τον Μάρκο, να μεταφέρει την συζήτηση στο νήμα "Αρχαία Εληνική Σύνταξη" γιατί συνεχίζω να πιστεύω ότι εκτός του ότι έχουμε καταχραστεί εγώ και η apri χωροχρόνο, αναπόφευκτα έχουμε καταχραστεί και τον τίτλο του παρόντος νήματος.

20
Καλή εβδομάδα, apri!
Χαίρομαι που βρίσκεις τις επισημάνσεις ενδιαφέρουσες! Φυσικά και όταν ασχολούμαι με την επιστήμη μου δεν κουράζομαι αν και πολύ φοβάμαι ότι οι μεγάλες αναρτήσεις, καίτοι απαραίτητες, δεν είναι ό,τι καλύτερο. Θα πρότεινα στον διαχειριστή μας, τον Μάρκο να μεταφέρει το συζήτηση στο νήμα "Αρχαία Ελληνική Σύνταξη" μιας που οι δύο τελευταίες σελίδες δεν έχουν σχέση με το Άγνωστο Κείμενο, μολονότι έχουν ως αφετηρία τα κείμενά μας.

Είμαι σίγουρος, ότι οι οπτικές και οι προσλαμβάνουσές σου πάνω στο θέμα ὥστε + απαρέμφατο είναι συγκεκριμένες και δύσκολα μπορούν να αλλάξουν. Ωστόσο, δεν μού δίνεις κάποιο στοιχείο απτό και πρόδηλο που να μου δείχνει ότι τα πράγματα έχουν διαφορετικά σε σχέση με αυτά που περιγράφω. Κατά συνέπειαν, και στα δύο μοτίβα ήτοι, πρίν + απαρέμφατο & ὥστε + απαρέμφατο, είναι δεδομένο ότι δεν μπορούμε να έχουμε κάτι διαφορετικό από όσα ήδη ανέφερα καθαρά και με παραδείγματα. Ως προς τα υπόλοιπα, θα ακολουθήσω την αρίθμηση της προηγούμενης ανάρτησής σου για να σου απαντήσω, μιας που σίγουρα θα αναμένεις σχόλια.

1 + 2. Χαίρομαι που σε βρίσκει σύμφωνη η τοποθέτησή μου ότι τα απόλυτα απαρέμφατα δεν δύνανται να σχολιαστούν ως ειδικά ή ως τελικά. Και πώς θα γινόταν άλλωστε μιας που τα εν λόγῳ απαρέμφατα αντικατοπτρίζουν συγκεκριμένες και παγιωμένες φράσεις και εκφράσεις που έχουν ανεξαρτητοποιηθεί και έχουν αποκτήσει ευρύτερες σημασίες. Η πρότασή σου, ότι δηλαδή τα απόλυτα απαρέμφατα που λειτουργούν ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί του σκοπού είναι καθαυτά απαρέμφατα του σκοπού είναι λανθασμένη καθώς σου εξήγησα και παραπάνω ότι αυτά τα απαρέμφατα εντάσσονται σε μια μεγάλη ευρύτερη κατηγορία που περιέχει και τα απόλυτα του σκοπού και τα απόλυτα της αναφοράς. Με το δεδομένο ότι δεν έχουμε τα απαρέμφατα αυτά σε άλλα κείμενα ως καθαυτά του σκοπού και με τις ίδιες ιδιαιτερότητες που αντικατοπτρίζουν δεν μάς αφήνει περιθώρια να σκεφτούμε κάτι διαφορετικό. Π.χ. το ὡς ἔπος εἰπεῖν δεν μπορεί να υπάρξει ως καθαυτό απαρέμφατο του σκοπού χωρίς το ὡς. Οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν τόσες δομές όπως π.χ. δευτερεύουσες προτάσεις, με τις οποίες θα μπορούσαν να εκφράσουν περιφραστικά τον επιρρηματικό προσδιορισμό τού σκοπού και κατά συνέπειαν δεν είναι και τόσο πιθανόν να δούμε τις συγκεκριμένες φράσεις με τον τρόπο που περιέγραψες. Μάλιστα τα παραδείγματα που χρησιμοποιείς παρακάτω το αποδεικνύουν περίτρανα! Εξάλλου, τα απόλυτα απαρέμφατα επιμένω ότι δεν μπορούν να σχολιαστούν ως προς την ταυτοπροσωπία και την ετεροπροσωπία γιατί ως παγιωμένες φράσεις και εκφράσεις ενέχουν μια συγκεκριμένη επιρρηματική χροιά και ως εκ τούτου θα ήταν παράλογο να δώσουμε υποκείμενο π.χ. τὸ νῦν εἶναι (= όσο για τώρα), ὀλίγου δεῖν (= λίγο λείπει), κατὰ τοῦτο εἶναι (= ως προς αυτό) κ.π.ά. Για να είμαστε ακριβείς, αν θέλουμε να δώσουμε σώνει και καλά υποκείμενο θα ταίριαζε στα περισσότερα να θέσουμε το τινά/ τινάς π.χ. ὡς ἀπεικάσαι (= όσο μπορεί κανείς να συμπεράνει) αν και σε άλλα όντως ταυτίζεται με το υποκείμενο του ρηματικού τύπου προσδιορισμού π.χ. ὅσον ἐμὲ εἰδέναι κ.ο.κ. Σε άλλα όμως απόλυτα, όπως σου είπα, είναι περιττό και λανθασμένο να ψάξουμε κάτι που δεν υπάρχει. Κάτι αντίστοιχο, θυμήθηκα συνειρμικώς, έχουμε στις έναρθρες επιθετικές μετοχές του θουκυδίδειου corpus, οι οποίες αντικατοπτρίζουν κάποιο αφηρημένο ουσιαστικό, π.χ. τὸ δοκοῦν, τὸ θαρσοῦν, τὸ δεδιός, τὸ ἀνειμένον κ.π.ά. στις οποίες καταφεύγουμε στην ανοίκεια λύση του να θέσουμε ως υποκείμενο το άρθρο τους.

3. Μού προκαλεί έκπληξη η απορία σου γιατί η θεωρία που θέλει ειδικά απαρέμφατο δίπλα στα ρήματα μελλοντικής αναφοράς είναι πασίγνωστη και δεδομένη, γιαυτό θα την αφήσω για το τέλος τής ανάρτησής μου, οπότε έρθει αυτό...  ;D

4. Δεν ανέφερα ποτέ τέτοιο πράγμα. Μάλλον εκ παραδρομής μπέρδεψες ότι είπα πως η κύρια αιτιολόγηση εκφοράς του ὥστε + απαρέμφατο είναι το φυσικό επακόλουθο, ένα δηλ. ενδεχόμενο γεγονός πραγματικό ή υποκειμενικό, για την οποία ακόμη δεν έχεις πει την άποψή σου και δεν έχεις αιτιολογήσει την απαρεμφατική εκφορά που αναφύεται.

5 + 6. Και πάλι εκ παραδρομής αναφέρεις κάτι που δεν είπα. Θα ήταν τουλάχιστον τρελό ένας άνθρωπος που έχει κάνει την διπλωματική του στο ομηρικό ἐνύπνιον να λέει ότι δεν μπορούμε να εξάγουμε συμπεράσματα για την Γραμματική και την Σύνταξη από την ομηρική (το τονίζω ουδέποτε ομιληθείσα) διάλεκτο. Αυτό που είπα είναι ότι καλώς ή κακώς στο ομηρικό corpus υπάρχουν δομές γραμματικοσυντακτικές που στον βωμό του μέτρου ή των τότε επικρατουσών γλωσσικών καταστάσεων είναι διαφορετικές από την κλασσική αττική Σύνταξη και Γραμματική. Όπως και λέξεις φυσικά που ακόμη και το LSJ δεν μπορεί να εξηγήσει επ' ακριβώς τι σημαίνουν. Μην ξεχνάς το γλαυκῶπις (η Αθηνά με τα γαλάζια μάτια ή με τα μαύρα λαμπερά μάτια;) κορυθαίολος (ο Έκτωρ με την λαμπρή περικεφαλαία ή που κουνούσε την περικεφαλαία;) και πολλά άλλα. Παρεμπιπτόντως, αν και πάντα διαχρονικό το companion των Wace & Stubbings, ανέκαθεν είχα μια προτίμηση σε αυτό του Edwards καθώς οι τοποθετήσεις του δείχνουν να είναι διαχρονικές. Εννοείται ότι υπάρχουν στο ομηρικό corpus απαρέμφατα του σκοπού/ αποτελέσματος και αναφοράς, αλλά όχι υπό το πρίσμα που αναλύουμε. Ποτέ κανείς δεν αρνήθηκε κάτι τέτοιο, οπότε απορώ προς τι τα παραδείγματα που ανέφερες...

7 + 8. Ίσως το πιο ενδιαφέρον κομμάτι τής ανάρτησής σου. Ανέκαθεν ήμουν τής άποψης ότι μπορούμε να εννοούμε πράγματα, εφόσον υπάρχουν χωρία κειμένων που έστω και μια φορά έχουν την προς συζήτησιν δομή. Εδώ δεν έχουμε κάτι τέτοιο, οπότε είναι εξαιρετικά ριψοκίνδυνο και αντιεπιστημονικό να εννοήσουμε. Για να μην αφήσω αναπάντητο το ερώτημά σου, φυσικά και θα είναι λογικό να εννοήσουμε απαρεμφατική δομή. Αν έχεις κοιτάξει σε όλα τα συντακτικά αναλύεται απαρεμφατικώς η δομή των αναφορικοσυμπερασματικών προτάσεων π.χ. Τοιοῦτος γὰρ ὁ Στάσιππος ἦν, οἷος μὴ βούλεσθαι πολλοὺς ἀποκτείνειν τῶν πολιτῶν = ...ὥστε οὗτος μὴ βούλεσθαι ἀποκτείνειν... Αυτό που συνεχίζω να λέω είναι ότι παγιώθηκε σταδιακά στην γλώσσα των Αρχαίων Ελλήνων να "ανοίγουν" δευτερεύουσα απαρεμφατική πρόταση μετά από τα οἷος & ὅσος κατ' αναλογίαν με το ὥστε + απαρέμφατο. Σίγουρα πρώτος μίλησα για τις απαρχές που εσύ αναφέρεις αλλά εν συνεχεία καθιερώθηκε ως μια συγκεκριμένη συνήθεια. Κι αν μάλιστα εξετάσουμε ότι δεν έχουμε σημεία στα οποία μπορούμε να πατήσουμε για να μην θεωρήσουμε τις δευτερεύουσες ως απαρεμφατικές, μέσα από κείμενα εννοώ, απορώ γιατί να εννοούμε κάτι ανύπαρκτο.
Θα σταθώ όμως στα όμορφα παραδείγματα που παραθέτεις.
α) Το παράδειγμα το ελληνιστικό. Κατ' αρχάς εκφέρεται με τελική πρόταση. Ωραία μέχρι εδώ. Ας το κάνουμε απαρεμφατικά με άλλη δομή: οὔκ εἰμι ἱκανὸς εἰσελθεῖν ---> εδώ και λόγω ταυτοπροσωπίας θα ήταν ξεκάθαρα απαρέμφατο της αναφοράς. Εδώ αν ο συγγραφέας χρησιμοποιήσει απαρέμφατο σίγουρα ο αναγνώστης θα το θεωρήσει της αναφοράς. Βλέπουμε ότι ο συγγραφέας γνωρἰζει ότι στο ἱκανὸς υπάρχει απαρέμφατο της αναφοράς, όμως αυτός θέλει να προσδώσει σκοπό. Γι' αυτό καταφεύγει στην γνώριμη μορφή της τελικής πρότασης με την οποία ξεπερνά το εμπόδιο και δεν προκαλεί σύγχυση. Ποιος εξάλλου θα χρησιμοποιούσε απαρέμφατο τού σκοπού σε αυτήν την δομή; Βλ. τι θέλω να πω και στο παράδειγμα (γ)
β) Το παράδειγμα από τις Τρῳάδες του Ευριπίδου. Και μόνο βλέποντας την μετάφραση που δίνεις και η ίδια καταλαβαίνεις ότι αίρεται ο κανόνας του απαρεμφάτου τής αναφοράς που θέλει δίπλα επίθετα ικανότητας, αρμοδιότητας κ.ο.κ. Εδώ το ἱκανὸς δεν δείχνει ικανότητα αλλά "αρκετός". Τα επίθετα επάρκειας θέλουν απαρέμφατο της αναφοράς όταν σημαίνουν επαρκής ως προς κάτι. Εδώ βλέπεις ότι λόγω μέτρου και ποιητικού λόγου αλλάζει κατεξοχήν η σύνταξη. Δε υπήρχε ποτέ περίπτωση να δεις κάτι τέτοιο σε κείμενο που δεν υπόκειται σε μετρικές δικλείδες!!!
γ) Το παράδειγμα από τους Νόμους. Μα φυσικά, εδώ είναι πασιφανές ότι υπάρχει συμπερασματική πρόταση λόγω του φύεται. Και μάλιστα, ο Πλάτων ως γνώστης της γλώσσας δεν χρησιμοποιεί απαρέμφατο γιατί ξέρει ότι το απαρέμφατο δίπλα στο ἱκανός είναι της αναφοράς. Γι' αυτό, όπως και στο ελληνιστικό παράδειγμα, οι συγγραφείς χρησιμοποιούν περιφραστική έκφραση του σκοπού για να είναι πιο εύστοχοι και για να μην δημιουργήσουν σύγχυση. Καταφεύγουν στην λύση της πρότασης γιατί το απαρέμφατο του σκοπού χρησιμοποιείται από τον Αρχαίο Έλληνα παγιωμένα δίπλα σε ρήματα κίνησης, σκόπιμης ενέργειας, παροχής κλπ. Και φυσικά σπάνια στα είμί, φύομαι όταν θα ακολουθήσει σκοπός, π.χ. Οὐ μάντις εἰμὶ τἀφανῆ γνῶναι. Άρα με βάση το παράδειγμα που παρέθεσα, η πρόταση του Πλάτωνα οφείλεται ξεκάθαρα στο πλαίσιο που έθεσα.
Δεν καταλαβαίνω όντως γιατί πρέπει να εννοήσεις πράγματα που ΔΕΝ υπάρχουν. Υπό αυτό το πρίσμα δεν υπάρχει και προληπτικό κατηγορούμενο/ κατηγορούμενο του αποτελέσματος. Π.χ. ὁ ποταμὸς μέγας ἐρρύη ---> ὁ ποταμὸς ἐρρύη ὥστε γενέσθαι μέγας. Μα φυσικά εννοείται συμπερασματική πρόταση, ωστόσο είναι παγιωμένη η χρήση του κατηγορουμένου και αρκετά οικεία ώστε να καταδειχθεί το αποτέλεσμα και ως εκ τούτου είναι λάθος να αλλάξουμε την δομή και να την παραθέσουμε αναλελυμένη.

9. Η ρητορική ερώτηση που χρησιμοποιήσα δείχνει ότι η ερώτηση μου κείται αντί κατάφασης, οπότε ανέκαθεν θεωρούσα το απαρέμφατο της αναφοράς με την μορφή που παρέθεσα.

*3) Τα ρήματα όρκου, ελπίδας, υπόσχεσης, απειλής, προσδοκίας ονομάζονται με τρεις λέξεις ρήματα μελλοντικής αναφοράς γιατί αναφέρονται πάντα σε μια υστερόχρονη πράξη. Από αυτά τα ρήματα εξαρτώνται απαρέμφατα που έχουν μια ιδιάζουσα συμπεριφορά. Είναι σχεδόν πάντα σε χρόνο Μέλλοντα ή σπανιότερα μετά το ἐλπίζω σε δυνητικό Αόριστο. Αυτά που βρίσκονται σε δυνητικό Αόριστο είναι πάντα ειδικά, καταλαβαίνεις γιατί, οπότε τα παραλείπω. Απορώ που εξίστασαι με αυτό που περιέγραψα, καθώς ο καθηγητής σου ήταν "πρωτεργάτης" στο να θεωρηθούν τα απαρέμφατα πάντα ειδικά, όπως πράττουν και στο σύνολό τους τα Συντακτικά μας (ενδεικτικά: Μυτιληναίος, σ. 218 κ.α.) Αυτά τα ρήματα εξαρτούν απαρέμφατο που κάλλιστα μεταφράζεται και ως ειδικό και ως τελικό π.χ. Σεύθης ὑπισχνεῖται αὐτῷ ἀποδώσειν τὰ χωρία τὰ ἐπὶ τῇ θαλάττῃ (= ότι θα αποδώσει/ να αποδώσει) π.χ. Ἐλπίζει δυνατὸς εἶναι ἄρχειν (= ήλπιζε να/ ἠλπιζε ότι...). Η θεωρία των Συντακτικών, και είμαι απόλυτα σύμφωνος, λέει ότι τα απαρέμφατα αυτά είναι σχεδόν πάντα ειδικά. Μετά από ώρες ανάγνωσης της ξένης και ελληνικής βιβλιογραφίας κατέληξα ότι ο λόγος λήψης των απαρεμφάτων αυτών ως ειδικά είναι θέμα της ευθείασης. Δηλ. ευθειάζουμε σε κύρια πρόταση κρίσης. Θεωρώ ότι για άλλη μια φορά πέφτεις θύμα της Ν.Ε. μετάφρασης γιατί κάνεις ένα μέγα σφάλμα. Δηλαδή, στα Νέα Ελληνικά δεν συμβαίνει αυτό που συμβαίνει στα Αρχαία Ελληνικά.
1) Στα Αρχαία έχουμε σχεδόν πάντα ταυτοπροσωπία (εσύ μεταφράζεις με ετεροπροσωπία)
2) Στα λίγα παραδείγματα ετεροπροσωπίας θα εξηγήσω τι συμβαίνει.
Αν έχουμε ταυτοπροσωπία μεταξύ υποκειμένου ρήματος και υποκειμένου απαρεμφάτου, τα απαρέμφατα λαμβάνονται ως ειδικά και ευθειάζονται με κύρια πρόταση κρίσεως. Π.χ. Ἐλπίζει δυνατὸς εἶναι ἄρχειν ---> Οὐ δυνατός εἰμι ἄρχειν. Αν το λαμβάναμε ως τελικό, μόνο μια λύση ευθείασης είχαμε, δηλ. την προτρεπτική/ αποτρεπτική υποτακτική. Όμως η ελπίδα δείχνει μια πίστη και πεποίθηση και ποτέ μια παραχώρηση, συνεπώς η λύση της προτρεπτικής υποτακτικής είναι λανθασμένη.
Τα παραδείγματα με ετεροπροσωπία χωρίζονται σε δύο υποκατηγορίες. Η πρώτη και συντριπτικά μεγαλύτερη είναι της εξής λογικής: Φορμίων ἤλπιζε αὐτῶν οὐ μενεῖν τὴν τάξιν. Και πάλι όμως θα έχουμε ευθείαση σε κύρια πρόταση κρίσης.
Η δεύτερη κατηγορία είναι η πιο ύποπτη και είναι της εξής λογικής: Πάνθ' ἕξειν καλῶς ἐλπίζω. Εδώ η πιο πετυχημένη ευθείαση θα ήταν με ευχετική ευκτική --> Εἴθ' ἔχοι πάντα καλῶς. Αυτό συμβαίνει γιατί το ἐλπίζω έχει την έννοια του εὔχομαι. Οπότε, μόνο σε αυτήν την περίπτωση θα είναι το απαρέμφατο τελικό, όπως συμπεραίνω. Γι' αυτό στην προηγούμενη ανάρτησή μου είπα "...σχεδόν πάντα ειδικό". 

21
Και επειδή ανέφερες τον Smyth, αναλογίστηκα συνειρμικά κάποια κενά και ασάφειες, στις οποίες αναπόφευκτα οδηγείται ένεκα της αδυναμίας του πολλές φορές να αισθανθεί την γλώσσα όπως την αισθανόμαστε οι Νεοέλληνες έστω κι αν πρόκειται για δύο διαφορετικές μορφές της ίδιας γλώσσας ως προς την αφετηρία.
Δεν θα σχολιάσω ότι σε επίπεδο Γραμματικής κάνει κάποια ασυγχώρητα λάθη με πιο σπουδαίο ότι παραθέτει στο κεφάλαιο του Αορίστου Β' ενεργητικής Φωνής το β' πληθ. προστακτικής να τονίζεται κατά κανόναν στην παραλήγουσα π.χ. ἰδέτε, λαβέτε, εὑρέτε, ενώ είναι γνωστό ότι τέτοιοι τύποι είναι σπάνιοι και με ερωτηματικά στα ελάχιστα παραδείγματα που απαντώνται.
Πιο πολύ θα ασχοληθώ με το κεφάλαιο των Αιτιολογικών προτάσεων το οποίο σχολιάζει όμορφα και εκτενώς. Πιο συγκεκριμένα θεωρεί ότι μπορεί σπάνια να εισάγεται καθαρή αιτιολογική πρόταση με το επίρρημα ὅπου (έχουμε τέσσερα πέντε τέτοια παραδείγματα στον Ισοκράτη και στον Ξενοφώντα) π.χ. Ἐπεὶ νῦν γε τίς οὐκ ἂν είκότως τὰ συμβεβηκότα θαυμάσειεν καὶ καταφρονήσειεν ἡμῶν, ὅπου παρὰ μὲν τοῖς βαρβάροις, οὓς ὑπειλήφαμεν μαλακοὺς εἶναι καὶ πολέμων ἀπείρους καὶ διεφθαρμένους ὑπὸ τῆς τρυφῆς, ἄνδρες ἐγγεγόνασιν... (Ἰσοκράτους Φίλιππος 124). Την μαυρισμένη πρόταση αφήνει να εννοηθεί ότι την θεωρεί καθαρή αιτιολογική και όχι αναφορικοαιτιολογική, όπως περιγράφουν τα υπόλοιπα Συντακτικά για τον λόγο ότι επιφορτίζει το επίρρημα ὅπου με πρόσθετο αιτιολογικό φορτίο και τον καθιστά έχοντα συνδεσμική αξία. Σε αυτό το σημείο νομίζω ότι είναι επηρεασμένος από την Νέα Ελληνική, στην οποία έχουμε αιτιολογικές προτάσεις εισαγόμενες με το που και καταχρηστικά κάνει το άλμα να θεωρήσει ύπαρξη ίδιας δομής στην Αρχαία Ελληνική.
Γι' αυτό κρίνω, προς επίρρωσιν της παραπάνω ανάρτησης, ότι πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί με όσα αναφέρει ο Smyth, χωρίς να αναιρώ και να παραγνωρίζω το καταπληκτικό έργο που έχει γράψει.

22
Με την παραπάνω ανάρτηση θίγεις το πολύ ενδιαφέρον ζήτημα των αναφορικοσυμπερασματικών προτάσεων. Επειδή δεν θέλω να δημιουργούνται κενά, οφείλω να πω ότι στο ζήτημα των χρονικών προτάσεων με το μοτίβο πρίν +  απαρέμφατο καθώς και στο θέμα των συμπερασματικών ὥστε + απαρέμφατο, όλα συντείνουν στο ότι δεν έχουμε φράσεις ή παγιωμένες εκφράσεις.
Επιπλέον, τα απόλυτα απαρέμφατα τα οποία άλλοτε λειτουργούν ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί της αναφοράς και άλλοτε (πιο συχνά) του σκοπού οπωσδήποτε αποτελούν σταθερές και παγιωμένες εκφράσεις κι αυτό είναι φανερό και από την αδυναμία μας να τα σχολιάσουμε με τον τρόπο που σχολιάζουμε τα υπόλοιπα απαρέμφατα. Π.χ. θεωρείται τουλάχιστον ριψοκίνδυνο να επισημάνουμε σχέση ταυτοπροσωπίας ή ετεροπροσωπίας, όπως καταφέρνουμε εύκολα στην περίπτωση όλων των άλλων απαρεμφάτων (π.χ. έναρθρων, άναρθρων επεξηγηματικών, άναρθρων ιδιαζόντων λ.χ. αναφοράς ή σκοπού αποτελέσματος). Ακόμη αποφεύγεται και ο σχολιασμός τους ως ειδικά ή τελικά. Χαρακτηρισμός που ούτως ή άλλως θεωρείται πλαστό δημιούργημα που εξυπηρετεί μόνο μεταφραστικές ανάγκες. Μην ξεχνάμε ότι το δίπολο ειδικό- τελικό μόνο σε μια περίπτωση διαφοροποιείται από την συνήθη Ν.Ε. απόδοση. Πιο συγκεκριμένα, δίπλα στα ρήματα ΥΟΠΕ(Ρ)Α --> υπόσχεσης, όρκου, προσδοκίας, ελπίδας, απειλής υπάρχει σχεδόν πάντα απαρέμφατο ειδικό ακόμη κι αν μεταφραστικά φαίνεται ως τελικό. Αυτό συμβαίνει γιατί όταν καλούμεθα να μεταφέρουμε στον Ευθύ Λόγο το εν λόγῳ απαρέμφατο δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε προστακτική ή προτρεπτική/ αποτρεπτική υποτακτική όπως θα απαιτείτο κατά την ευθείαση ενός τελικού απαρεμφάτου αλλά καταφεύγουμε στην δημιουργία κύριας πρότασης κρίσεως, όπως δηλ. θα απαιτείτο κατά την διαδικασία ευθείασης ενός ειδικού απαρεμφάτου.

Εξάλλου, στο μοτίβο ὥστε + απαρέμφατο ξανατονίζω ότι η αιτιολόγηση της εκφοράς του με την δήλωση του φυσικού επακόλουθου/ ενδεχόμενου είναι πλειοψηφούσα, χωρίς να σημαίνει ότι ο επιδιωκόμενος σκοπός δεν έχει σημαντική θέση στα υπάρχοντα παραδείγματα από το σύνολο της Α.Ε. Γραμματείας.

Θα με βρεις σύμφωνο με όσα αναφέρεις ότι λέει ο Goodwin και ο Smyth, αλλά με αρκετές ενστάσεις στον τρόπο διευθέτησης της σκέψης τους. Αυτός που δίνει πραγματικά "ρέστα" στο οἷος και ὅσος είναι ο Denniston στο The Greek Particles (στο συστήνω αν δεν το έχεις στην βιβλιοθήκη σου γιατί πραγματικά είναι εκπληκτικά όσα γραφεί περί αυτού του θέματος, ιδωμένα πάντα από την ευρύτερη αγγλοσαξωνική σχολή σκέψης και προβληματισμού, η οποία έχει πολλούς επικριτές ανά τον κόσμο σε αντίθεση με την γερμανική σχολή κλασσικού προβληματισμού).

Θα μείνω μόνο στην Αττική Πεζογραφία γιατί η ομηρική διάλεκτος (πλαστή και ουδέποτε ομιληθείσα) χρησιμοποιεί λέξεις, τύπους, δομές, κάποιες φορές υπαγορευμένες μετρικά κάποιες άλλες όχι, που προϊόντος του χρόνου είναι ανύπαρκτες στην Αττική διάλεκτο.
Φαίνεται ότι ως Γλωσσολόγος αναλώνεσαι σε μια ιστορικοσυγκριτική μέθοδο ανάλυσης και εφορμάσαι από ορθά ελατήρια αλλά δεν εστιάζεις στα εδραιωμένα και κατασταλαγμένα της Αττικής διαλέκτου, που είναι πολλές φορές διαφορετικά και έχουν εξελιχθεί λαμβάνοντας άλλες προεκτάσεις. Πιο συγκεκριμένα, οι αντωνυμίες οἷος και ὅσος που αναφέρεις, αναμφισβήτητα ξεκινούν με την χροιά και υφή που περιέγραψες αλλά στην Αττική διάλεκτο αναμφίβολα παγιώνονται στα στενά καλούπια που γνωρίζουμε. Το οἷος όντως σημαίνει κατάλληλος, ικανός και θέλει δίπλα του απαρέμφατο της αναφοράς, υπό αυτό το πρίσμα. Αν δεις πιο πάνω στο παράδειγμα της Θεοδότης (το οποίο φέρνεις και εσύ ως υπόδειγμα) σχολιάζω και αυτήν την εκδοχή απορρίπτοντάς την από τα συμφραζόμενα και από τον πραγματολογικό σχολιασμό. Το γεγονός ότι και οι δύο αντωνυμίες σε αναφορικοσυμπερασματικές προτάσεις έχουν ή εννοούν δίπλα τους την αντίστοιχη δεικτική αντωνυμία φαίνεται ότι δείχνει μια παγιωμένη κατάσταση σύμφωνα με την οποία οι Αρχαίοι "άνοιγαν" μια αναφορική πρόταση που αναλύετο ως συμπερασματική. Μην ξεχνάς την κοινή αφετηρία ειδικών και αιτιολογικών προτάσεων, οι οποίες προϊόντος του χρόνου κατέληξαν ως δύο διαφορετικά είδη! Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι στα παραδείγματα που αναφέρεις έχουμε φράσεις. Ίσως έχεις επηρεαστεί από το αντίστοιχο χωρίο του Liddell Scott, όπου στο λήμμα οἷος αναφέρει το π.χ. οὐδὲν γὰρ οἷον ἀκούειν αὐτοῦ τοῦ νόμου και το σχολιάζει εν είδει βραχυλογικής έκφρασης. Γνωρίζεις όμως ότι οι συγγραφείς του αποδεικνύεται πολλές φορές ότι όσο κι αν προσπαθούν, πέφτουν στην παγίδα της γλώσσας μη όντες ικανοί να νιώσουν το αισθητήριο της γλώσσας, τον παλμό και το ηχόχρωμα που εκπέμπεται, πράγμα που νιώθει ένας Έλληνας με τις καταβολές που έχει. Αλλά και πάλι το παράδειγμα του LSJ κινείται σε διαφορετικό μήκος κύματος από αυτά που περιγράφεις.
Καταλήγω, ότι οι αφετηρίες είναι αυτές που περιέγραψες αλλά στην πορεία το μοτίβο οἷος/ ὅσος + απαρέμφατο παγιώνουν χαρακτηριστικά προτάσεως, όπως και το ἐφ' ᾧ/ ἐφ' ᾧτε + απαρέμφατο με πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά με μια αρμονική κανονικότητα που δεν μας επιτρέπει να την αναιρέσουμε. Εξάλλου, δεν υπάρχουν (εκτός κι αν έχεις υπόψη σου) παραδείγματα κατά τα οποία έχουμε εμφάνιση των "εννοούμενων" όρων που αναφέρεις, οπότε και θα δημιουργούντο νέα δεδομένα. Στην περίπτωση που το μοτίβο πάντα έχει την γνωστή μορφή οἷος/ ὅσος + απαρέμφατο χωρίς έστω ένα χωρίο με την πλήρη φράση, δεν μπορούμε να μιλάμε αυθαίρετα για έκφραση.

Αφήνω για το τέλος το θέμα της βραχυλογίας στο ἢ ὥστε + απαρέμφατο. Το ανέλυσα διεξοδικά το ζήτημα πριν δύο μήνες που το ξανασυζητήσαμε και έφερα παραδείγματα σύμφωνα με τα οποία πάντα έχουμε βραχυλογία στο εν λόγῳ σχήμα είτε εκφέρεται απαρεμφατικά είτε με έγκλιση. Συνεπώς, δεν υπάρχει λόγος να γίνομαι κουραστικός.

Υ.Γ: Το θέμα του απαρεμφάτου τής αναφοράς είναι τεράστιο ζήτημα. Λέμε και πολύ σωστά ότι παίζει ρόλο επιρρηματικού προσδιορισμού της αναφοράς στον οικείο ρηματικό τύπο εξάρτησης αλλά παράλληλα εξαρτάται από επίθετα ικανότητας, καταλληλότητας, αρμοδιότητας κ.π.ά. Έχουμε στο μυαλό μας την αιτιατική ή δοτική της αναφοράς δίπλα σε τέτοια επίθετα π.χ. τραχὺς τῇ φωνῇ, ὠκὺς τοὺς πόδας και παράλληλα Δημοσθένης ἦν δεινὸς λέγειν. Μήπως σε αυτήν την περίπτωση το απαρέμφατο αποτελεί εναλλακτική μορφή της δοτικής ή αιτιατικής της αναφοράς; Γιατί αν συμβαίνει αυτό τότε είναι λάθος να συνάπτουμε το απαρέμφατο στο συνδετικό ρήμα εἰμί, ὑπάρχω, γίγνομαι αλλά θα ήταν σωστότερο να δημιουργήσουμε περίφραση και να πούμε ότι στο π.χ. Δημοσθένης ἦν δεινὸς λέγειν, το λέγειν λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός της αναφοράς στην περίφραση ικανότητας δεινὸς ἦν.


23
Θάνο είσαι η αιτία που μπήκα στην ιστοσελίδα του ΥΠΕΠΘ και κατέβασα το βιβλίο της σχολικής Γραμματικής και είδα την παράμετρο στην οποία αναφέρεσαι.
Γράφει ό,τι ακριβώς υφίσταται και στην μεγάλη Γραμματική του Οικονόμου (παρεμπιπτόντως, για να μην αδικώ τον Οικονόμου, η μεγάλη Γραμματική παραθέτει κανονικά τον τύπο ἀνώγεων στην γενική πληθυντικού - μόνο η σχολική βερσιόν έχει τον τύπο λανθασμένα). Πιο συγκεκριμένα στην § 102/ παρατ. 4 παραθέτει τους τύπους που στην αιτιατική ενικού δεν έχουν . Ενώ ακριβώς πιο πάνω κλίνει αυτούσιο το ἡ ἅλως και με ν και χωρίς ν. Αφήνει, επομένως, να εννοηθεί ότι και τα ἕως, Κῶς, Μίνως κ.ά. έχουν ίδια συμπεριφορά δηλαδή και με ν και χωρίς ν. Το εδάφιο είναι υπαινικτικό και δεν αναφέρει ξεκάθαρα αν ο τύπος της αιτιατικής ενικού είναι δίτυπος ή απαντάται μόνο χωρίς το ν.

24
Πολύ ωραία ερώτηση, Θάνο! Αυτές είναι έξυπνες και έχοντας λογική βάση απορίες, διότι βλέπω και συναδέλφους που μπαίνουν και ερωτούν πράγματα, που αν ανοίξουν ένα βιβλίο Γραμματικής ή ένα λεξικό (ας μην είναι και το LSJ) μπορούν να τα απαντήσουν και μόνοι τους. Θέατρο του παραλόγου!

Βασικά, θα συμφωνήσω με την τοποθέτηση της apri. Ωστόσο, θα σου καταθέσω γενικά τι συμβαίνει. Υπάρχουν όντως οι δύο περιπτώσεις που ανέφερες, στην προστακτική και οι δύο. Στα κλασσικά κείμενά μας, όταν το είχα ψάξει στο παρελθόν, δεν απαντώνται οι τύποι που ελλείπουν. Μόνο το σχέτωσαν και άλλοι δυο τρεις σε μετακλασσικά κείμενα. Αν βάλει κάποιος μόνο τον τύπο που υπάρχει λαμβάνεται ως σωστή η απάντηση. Αν βάλει κάποιος και τους δύο τύπους πάλι θα ληφθεί ως σωστή η απάντηση, γιατί ο δεύτερος σχηματίζεται αναλογικά. Γι' αυτό και οι συγκεκριμένοι τύποι ελλείπουν από όλες τις Γραμματικές. Υπάρχει όμως μια σημαντική έλλειψη στην Γραμματική του Οικονόμου. Όταν κλείνει το ἔνειμα, ἐνειμάμην στα ενρινόληκτα ρήματα παραλείπει τους αιολικούς τύπους στην ευκτική Αορίστου τής Ενεργητικής Φωνής. Αυτό είναι λάθος γιατί οι αιολικοί τύποι ακόμη και στα ενρινόληκτα/ υγρόληκτα ρήματα είναι πιο εύχρηστοι. Γι' αυτὀ και υπάρχουν κανονικά σε όλες τις υπόλοιπες Γραμματικές.

Πρέπει ωστὀσο να είμαστε πολύ προσεκτικοί στο τι θα σχηματίζουμε αναλογικά. Π.χ. υπάρχουν κάποιες άρσεις (βλ. και προηγούμενή μου ανάρτηση), τύποι δηλ. οι οποίοι αν και πολύ θα το θέλαμε δεν σχηματίζονται αναλογικά. Π.χ. προστακτική του ἑάλων/ ἥλων, προστακτική ἐρρύην/ ἔφυν, ευκτική ἔδυν και πολλά πολλά άλλα.

Υ.Γ.: Επειδή ποτέ δεν χρησιμοποιώ την σχολική Γραμματική, το διορθώσαν επιτέλους το ἀνώγεω (γεν. πληθ.) προσθέτοντας το -ν-, ή το μαθαίνουν ακόμη λάθος τα παιδιά;
Έβάλαν την υπογεγραμμένη στο μιμνῄσκω/ -ομαι;
Διόρθωσαν την παράμετρο στα αττικόκλιτα που ήθελε το προσηγορικό ἕως να σχηματίζεται σαν το ἅλως, με ν ή χωρίς ν στην αιτιατική ενικού;

25
υποκλίνομαι  ;D
και στο β' πρόσωπο απαντάται

26
Φιλολογικά μαθήματα / Απ: Λατινικά Β' Λυκείου
« στις: Μάρτιος 22, 2012, 12:50:00 πμ »
 :-X

27
Apri, νομίζω δεν διάβασες καλά την προηγούμενη ανάρτησή μου. Είπα ότι κάποιος κακοπροαίρετος θα οργιζόταν, εκτός κι αν με ταυτίζεις με αυτό το πρόσωπο, οπότε και είναι δικό σου θέμα. Σού υπενθυμίζω ότι εγώ σε προέτρεψα να καταθέσεις την πρότασή σου για να αποτελέσει αφετηρία συζήτησης, γνωρίζοντας ότι δεν μπορείς να την στηρίξεις σε κάτι απτό, όπως φάνηκε και από αυτά που έγραψες χθες και γνωρίζοντας ότι είναι αυθαίρετες και αιωρούμενες προσεγγίσεις. Συνεπώς δεν υπάρχει λόγος να με αδικείς. Επιπλέον, το να αναπαράγει κάποιος πράγματα που ισχύουν και για τα οποία δεν έχει προκύψει καμία ένσταση, που έστω να φαντάζει σοβαρή, χρειάζεται συνθετική, κριτική, προσθετική αλλά και αφαιρετική ικανότητα και επιτελεί πιο σπουδαίο έργο από το να υποψιάζεται πράγματα που δεν υφίστανται. Και όλα αυτά τα καταθέτω με απόλυτο σεβασμό και με καλοπροαίρετο τρόπο.

Επί της ουσίας (σύμφωνα με την δική σου αρίθμηση)
1. Το τι φαντάζεσαι είναι άλλο θέμα. Μπορείς να στηρίξεις ότι το απαρέμφατο σε ανεξάρτητες προτάσεις δεν στέκεται ως ρήμα; Ίσως...ίσως...ίσως...φαντάζομαι...θεωρώ...νομίζω... Αυτά είδα. Εγώ σου έφερα παραδείγματα για τα οποία δεν επιχειρηματολόγησες με συγκεκριμένο τρόπο γιατί δεν ευσταθούν. Το απαρέμφατο σε θέση ρήματος σε ανεξάρτητες προτάσεις δεν απορρίπτεται από κανέναν και μην ξεχνάς ότι αντικατοπτρίζει και φαινόμενο της Λατινικής γλώσσας, η οποία ως γνωστόν ήκμασε μετά από την δύση της Αρχαιοελληνικής Κλασσικής Γραμματείας και Γλώσσας. Και δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η εξέλιξη και η θεωρία του απαρεμφάτου ναι μεν εφορμάται από κοινές προσλαμβάνουσες αλλά εν συνεχείᾳ παγιώνει διαφορετικά χαρακτηριστικά προϊόντος τού χρόνου.
Εξάλλου, ο σύνδεσμος πρὶν σίγουρα επωμίζετο ένα ηυξημένο φορτίο διαφορετικών συντακτικών προεκτάσεων αλλά δεν χρησιμοποιείτο σταθερά και παγιωμένα με τις χρήσεις που σου ανέφερα. Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα κατά τα οποία οι προτάσεις με το πρίν + απαρέμφατο δηλώνουν την βαθμίδα του προτεροχρόνου και προσδιορίζονται από αποφατική πρόταση. Όπερ και σημαίνει ότι σε αυτά τα ορισμένα παραδείγματα, όλα στους κλασσικούς συγγραφείς, υπάρχει ταυτόσημη συμπεριφορά με το πρίν + έγκλιση. Συνεπώς, όλα συντείνουν ότι έγκλιση και απαρέμφατο είχαν μια γενικότερη εναλλακτική συμπεριφορά. Μην ξεχνάς ότι ο κανόνας επιβεβαιώνεται από τις εξαιρέσεις, όταν αυτές δεν είναι ούτε μία ούτε δύο. Π.χ. το δημοσθένειο Μὴ θορυβήσῃ μηδείς, πρὶν ἀκοῦσαι (προσδιορίζεται από αποφατική πρόταση και εκφράζει το προτερόχρονο, όπως συμβαίνει με το πρίν + ἐγκλιση. Αντίστροφα, Ἐθαύμαζον τοὺς Κορινθίους, πρίν τινες ἰδόντες εἶπον (πρίν + ἐγκλιση για να εκφράσει την βαθμίδα του υστεροχρόνου με προσδιορισμό καταφατικής πρότασης, όπως ακριβώς συμβαίνει και με το πρίν + απαρέμφατο). Είναι ορατή αυτή η εναλλαγή, όχι συχνή αλλά ούτε άπαξ απαντωμένη. Συνεπώς, δεν έχω κάτι απτό ώστε να μην θεωρήσω το απαρέμφατο ως τύπο έχοντα αξία ρήματος.

2. Δεν είπα ότι ανέφερες κάτι τέτοιο. Είναι θεμιτό και επιστημονικό για να εξετάσει κάποιος το απαρέμφατο να εξετάζει παράλληλα και τον έτερο ονοματικό τύπο για να βρει ομοιότητες, διαφορές, συγκλίσεις, αποκλίσεις, κοινές ή διαφορετικές προσλαμβάνουσες και συμπεριφορές.

3. Πολύ σωστά λες σε "κάποιες περιπτώσεις". Αυτές οι κάποιες περιπτώσεις είναι οι δραματικά λιγότερες σε σχέση με τις υπόλοιπες. Αδικούμε τον ὥστε βλέποντάς τον απλώς ως μια συνένωση. Από τα πολύ πρώιμα χρόνια εδραιώνει και παγιώνει συντάξεις και συμπεριφορές καθαρά δικές του, αυτόνομες και ιδιαίτερες που στα περισσότερα μοτίβα και επίπεδα ακολουθεί πιο σύνθετα ή αντίθετα πιο απλά μονοπάτια σε σύγκριση με τον ὡς. Είναι ανακριβές να τον θεωρούμε μια συνένωση όπως το ἤγουν, το οὔκουν, το οὐκέτι κ.λπ.

4. Όντως από τα παραδείγματα που έχω, ως προς την συντριπτική πλειονοψηφία ο προσχηματικός σκοπός έχει βάση. Προκύπτει από τα συμφραζόμενα και από την πραγματολογική εξέταση των χωρίων. Φυσικά και εξαιρέσεις είναι δυνατόν να υπάρχουν ιδιαίτερα σε παραδείγματα που ενέχουν έντονη την χροιά της προφορικότητας και της χαλαρής σύνταξης. Εξάλλου, είναι εκατοντάδες οι φορές που γενικά έχουμε φαινόμενα εναλλαγής χωρίς σημασιολογική διαφοροποίηση. Μην ξεχνάς ότι το ὅτι και το ὡς στις ειδικές προτάσεις αρχίζουν να απομακρύνουν προϊόντος του χρόνου την αντικειμενική ή υποκειμενική κρίση αντίστοιχα και να παγιώνονται δίπλα σε συγκεκριμένα ρήματα ή τύπους ανεξαρτήτως αν δηλώνουν αντικειμενική γνώμη ή υποκειμενική. Θα ήταν ενδιαφέρον να ψάξουμε αν ο Θουκυδίδης επιχειρεί την εξαίρεση και χρησιμοποιεί το ὡς σε κάποια ελάχιστα παραδείγματα. Πάντως, είναι αυτονόητο ότι το ῥ. παρασκευάζομαι δεν δηλώνει πάντα προσχηματικό σκοπό. Το πιθανότερο είναι ότι ο Θουκυδίδης ένεκα του ότι επιθυμεί να γράψει αντικειμενική ιστορία και να επιχειρήσει ακριβή καταγραφή, διστάζει να χρησιμοποιεί πολλά γραμματικοσυντακτικά στοιχεία που αίρουν την παραπάνω πρόθεσή του.

5. Τα απόλυτα απαρέμφατα δεν παίζουν ρόλο πάντοτε επιρρηματικού προσδιορισμού του σκοπού. Στα εξής: ὡς εἰρῆσθαι, ὡς δοκεῖν, ὡς ἐμοὶ δοκεῖν, ὡς ἐμὲ κατανοεῖν δηλώνουν την αναφορά. Κι όμως συνοδεύονται από το ὡς. Δεν βλέπω να διαφοροποιούνται σε κάτι από τα υπόλοιπα της αναφοράς π.χ. τὸ νῦν εἶναι, ἑκόντες εἶναι, τὸ ἐπ' ἐμοὶ εἶναι κ.ά.τ. Όλα ανήκουν στην κατηγορία του απολύτου απαρεμφάτου και τα κοινά σημεία τους είναι περισσότερα από αυτά που τα διαφοροποιούν.

6. Κατ' εσένα πάντα. Η κύρια χρήση του ὡστε + απαρέμφατο είναι το φυσικό επακόλουθο. Αν κι απεχθάνομαι να χρησιμοποιώ Ν.Ε. παραδείγματα (έχω εκφράσει την άποψή μου) δεν θα το αποφύγω γιατί αρέσκεσαι σε παράλληλη χρήση 1) Έπεσα ώστε έσπασα το πόδι μου (καταχρηστικά: έπεσα ώστε να σπάσω το πόδι μου) --> επακόλουθο, ενδεχόμενο. Δεν αντικατοπτρίζει κανένα σκοπό. 2) Ψώνισα ώστε να έχω το ψυγείο μου γεμάτο (εδώ δηλώνεται ο σκοπός). Αρχαιοελληνικά παραδείγματα που δεν υπάρχει καμία σχέση με τον σκοπό στο μοτίβο ὥστε + απαρέμφατο, μπορείς να βρεις χιλιάδες, για να μην καταναλώνω χώρο για κάτι τόσο σύνηθες. Ο όρος/ προϋπόθεση/ συμφωνία είναι όντως μια έκφανση του σκοπού. Ένας σκοπός που μπαίνει όμως σε συγκεκριμένο καλούπι. Στα Α.Ε. έχουμε πολλά παραδείγματα με παραπλήσιες σχέσεις ή σημασίες. Αυτή η διάκριση είναι επουσιώδης σε σχέση με άλλες. Θα συμφωνήσω με όλους τους φιλολόγους που τα διακρίνουν γιατί τα παραπάνω δεν δείχνουν απλά σκοπό αλλά μια απαραίτητη παράμετρο για να πραγματωθεί αυτός ο σκοπός.

Υ.Γ: Ήδη έχω αναφέρει ότι το αγαπημένο μου κείμενο μετά από την Απολογία Σωκράτους είναι τα Ἀπομνημονεύματα, κατά συνέπειαν μόνο ψόγο δεν του προσάπτω του Ξενοφώντα. Δεν είναι θέμα ονομαστικών απολύτων (αυτά υπάρχουν και στην Ρητορική) και αιτιατικών απολύτων προσωπικών ρημάτων. Όλοι οι συγγραφείς, ακόμη και ο αυστηρός στην γλώσσα Δημοσθένης, έχουν γράψει χωρία με έντονη προφορικότητα. Ωστόσο, ο Ξενοφών είναι ξεκάθαρο ότι παγιώνει και καθιερώνει αυτήν την προφορικότητα στα γραπτά του και για άλλο λόγο πλην της ζωντάνιας και της παραστατικότητας. Είχε απόλυτη συναίσθηση ότι έγραφε Λογοτεχνία και όμως δεν μένει στα στενά κλισέ που απαιτούνται. Οι μελέτες δείχνουν ότι αυτή η απομάκρυνση από την γλωσσική κανονικότητα και τις γραμματοσυντακτικές νόρμες επαφίεται περισσότερο στις εθνικές, εκπαιδευτικές, κοινωνικές προσλαμβάνουσες που περικλείουν το πραγματολογικό background (για να μιλήσω και ελληνικά)  :) παρά στην τυχαία και απολύτως θεμιτή προφορικότητα που ούτως ή άλλως υπερισχύει στο corpus του.

28
Αν και κάποιος κακοπροαίρετος θα μπορούσε σε ένδειξη διαμαρτυρίας να αναστείλει την ιδιότητά του ως συμφορουμίτης για όσα γράφεις, λέγοντας ότι είναι φευ εξοργιστικά, θα προσπαθήσω να είμαι πιο συγκρατημένος και να βάλω τα πράγματα στην σωστή βάση. Βέβαια, το γεγονός ότι λες φωναχτά κάποιες σκέψεις σου και δεν διατυπώνεις θεωρία (κοσμοθεωρία την είπα σε προηγούμενη ανάρτηση) διορθώνει λίγο την κατάσταση.

Το σκεπτικό σου, για να εδράζεται σε σωστή και προπάντων λογική βάση θα έπρεπε να ξεκινάει από άλλη αφετηρία. Θα έπρεπε πιο συγκεκριμένα να αναρωτηθείς αν μπορούμε να έχουμε απαρέμφατο σε θέση ρήματος σε μια αναξάρτητη πρόταση. Γιατί φυσικά αν δεν έχουμε κάτι τέτοιο τότε τα πράγματα δυσχεραίνουν για όλους μας. Όπως γνωρίζεις καλά, μπορούμε να έχουμε απαρέμφατο σε θέση ρήματος σε ανεξάρτητη πρόταση. Τις περισσότερες φορές αυτό κείται αντί της προστακτικής. Πρόκειται για μια χρήση ιδιαίτερα αγαπητή στην ποίηση και δη στην πρώιμη. Ωστόσο, τέτοια χρήση του απαρεμφάτου είναι αρκετές φορές απαντώμενη και στην Κλασσική Αττική Πεζογραφία και μάλιστα από πεζογράφους που φημίζονται για τον σωστό λόγο τους και για την εύστοχη χρήση της Αρχαίας Ελληνικής, όπως ο Δημοσθένης. Απαντάται όχι πολλές φορές αλλά τόσες ώστε να φαίνεται ξεκάθαρα ότι δεν διορθώνεται από την χειρόγραφη παράδοση ούτε είναι άπαξ ειρημένον. Π.χ. Κλεαρίδα, τὰς πύλας ἀνοίξας ἐπεκθεῖν (αντί ἐπέκθει) καὶ ἐπείγεσθαι (αντί ἐπείγου) ξυμμίξαι! (Θουκ, V, 9) αλλά και Ὦ Ἀθηναῖοι, τοῦτο βεβαίως γνῶναι (αντί γνῶτε) (στο Περὶ τῶν ἐν Χερρονήσῳ, 39) και αλλού.  Έπειτα το απαντούμε αντί ευχετικής ευκτικής, κυρίως στην δραματική ποίηση, ποτέ όμως στην Πεζογραφία. Αυτο δεν λέει κάτι γιατί η χρήση του απαρεμφάτου αντί ευχετικής ευκτικής δεν υπαγορεύεται από το μέτρο αλλά αντικατοπτρίζει μια πάγια συνήθεια των Αρχαίων Ελλήνων. Τέλος, το απαντούμε σε αναφωνήσεις με έντονο ψυχικό πάθος π.χ. στο δημοσθένειο "Τόν δὲ βάκανον, τὸν δὲ ὄλεθρον, τοῦτον δὲ ὑβρίζειν, ἀναπνεῖν δέ;". Σε όλες τις περιπτώσεις το απαρέμφατο σε θέση ρήματος εκφράζει επιθυμία. Συνεπώς και στις δευτερεύουσες που απαντάται θα εκφράζει επιθυμία.
Η μετοχή, αντίθετα, δεν μπορεί να "σταθεί" μόνη της σε κύριες- ανεξἀρτητες προτάσεις σε θέση ρήματος. Συνεπώς, δεν μπορεί να σταθεί και σε δευτερεύουσες, αντί ρήματος. Παραδείγματα του στυλ "Λέγεται δὲ τοῦδ' ἕνεκα ταῦθ' ἡμῖν, ὡς ἡμεῖς τῇ σῇ πόλει ἀρχὰς οὔθ' ὅτι πλούσιός ἐστίν τις δώσομεν, οὔθ' ὅτι τῶν τοιούτων ἄλλο οὐδὲν κεκτημένος, ἰσχὺν ἢ μέγεθος ἤ τι γένος" (Πλάτωνος Νόμοι 715b) κινούνται αναμφισβήτητα σε άλλο μήκος κύματος καθώς εννούμε λέξεις που ξεκάθαρα έχουν παραλειφθεί.

Ξεκινώντας από την παραπάνω λογική, φτάνουμε στις χρονικές με το πρίν. Ο προαναφερθείς σύνδεσμος όταν εισάγει χρονικές προτάσεις είναι πρόδηλο ότι επιφορτίζεται με δύο πολύ συγκεκριμένες παραμέτρους οι οποίες δεν υπάρχουν στις άλλες χρονικές προτάσεις. Άρα οι χρονικές με το πρὶν έχουν εξαρχής κάτι διαφορετικό από τις άλλες χρονικές προτάσεις. Κατά συνέπειαν, αίρεται αυτό που λες για τις πριν προτάσεις de facto. Δηλαδή, στις υπόλοιπες χρονικές προτάσεις δεν έχουμε ψήγματα διαφοροποίησης, όπως αυτά που θα περιγράψω. α) Εισάγει προτάσεις που εκφράζουν κάτι προτερόχρονο σε σχέση με την πρόταση εξάρτησης αλλά και προτάσεις υστερόχρονες της πρότασης εξάρτησης β) εισάγει προτάσεις που προσδιορίζονται από καταφατική εξάρτηση αλλά και προτάσεις που προσδιορίζονται από αποφατική εξάρτηση. Οι Αρχαίοι Έλληνες για να κάνουν πιο διακριτή την διαφοροποίηση εισήγαγαν τις χρονικές που εξέφραζαν κάτι προτερόχρονο με έγκλιση και αντίθετα κάτι υστερόχρονο με απαρέμφατο, που απὀ πριν είδαμε ότι εξέφραζε κάτι ενδεχόμενο και έντονη επιθυμία (προσταγή, αναφώνηση κ.λπ.).  Από την άλλη αν προσδιοριζόταν από καταφατική πρόταση εξεφέρετο με απαρέμφατο, αλλιώς με έγκλιση. Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχουν ελαχιστότατες παραφωνίες/ εξαιρέσεις που απλώς υφίστανται για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Άρα, θα έπρεπε να σκεφτείς, μήπως το αυξημένο σημασιολογικό φορτίο του πρὶν καθιστά επιβεβλημένη την διαφοροποίηση αυτή; Δεν απορρίπτεται φυσικά και η προθετική έκφανση του πρὶν που ούτως ή άλλως είναι σπάνια στην Αττική Πεζογραφία, έως ανύπαρκτη (κυρίως ως τμήμα εμπροθέτου απαντάται και ελάχιστα παραδείγματα σε άλλα συμφραζόμενα). Αλλά και στα τελευταία είναι ξεκάθαρο ότι δεν υπάρχει χρονική πρόταση. Αντίθετα στα παραδείγματα που συζητάμε δεν υπάρχει στοιχείο που να μην δείχνει συμπεριφορά χρονικής πρότασης.

Από την άλλη το ὥστε δεν απαντάται ποτέ εν είδει μορίου. Είναι δική σου εφεύρεση. Το ὡς εννοείται είναι διαφορετική περίπτωση γιατί πολύ απλά μπορεί να είναι είκοσι οχτώ διαφορετικά πράγματα. Η αλήθεια είναι ότι δεν κατάλαβα την δικαιολόγηση του ὥστε και καλό είναι να δώσεις παράδειγμα στο τι εννοείς. Από τα λίγα που γράφεις αποκωδικοποίησα ότι δεν λαμβάνεις καθόλου υπόψη σου ότι η κύρια χρήση των απαρεμφατικών προτάσεων με το ὥστε δεν είναι ο επιδιωκόμενος σκοπός αλλά το φυσικό επακόλουθο/ ενδεχόμενο αποτέλεσμα αλλά και πιο σπάνια ο όρος/ προϋπόθεση/ συμφωνία. Μένεις πολύ στον επιδιωκόμενο σκοπό χωρίς όμως να λες κάτι πιο συγκεκριμένο. Σίγουρα το άναρθρο απαρέμφατο μπορεί να ενέχει σκοπό, όπως και το έναρθρο εντός προθετικού συνόλου αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το ὥστε θεωρείται περιττό. Κάνεις το λάθος και βάζεις στο ίδιο καλάθι μόρια και όρους που η εντελώς τυχαία βρίσκονται εκεί ή καμία μαθηματικώς επαναλαμβανόμενη αλληλουχία δεν αντικατοπτρίζουν.

Εξάλλου, το μόριο ὡς μπορεί να συνοδεύει για άλλο λόγο μια κατηγορηματική μετοχή, για άλλο λόγο μια τελική μετοχή, για άλλο λόγο μια αιτιολογική μετοχή και για άλλο λόγο (κυρίως το ὥσπερ) μια υποθετική- παραβολική μετοχή. Από την φύση τους, οι τελικές μετοχές εξαρτώνται από ρήματα κίνησης ή σκόπιμης ενέργειας. Όποτε υπάρχει το ὡς δίπλα σε τελική μετοχή το μόνο που δείχνει είναι έναν σκοπό προσχηματικό, μια υποκειμενική πρόθεση και τίποτα παραπάνω από όσα λες. Σίγουρα απαντάται κυρίως με ρήματα σκόπιμης ενέργειας αλλά σχετικά συχνά και με κίνησης π.χ. Τριήρεις ἐξέπεμπον ὡς γῆς καὶ θαλάττης ἄρξοντες ή Καλλικρατίδας ἀνήγετο περὶ μέσας νύκτας ὡς ἐξαπιναίως προσπεσούμενος κ.π.ά. Μάλιστα, ο Θουκυδίδης απορρίπτει μετά βδελυγμίας την θεωρία που ήθελε το ρ. παρασκευάζομαι να συντάσσεται με τελική μετοχή συνοδεύομενη από το ὡς και κάνει το εντελώς ανάποδο, δηλαδή δεν βάζει ὡς: Βρασίδας παρεσκευάζετο ἐπιθησόμενος. Άρα δεν φαίνεται να υπάρχει ούτε κανόνας ούτε άρση του κανόνα απλώς αντικατοπτρίζεται μια συνήθεια που είτε τηρείται είτε αποφεύγεται ένεκα του τρόπου γραφής κάθε συγγραφέα.

Το απαρέμφατο λαμβάνεται ως φράση μόνο στα απόλυτα απαρέμφατα π.χ. ὡς συνελόντι εἰπεῖν αλλά εκεί είναι διαφορετική και ξεκάθαρα παγιωμένη η χρήση του. Από την στιγμή που δεν έχουμε έστω ένα χωρίο της Αρχαίας Ελληνικής που να υφίστανται οι χρἠσεις που περιέγραψες είναι έωλη (αίολη κατά τον υπουργό μας) η θεωρία σου. Π.χ. μετά από τα μέμνημαι, οἶδα, ἀκούω + πρόταση με το ὅτε υπάρχει έστω ένα χωρίο του Λυσία που να μας δείχνει ξεκάθαρα ότι δεν πρόκειται περί ειδικής πρότασης αλλά περί χρονικής που προσδιορίζει παραλειφθέντα όρο. Κι αυτό γιατί σε αυτό το ένα και μοναδικό χωρίο υπάρχει ολόκληρος και δεν παραλείπεται ο χρονικός όρος που στο 99,9% των άλλων σημείων που απαντάται παραλείπεται. Εδώ δεν έχουμε κάτι τέτοιο.....

Σελίδες: 1234 ... 9

Pde.gr, © 2005 - 2024

Το pde σε αριθμούς

Στατιστικά

μέλη
  • Σύνολο μελών: 32329
  • Τελευταία: kblala
Στατιστικά
  • Σύνολο μηνυμάτων: 1162164
  • Σύνολο θεμάτων: 19242
  • Σε σύνδεση σήμερα: 735
  • Σε σύνδεση έως τώρα: 1964
  • (Αύγουστος 01, 2022, 02:24:17 μμ)
Συνδεδεμένοι χρήστες
Μέλη: 3
Επισκέπτες: 698
Σύνολο: 701

Πληροφορίες

Το PDE φιλοξενείται στη NetDynamics

Όροι χρήσης | Προφίλ | Προσωπικά δεδομένα | Υποστηρίξτε μας

Επικοινωνία >

Powered by SMF 2.0 RC4 | SMF © 2006–2010, Simple Machines LLC
TinyPortal 1.0 RC1 | © 2005-2010 BlocWeb

Δημιουργία σελίδας σε 0.09 δευτερόλεπτα. 24 ερωτήματα.