0 μέλη και 7 επισκέπτες διαβάζουν αυτό το θέμα.
Συμφωνείτε ότι η υποτακτική των τελικών προτάσεων είναι βουλητική και όχι μελλοντική – προσδοκώμενου, όπως συνηθίζεται να αναγνωρίζεται; Ο Γρηγορόπουλος τη θεωρεί βουλητική, αλλά, όταν συνοδεύεται από το αοριστολογικό ἄν, του προσδοκώμενου. Ότι, όταν συνοδεύεται από το αοριστολογικό μόριο είναι του προσδοκώμενου είναι βέβαιο. Το ερώτημα είναι τι είναι σε όλες τις άλλες περιπτώσεις. Από όσα διάβασα στον Humbert (μεταξύ άλλων και από τις παρατηρήσεις του, πρώτον για τον ἵνα, ότι σε αντίθεση με τους άλλους συνδέσμους οι οποίοι συνεκφερόμενοι μετά του ἂν επιδέχονται υποτακτική του προσδοκώμενου ή ευκτική του δυνατού, ο ἵνα ποτέ δεν συνοδεύεται από το μόριο ἄν, και δεύτερον για το ἄν, ότι ενισχύει την έκφραση του προσδοκώμενου, αλλά ουδεμία σχέση έχει προς το σκοπό. Το προσδοκώμενο τούτο χρησιμεύει ως ισοδύναμο του σκοπού και ως τέτοιο, τουλάχιστον στην αττική, οφείλει να υποστηρίζεται υπό του ἄν) βγάζω το συμπέρασμα ότι εννοεί αυτό που γράφει και ο Γρηγορόπουλος, ότι δηλαδή η υποτακτική είναι του προσδοκώμενου μόνο όταν συνοδεύεται από το ἄν.
Στις τελικές και τις ενδοιαστικές προτάσεις η υποτακτική εκφράζει και δεοντική τροπικότητα (επιθυμητό και ανεπιθύμητο αντίστοιχα) και επιστημική τροπικότητα (πιθανό-προσδοκώμενο).
Και μια που θυμήθηκα αυτό το παράδειγμα, να ρωτήσω και κάτι για το οποίο δεν είμαι σίγουρη: το οὐχ πού ακριβώς ανήκει; Δεν μου φαίνεται να συνάπτεται με το ἐπιτηδεύομεν. Νομίζω ότι ανήκει στην κύρια, αλλά συνάπτεται με την τελική. Δεν μπορώ όμως να περιγράψω καθόλου τον ρόλο του.
Υποθέτω ότι εννοείς ταυτόχρονα (όχι ή το ένα ή το άλλο ανάλογα με την περίπτωση). Αυτό είναι το πιο λογικό, αλλά δεν εξηγεί την άποψη ότι η υποτακτική των τελικών είναι η βουλητική. Δηλαδή, δεν συμφωνείς με αυτήν την άποψη;
Τι γίνεται όμως, όταν έχουμε υποτακτική με ἄν, δεδομένου ότι παντού αναφέρεται ρητώς ότι η βουλητική δεν συνοδεύεται ποτέ από ἄν;
Όχι, δεν συμφωνώ. Πιστεύω ότι η υποτακτική στις τελικές εκφράζει και επιστημική και δεοντική τροπικότητα, δηλαδή πιο συγκεκριμένα, και το πιθανό και το επιθυμητό.
Συνάδελφοι καλησπέρα. Μεγάλωσα έχοντας μάθει στο σχολείο και στο πανεπιστήμιο ότι το φύσει και το νόμω είναι δοτικές της αιτίας π.χ. στο απόσπασμα παῖς φύσει φιλόστοργος ὤν (Ξενοφών, Κύρου παιδεία, 1, 3, 1-2). Σήμερα βλέπω στα συντακτικά (π.χ.
Εξαρτάται από τη σημασία που έχουν στην πρόταση. Πάντως, αν έχουν την έννοια "εκ φύσεως" και "εκ του νόμου", της αιτίας είναι.
Τα περί δεοντικής και επιστημικής τροπικότητας πότε έγιναν γνωστά στους φιλολόγους; Σκέφτομαι μήπως ο Schwyzer και ο Humbert δεν τα είχαν υπ’ όψιν τους, και για αυτό θεώρησαν ότι δεν μπορεί η μία υποτακτική της ίδιας πρότασης να εκφράζει ταυτόχρονα και επιθυμία και πιθανότητα.
Πάντως, αν έχουν την έννοια "εκ φύσεως" και "εκ του νόμου", της αιτίας είναι.
Γιατί αιτίας; Εγώ, όταν σημαίνουν "εκ φύσεως" ή "εκ νόμου", τρόπου τις έχω μάθει, όπως τρόπου θεωρούσα και τον αντίστοιχο εμπρόθετο. Και μόνο στο Ἅπας ὁ τῶν ἀνθρώπων βίος, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, κἂν μεγάλην πόλιν οἰκῶσι κἂν μικράν, φύσει καὶ νόμοις διοικεῖται (ή σε κάτι ανάλογο) θα τις έλεγα μέσου.
Όταν λέει "παῖς φύσει φιλόστοργος ὤν", η δοτική δείχνει την αιτία της φιλοστοργίας του, όχι με ποιον τρόπο εκδηλώνεται αυτή.
Αν είχαμε την πρόταση "η πόλις νόμοις διοικείται", εκεί θα έλεγα ότι είναι δοτική του μέσου, μια και αυτοί που τη διοικούν είναι κάποιοι άνθρωποι.Στο παράδειγμα που παραθέτεις, εμένα οι δοτικές μου φαίνονται περισσότερο ως δοτικές του ποιητικού αιτίου και θεωρώ ότι η φύσις και οι νόμοι εμφανίζονται ως προσωποποιημένες έννοιες.
Το "είμαι κάτι εξ αιτίας της φύσης μου" και το "από τη φύση μου" είναι ακριβώς το ίδιο; Το "εκ πεποιθήσεως" τι δηλώνει, τρόπο ή αίτια;
Εγώ αυτό το μεταφράζω "με βάση τη φύση και τους νόμους", για αυτό το θεωρούσα μέσου. Το ποιητικό αίτιο δεν το είχα σκεφτεί, αλλά δεν ξέρω ... Θα μπορούσε να είναι και έτσι.