Dwrina και 2 επισκέπτες διαβάζουν αυτό το θέμα.
Το utilis συντάσσεται και με ad + αιτιατ. γερουνδίου ή γερουνδιακού ή ουσιαστικού.
Τυπικά και βέβαια μπορείς, αλλά εδώ συμπτύσσεις μόνο τη χρονική, ενώ την αναφορική απλώς την παθητικοποιείς.
Είπα "τυπικά", γιατί η σύμπτυξη και των δύο δευτερευουσών παράγει ένα κάπως αφύσικο αποτέλεσμα: Nam mortua est Caecilia, a Metello multum amata vivens.
Και με τι άλλο; Και με σουπίνο και με δοτική γερουνδίου, όπως το έχει ο Γιαγκόπουλος;
Για το optimus - bonus ισχύει ότι το πρώτο συντάσσεται με σουπίνο, ενώ το δεύτερο με δοτική γερουνδίου;
Όταν αναλύουμε έναν επιθετικό προσδιορισμό (ή μια παράθεση) σε δευτερεύουσα αναφορική, δεν χρησιμοποιούμε πάντοτε ενεστώτα ή παρατατικό; Ενεστώτα, όταν το ρήμα της πρότασης, στην οποία ανήκει ο ο επιθετικός προσδιορισμός είναι αρκτικού χρόνου, παρατατικό, όταν είναι ιστορικού; Έτσι νόμιζα, αλλά το longa στο at contra hos, si pergis, aut immatūra mors aut longa servitus manet το ψηφιακό βοήθημα το αναλύει με μέλλοντα (quae longa erit). Δεν ξέρω αν υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες πρέπει να χρησιμοποιήσουμε μέλλοντα, αλλά εδώ το ρήμα της πρότασης είναι σε ενεστώτα και ο υποθετικός λόγος αναφέρεται στο παρόν. Άρα, δεν είναι πιο σωστός ο ενεστώτας;
Num ad hostem veni et captiva in castris tuis sum ?: για να τρέψουμε αυτήν την ερώτηση σε ερώτηση της οποίας δεν γνωρίζουμε την απάντηση, που ακριβώς θα βάλουμε το ne: Εδώ η έμφαση νομίζω ότι δίνεται στο hostem και όχι στο ρήμα. Άλλωστε τα ρήματα είναι δύο, οπότε, αν βάλω το ne στο ρήμα, Venine ad hostem veni et captiva in castris tuis sum ?, δίνω έμφαση μόνο στο ένα ρήμα, όχι και στα δύο. Για αυτό, μπορώ να το κάνω Ad hostemne veni et captiva in castris tuis sum ?
Οι μετοχές της Λατινικής, όλες, έχουν άρνηση non;
Παρά τους ενεστώτες σε υπόθεση και απόδοση, είναι φανερό ότι ο υποθετικός λόγος αναφέρεται στο μέλλον. Αυτό ισχύει κυρίως στην καθομιλουμένη Λατινική, γι' αυτό και τα περισσότερα παραδείγματα αντλούνται από τους κωμικούς (δες και τον Woodcock, 194· το ίδιο αναφέρεται και στο OLD, si 1 b). Εδώ λοιπόν η longa servitus είναι σαφές ότι δεν είναι πραγματική κατάσταση του παρόντος αλλά κάτι που θεωρείται βέβαιο στο μέλλον. Επομένως, ο μέλλοντας στην αναφορική πρόταση φαίνεται προτιμότερος. Δεν ξέρω αν σε αναφορική πρόταση μπορεί να σταθεί ο ενεστώτας με σημασία μέλλοντα - δεν το νομίζω όμως.
Quae dura et acerba nascuntur, post fiunt mitia et iucunda: η ουσιαστική αναφορική μπορεί να συμπτυχθεί σε μετοχή η οποία θα επέχει θέση υποκειμένου στο fiunt ή πρέπει να δώσουμε υποχρεωτικά ως υποκείμενο το ea; Παράθεση από: Sali στις Απριλίου 12, 2019, 07:30:22 pmΑφού η πρόταση έχει θέση υποκειμένου, πρέπει και η μετοχή να έχει την ίδια θέση, οπότε η δεικτική αντωνυμία όχι μόνο είναι περιττή, αλλά είναι και λανθασμένη επιλογή. Γενικά, αν μια επιθετική μετοχή λειτουργεί ουσιαστικά (κυρίως ως υποκ. ή αντικ.), δεν επιτρέπει τη χρήση δεικτικής αντωνυμίας: Liv. 25.11.11 propius inopiam erant obsidentes quam obsessi, πιο κοντά στην πείνα ήταν οι πολιορκητές παρά οι πολιορκημένοι· Caes. Civ. III, 73, 5 (Caesar dixit) se ... expulisse ac superasse pugnantis, ο Καίσαρας είπε ότι είχε απωθήσει και είχε νικήσει τους μαχόμενους (αντιπάλους).
Αφού η πρόταση έχει θέση υποκειμένου, πρέπει και η μετοχή να έχει την ίδια θέση, οπότε η δεικτική αντωνυμία όχι μόνο είναι περιττή, αλλά είναι και λανθασμένη επιλογή. Γενικά, αν μια επιθετική μετοχή λειτουργεί ουσιαστικά (κυρίως ως υποκ. ή αντικ.), δεν επιτρέπει τη χρήση δεικτικής αντωνυμίας: Liv. 25.11.11 propius inopiam erant obsidentes quam obsessi, πιο κοντά στην πείνα ήταν οι πολιορκητές παρά οι πολιορκημένοι· Caes. Civ. III, 73, 5 (Caesar dixit) se ... expulisse ac superasse pugnantis, ο Καίσαρας είπε ότι είχε απωθήσει και είχε νικήσει τους μαχόμενους (αντιπάλους).
Αυτές οι τελευταίες, που δεν προσδιορίζουν κάποιον όρο, πώς αναλύονται σε αναφορική πρόταση (π.χ. nihil difficile amanti puto); Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε δεικτική αντωνυμία;Παράθεση από: Sali στις Απριλίου 12, 2019, 07:30:22 pmΌταν η μτχ. έχει θέση υποκειμένου, η δεικτική αντων. είναι προαιρετική. Τις μετοχές λοιπόν από το προηγούμενο παράδειγμά μου (Λίβιος) τις αναλύουμε ως εξής: obsidentes = (ei) qui obsidebant· obsessi = (ei) qui obsessi erant. Αλλά όταν η μτχ. έχει θέση αντικειμένου (ή κάποια άλλη), νομίζω πως η δεικτική αντωνυμία είναι απαραίτητη (λαμβανομένου υπόψη ότι η αναφ. αντων. θα πρέπει οπωσδήποτε να βρίσκεται σε ονομαστική πτώση).
Όταν η μτχ. έχει θέση υποκειμένου, η δεικτική αντων. είναι προαιρετική. Τις μετοχές λοιπόν από το προηγούμενο παράδειγμά μου (Λίβιος) τις αναλύουμε ως εξής: obsidentes = (ei) qui obsidebant· obsessi = (ei) qui obsessi erant. Αλλά όταν η μτχ. έχει θέση αντικειμένου (ή κάποια άλλη), νομίζω πως η δεικτική αντωνυμία είναι απαραίτητη (λαμβανομένου υπόψη ότι η αναφ. αντων. θα πρέπει οπωσδήποτε να βρίσκεται σε ονομαστική πτώση).
Σύμφωνα με τα παραπάνω η δεικτική αντωνυμία χρησιμοποιείται (προαιρετικά ή υποχρεωτικά) πριν από αναφορική πρόταση, αλλά όχι πριν από αναφορική μετοχή. Επομένως, και στο Nonnulli sunt in hoc ordine, qui aut ea, quae imminent, non videant, όταν συμπτύξουμε την αναφορική quae imminent σε μετοχή, θα αφαιρέσουμε το ea (όπως κάνουμε και με τη δεικτική αντωνυμία της α.ε., όταν συμπτύσσουμε σε μετοχή αναφορική πρόταση), σωστά; Ρωτάω, γιατί το ψηφιακό βοήθημα κρατάει το ea πριν από το imminentia και δεν μπορώ να είμαι και απολύτως σίγουρη αν πρόκειται για ένα ακόμη λάθος του ψ.β. ή μήπως υπάρχει κάποιος λόγος (μήπως, επειδή υπάρχει κόμμα στο λατινικό κείμενο μετά το ea, θεωρεί την αναφορική παράθεση και για αυτό κρατάει το ea; Αλλά δεν είναι παράθεση και ούτε αναγνωρίζεται ως παράθεση στο ψ.β., αλλά μόνο ως προσδιοριστική στο ea).
Η δεικτική αντωνυμία απαγορεύεται δια ροπάλου μπροστά από (ουσιαστικοποιημένη) αναφορική μετοχή. Ο Woodcock, 101, το ξεκαθαρίζει απόλυτα (δικές μου οι επισημάνσεις): It is to be observed that Latin does not add to a participle so used a demonstrative pronoun, as English does. A pronoun with the participle renders it predicative; e.g. eos timentes confirmat would mean 'when they were afraid, he encouraged them'; ei obsidentes would mean 'they, while conducting the siege...', and so on.
Ενδιαφέρουσα παρατήρηση! Αλλά τι ακριβώς σημαίνουν αυτά που γράφει; Ότι μπορούμε να αναγνωρίσουμε μια μετοχή της οποίας προηγείται δεικτική αντωνυμία ως αναφορική, αν τα συμφραζόμενα υποστηρίζουν τον ρόλο της ως κατηγορηματικού προσδιορισμού ή ότι στην περίπτωση αυτή η μετοχή μπορεί ή είναι προτιμότερο ή πρέπει να θεωρηθεί επιρρηματική χρονική;
Caesar ex captīvis cognoscit quae apud Cicerōnem gerantur: οι πλάγιες ερωτήσεις με παθητικό ρήμα δεν υπάρχει δυνατότητα να τραπούν έτσι, ώστε να δηλώνουν υστερόχρονο;
Ασφαλώς το δεύτερο. Για να μη μακρηγορώ, δες τον Woodcock, 88, για τη σημασία του predicative.
Πώς μπορεί να γίνει αυτό;
A, κατάλαβα. Όταν μιλάει για predicative use της μετοχής, αναφέρεται στις επιρρηματικές μετοχές.
Ίσως ο Woodcock με όλα όσα γράφει ενδιαφέρεται απλώς να διακρίνει τη χρήσης της μετοχής ως επιθέτου από όλες τις άλλες χρήσεις της, συμπεριλαμβανομένης της παράθεσης, ακόμη και αν πράγματι αυτή προσδιορίζει όνομα.
Άρα, δεν λέγεται (δεν υπάρχει τρόπος) στη Λατινική "ρωτάω τι θα γραφτεί από κάποιον".
Αν ζητηθεί (γιατί ζητείται σε άσκηση) ανάλυση χρονικής μετοχής που εξαρτάται από ρήμα ιστορικού χρόνου με χρονικό cum, ποιον χρόνο της οριστικής θα χρησιμοποιήσουμε για το σύγχρονο και ποιον για το προτερόχρονο; Για το σύγχρονο λογικά οριστική παρατατικού. Για το προτερόχρονο, αν κρίνω από αυτά που γράφει ο Woodcock στην παράγραφο 239, 6 a, ισχύει ό,τι και για τις χρονικές με postquam κ.λπ., δηλαδή οριστική παρακειμένου, εκτός αν το ρήμα εξάρτησης βρίσκεται σε υπερσυντέλικο, οπότε τίθεται και στη χρονική οριστική υπερσυντελίκου.
Υπάρχει περίπτωση χρονική που δηλώνει προτερόχρονο να εξαρτάται από ενεστώτα; Γιατί ούτε στη νέα Ελληνική μπορώ να σκεφτώ κάτι τέτοιο. Αν πω π.χ. "αφού τελείωσα τις δουλειές μου, πάω μια βόλτα", η δευτερεύουσα μου φαίνεται αιτιολογική.