*

Αποστολέας Θέμα: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο  (Αναγνώστηκε 583206 φορές)

0 μέλη και 2 επισκέπτες διαβάζουν αυτό το θέμα.

Αποσυνδεδεμένος apri

  • Ιστορικό μέλος
  • *****
  • Μηνύματα: 5700
  • Φύλο: Γυναίκα
  • Dum spiro, spero
    • Προφίλ
Απ: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο
« Απάντηση #420 στις: Μάρτιος 19, 2012, 10:17:22 μμ »
@aris82
Ok, ως προς την ανάλυση του «μέλει». Μ’ αυτήν συμφωνώ, αν και μπορούμε να συντάξουμε και απευθείας το υπάρχον κείμενο. Η ισοδύναμη πρόταση περισσότερο στην κατανόηση του νοήματος βοηθά, παρά στη σύνταξη.

Ως προς το θέμα των απαρεμφατικών προτάσεων, αν και θα ήταν πιο εύκολο να σε παραπέμψω στην τότε μακρά συζήτηση, επειδή είναι πράγματα στα οποία δεν έχω καταλήξει και ακόμα και τώρα δουλεύω στο μυαλό μου, θα προτιμήσω να παραθέσω με συντομία τι σκέπτομαι για το θέμα αυτήν τη στιγμή. Απλώς δεν ξέρω αν θα μπορέσω να απαντήσω στα τυχόν σχόλια σου μέσα στην εβδομάδα, γιατί θα έχω πάρα πολλή δουλειά από αύριο.

Υπάρχει, λοιπόν, ένα θέμα: Το απαρέμφατο αποτελεί μέρος φράσης ή πρότασης;

Στα αρχαία ελληνικά, το απαρέμφατο, όταν εμφανίζεται μόνο του και ανεξαρτήτως του είδους του, το εκλαμβάνουμε ως φράση και όχι ως πρόταση.

Μιλάμε για απαρεμφατικές προτάσεις μόνο όταν προηγείται το «πριν» και το «ώστε», γιατί θυμίζουν έτσι έντονα τις αντίστοιχες δευτερεύουσες.



Το ερώτημα το δικό μου είναι: Το «πριν» και το «ως/ώστε» λειτουργούν όντως ως σύνδεσμοι δίπλα στο απαρέμφατο;

Προσωπικώς αμφιβάλλω:

1.Το «πριν» θα μπορούσε να εκληφθεί άνετα ως επίρρημα. Το γεγονός ότι κανένας άλλος αυστηρά χρονικός σύνδεσμος (π.χ ότε) δεν εμφανίζεται μαζί με το απαρέμφατο, παρά μόνο το «πριν» που έχει διττή φύση, είναι μια ένδειξη. Άρα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το πριν+απαρέμφατο συνιστά επιρρηματική απαρεμφατική φράση.

2. Τα «ως/ώστε» θα μπορούσαν να εκληφθούν ως μόρια.  Γιατί;

Το απαρέμφατο μπορεί από μόνο του να εκφράζει επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. (Αναφέρομαι στο γνωστό απαρέμφατο του σκοπού/αποτελέσματος).

Παρατηρώ δε ότι όπου είναι εμφανής η σημασία του από τα συμφραζόμενα (π.χ ρήμα εξάρτησης που δηλώνει κίνηση ή σκόπιμη ενέργεια, προηγείται αναφορική αντωνυμία όσος/οιος) το ως/ώστε δεν εμφανιζόταν. Σε στερεότυπη συντακτική δομή (β’ όρος σύγκρισης) ήταν προαιρετικό, ενώ όταν το ρήμα εξάρτησης δεν προδιέθετε για κάποιο σκοπό, εμφανιζόταν υποχρεωτικά το «ως/ώστε» μπροστά.

Κάτι παρόμοιο παρατηρείται και στην τελική μετοχή, που άλλοτε έχει μπροστά το «ως», άλλοτε όχι.
(Οἱ Ἕλληνες παρεσκευάζοντο ὡς δεξόμενοι αὐτόν/Ὁ δὲ συλλαμβάνει Κῦρον ὡς ἀποκτενῶν).
Το "ως" συνήθως θεωρείται εδώ ότι δίνει υποκειμενική χροιά. Μήπως όμως απλά εμφανιζόταν όταν το ρήμα εξάρτησης δεν ήταν ρήμα κίνησης; Απλώς αναρωτιέμαι...
Όπως και να έχει, στην περίπτωση της μετοχής το «ως» το εκλαμβάνουμε ως μόριο και δεν διανοούμαστε να μιλήσουμε για πρόταση. Στην περίπτωση του απαρεμφάτου γιατί να μην ισχύει το ίδιο;

Για τους παραπάνω λόγους κλίνω προς το συμπέρασμα ότι ενδέχεται να μην έχουμε τελικώς απαρεμφατικές προτάσεις, αλλά φράσεις.
Αυτά προς το παρόν... ::)



......τα φτερά άπλωσε πλέρια, άκρη ο κόσμος δεν έχει,
είναι πι' όμορφοι οι άγνωστοι πάντα γιαλοί.... (Κ. Χατζόπουλος)

Αποσυνδεδεμένος PDE ads

  • Ιστορικό μέλος
  • *****
  • Μηνύματα: 4006
  • Λατρεύω την εκπαίδευση
    • Προφίλ
    • E-mail
    • Προσωπικό μήνυμα (Εκτός σύνδεσης)
Απ: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο
« Δημοσιεύτηκε: Σήμερα στις 22:42:08 »

Αποσυνδεδεμένος aris82

  • Προχωρημένο μέλος
  • **
  • Μηνύματα: 125
  • Φύλο: Άντρας
  • μεταξὺ χειλέων καὶ κύλικος πολλὰ πέλει
    • Προφίλ
Απ: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο
« Απάντηση #421 στις: Μάρτιος 20, 2012, 01:35:51 μμ »
Αν και κάποιος κακοπροαίρετος θα μπορούσε σε ένδειξη διαμαρτυρίας να αναστείλει την ιδιότητά του ως συμφορουμίτης για όσα γράφεις, λέγοντας ότι είναι φευ εξοργιστικά, θα προσπαθήσω να είμαι πιο συγκρατημένος και να βάλω τα πράγματα στην σωστή βάση. Βέβαια, το γεγονός ότι λες φωναχτά κάποιες σκέψεις σου και δεν διατυπώνεις θεωρία (κοσμοθεωρία την είπα σε προηγούμενη ανάρτηση) διορθώνει λίγο την κατάσταση.

Το σκεπτικό σου, για να εδράζεται σε σωστή και προπάντων λογική βάση θα έπρεπε να ξεκινάει από άλλη αφετηρία. Θα έπρεπε πιο συγκεκριμένα να αναρωτηθείς αν μπορούμε να έχουμε απαρέμφατο σε θέση ρήματος σε μια αναξάρτητη πρόταση. Γιατί φυσικά αν δεν έχουμε κάτι τέτοιο τότε τα πράγματα δυσχεραίνουν για όλους μας. Όπως γνωρίζεις καλά, μπορούμε να έχουμε απαρέμφατο σε θέση ρήματος σε ανεξάρτητη πρόταση. Τις περισσότερες φορές αυτό κείται αντί της προστακτικής. Πρόκειται για μια χρήση ιδιαίτερα αγαπητή στην ποίηση και δη στην πρώιμη. Ωστόσο, τέτοια χρήση του απαρεμφάτου είναι αρκετές φορές απαντώμενη και στην Κλασσική Αττική Πεζογραφία και μάλιστα από πεζογράφους που φημίζονται για τον σωστό λόγο τους και για την εύστοχη χρήση της Αρχαίας Ελληνικής, όπως ο Δημοσθένης. Απαντάται όχι πολλές φορές αλλά τόσες ώστε να φαίνεται ξεκάθαρα ότι δεν διορθώνεται από την χειρόγραφη παράδοση ούτε είναι άπαξ ειρημένον. Π.χ. Κλεαρίδα, τὰς πύλας ἀνοίξας ἐπεκθεῖν (αντί ἐπέκθει) καὶ ἐπείγεσθαι (αντί ἐπείγου) ξυμμίξαι! (Θουκ, V, 9) αλλά και Ὦ Ἀθηναῖοι, τοῦτο βεβαίως γνῶναι (αντί γνῶτε) (στο Περὶ τῶν ἐν Χερρονήσῳ, 39) και αλλού.  Έπειτα το απαντούμε αντί ευχετικής ευκτικής, κυρίως στην δραματική ποίηση, ποτέ όμως στην Πεζογραφία. Αυτο δεν λέει κάτι γιατί η χρήση του απαρεμφάτου αντί ευχετικής ευκτικής δεν υπαγορεύεται από το μέτρο αλλά αντικατοπτρίζει μια πάγια συνήθεια των Αρχαίων Ελλήνων. Τέλος, το απαντούμε σε αναφωνήσεις με έντονο ψυχικό πάθος π.χ. στο δημοσθένειο "Τόν δὲ βάκανον, τὸν δὲ ὄλεθρον, τοῦτον δὲ ὑβρίζειν, ἀναπνεῖν δέ;". Σε όλες τις περιπτώσεις το απαρέμφατο σε θέση ρήματος εκφράζει επιθυμία. Συνεπώς και στις δευτερεύουσες που απαντάται θα εκφράζει επιθυμία.
Η μετοχή, αντίθετα, δεν μπορεί να "σταθεί" μόνη της σε κύριες- ανεξἀρτητες προτάσεις σε θέση ρήματος. Συνεπώς, δεν μπορεί να σταθεί και σε δευτερεύουσες, αντί ρήματος. Παραδείγματα του στυλ "Λέγεται δὲ τοῦδ' ἕνεκα ταῦθ' ἡμῖν, ὡς ἡμεῖς τῇ σῇ πόλει ἀρχὰς οὔθ' ὅτι πλούσιός ἐστίν τις δώσομεν, οὔθ' ὅτι τῶν τοιούτων ἄλλο οὐδὲν κεκτημένος, ἰσχὺν ἢ μέγεθος ἤ τι γένος" (Πλάτωνος Νόμοι 715b) κινούνται αναμφισβήτητα σε άλλο μήκος κύματος καθώς εννούμε λέξεις που ξεκάθαρα έχουν παραλειφθεί.

Ξεκινώντας από την παραπάνω λογική, φτάνουμε στις χρονικές με το πρίν. Ο προαναφερθείς σύνδεσμος όταν εισάγει χρονικές προτάσεις είναι πρόδηλο ότι επιφορτίζεται με δύο πολύ συγκεκριμένες παραμέτρους οι οποίες δεν υπάρχουν στις άλλες χρονικές προτάσεις. Άρα οι χρονικές με το πρὶν έχουν εξαρχής κάτι διαφορετικό από τις άλλες χρονικές προτάσεις. Κατά συνέπειαν, αίρεται αυτό που λες για τις πριν προτάσεις de facto. Δηλαδή, στις υπόλοιπες χρονικές προτάσεις δεν έχουμε ψήγματα διαφοροποίησης, όπως αυτά που θα περιγράψω. α) Εισάγει προτάσεις που εκφράζουν κάτι προτερόχρονο σε σχέση με την πρόταση εξάρτησης αλλά και προτάσεις υστερόχρονες της πρότασης εξάρτησης β) εισάγει προτάσεις που προσδιορίζονται από καταφατική εξάρτηση αλλά και προτάσεις που προσδιορίζονται από αποφατική εξάρτηση. Οι Αρχαίοι Έλληνες για να κάνουν πιο διακριτή την διαφοροποίηση εισήγαγαν τις χρονικές που εξέφραζαν κάτι προτερόχρονο με έγκλιση και αντίθετα κάτι υστερόχρονο με απαρέμφατο, που απὀ πριν είδαμε ότι εξέφραζε κάτι ενδεχόμενο και έντονη επιθυμία (προσταγή, αναφώνηση κ.λπ.).  Από την άλλη αν προσδιοριζόταν από καταφατική πρόταση εξεφέρετο με απαρέμφατο, αλλιώς με έγκλιση. Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχουν ελαχιστότατες παραφωνίες/ εξαιρέσεις που απλώς υφίστανται για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Άρα, θα έπρεπε να σκεφτείς, μήπως το αυξημένο σημασιολογικό φορτίο του πρὶν καθιστά επιβεβλημένη την διαφοροποίηση αυτή; Δεν απορρίπτεται φυσικά και η προθετική έκφανση του πρὶν που ούτως ή άλλως είναι σπάνια στην Αττική Πεζογραφία, έως ανύπαρκτη (κυρίως ως τμήμα εμπροθέτου απαντάται και ελάχιστα παραδείγματα σε άλλα συμφραζόμενα). Αλλά και στα τελευταία είναι ξεκάθαρο ότι δεν υπάρχει χρονική πρόταση. Αντίθετα στα παραδείγματα που συζητάμε δεν υπάρχει στοιχείο που να μην δείχνει συμπεριφορά χρονικής πρότασης.

Από την άλλη το ὥστε δεν απαντάται ποτέ εν είδει μορίου. Είναι δική σου εφεύρεση. Το ὡς εννοείται είναι διαφορετική περίπτωση γιατί πολύ απλά μπορεί να είναι είκοσι οχτώ διαφορετικά πράγματα. Η αλήθεια είναι ότι δεν κατάλαβα την δικαιολόγηση του ὥστε και καλό είναι να δώσεις παράδειγμα στο τι εννοείς. Από τα λίγα που γράφεις αποκωδικοποίησα ότι δεν λαμβάνεις καθόλου υπόψη σου ότι η κύρια χρήση των απαρεμφατικών προτάσεων με το ὥστε δεν είναι ο επιδιωκόμενος σκοπός αλλά το φυσικό επακόλουθο/ ενδεχόμενο αποτέλεσμα αλλά και πιο σπάνια ο όρος/ προϋπόθεση/ συμφωνία. Μένεις πολύ στον επιδιωκόμενο σκοπό χωρίς όμως να λες κάτι πιο συγκεκριμένο. Σίγουρα το άναρθρο απαρέμφατο μπορεί να ενέχει σκοπό, όπως και το έναρθρο εντός προθετικού συνόλου αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το ὥστε θεωρείται περιττό. Κάνεις το λάθος και βάζεις στο ίδιο καλάθι μόρια και όρους που η εντελώς τυχαία βρίσκονται εκεί ή καμία μαθηματικώς επαναλαμβανόμενη αλληλουχία δεν αντικατοπτρίζουν.

Εξάλλου, το μόριο ὡς μπορεί να συνοδεύει για άλλο λόγο μια κατηγορηματική μετοχή, για άλλο λόγο μια τελική μετοχή, για άλλο λόγο μια αιτιολογική μετοχή και για άλλο λόγο (κυρίως το ὥσπερ) μια υποθετική- παραβολική μετοχή. Από την φύση τους, οι τελικές μετοχές εξαρτώνται από ρήματα κίνησης ή σκόπιμης ενέργειας. Όποτε υπάρχει το ὡς δίπλα σε τελική μετοχή το μόνο που δείχνει είναι έναν σκοπό προσχηματικό, μια υποκειμενική πρόθεση και τίποτα παραπάνω από όσα λες. Σίγουρα απαντάται κυρίως με ρήματα σκόπιμης ενέργειας αλλά σχετικά συχνά και με κίνησης π.χ. Τριήρεις ἐξέπεμπον ὡς γῆς καὶ θαλάττης ἄρξοντες ή Καλλικρατίδας ἀνήγετο περὶ μέσας νύκτας ὡς ἐξαπιναίως προσπεσούμενος κ.π.ά. Μάλιστα, ο Θουκυδίδης απορρίπτει μετά βδελυγμίας την θεωρία που ήθελε το ρ. παρασκευάζομαι να συντάσσεται με τελική μετοχή συνοδεύομενη από το ὡς και κάνει το εντελώς ανάποδο, δηλαδή δεν βάζει ὡς: Βρασίδας παρεσκευάζετο ἐπιθησόμενος. Άρα δεν φαίνεται να υπάρχει ούτε κανόνας ούτε άρση του κανόνα απλώς αντικατοπτρίζεται μια συνήθεια που είτε τηρείται είτε αποφεύγεται ένεκα του τρόπου γραφής κάθε συγγραφέα.

Το απαρέμφατο λαμβάνεται ως φράση μόνο στα απόλυτα απαρέμφατα π.χ. ὡς συνελόντι εἰπεῖν αλλά εκεί είναι διαφορετική και ξεκάθαρα παγιωμένη η χρήση του. Από την στιγμή που δεν έχουμε έστω ένα χωρίο της Αρχαίας Ελληνικής που να υφίστανται οι χρἠσεις που περιέγραψες είναι έωλη (αίολη κατά τον υπουργό μας) η θεωρία σου. Π.χ. μετά από τα μέμνημαι, οἶδα, ἀκούω + πρόταση με το ὅτε υπάρχει έστω ένα χωρίο του Λυσία που να μας δείχνει ξεκάθαρα ότι δεν πρόκειται περί ειδικής πρότασης αλλά περί χρονικής που προσδιορίζει παραλειφθέντα όρο. Κι αυτό γιατί σε αυτό το ένα και μοναδικό χωρίο υπάρχει ολόκληρος και δεν παραλείπεται ο χρονικός όρος που στο 99,9% των άλλων σημείων που απαντάται παραλείπεται. Εδώ δεν έχουμε κάτι τέτοιο.....
« Τελευταία τροποποίηση: Μάρτιος 20, 2012, 02:04:53 μμ από aris82 »

Αποσυνδεδεμένος apri

  • Ιστορικό μέλος
  • *****
  • Μηνύματα: 5700
  • Φύλο: Γυναίκα
  • Dum spiro, spero
    • Προφίλ
Απ: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο
« Απάντηση #422 στις: Μάρτιος 20, 2012, 04:32:33 μμ »
Κατ’ αρχάς, δεν καταλαβαίνω πόθεν εκπορεύεται η οργή σου.
Μου ζήτησες να παραθέσω κάποιες σκέψεις μου (και όχι κατασταλαγμένες απόψεις) πάνω σε ένα θέμα και το έκανα.
Θα ήταν πολύ πιο ασφαλές για εμένα να μη θέτω κανένα θέμα ή να αναπαράγω μόνο ό,τι λένε τα υπάρχοντα συντακτικά. Ωστόσο, ούτε δίνω επίσημη απάντηση σε κάποιον που ζητά βοήθεια, για να λειτουργώ ως καλό «φωτοτυπικό μηχάνημα» των βιβλίων συντακτικού ούτε με ενδιαφέρει πια να μου πει κανείς αν έμαθα καλά το μάθημα ή όχι ούτε θεωρώ ότι η περιγραφή της γλώσσας είναι δεδομένη και δεν χωρεί αμφιβολία για οτιδήποτε.
 

Επί της ουσίας:

1. Η χρήση του απαρεμφάτου στις ανεξάρτητες προτάσεις δεν είμαι τόσο σίγουρη ότι αντιστοιχούσε μόνο στην προστακτική, την ευχετική ευκτική ή οτιδήποτε άλλο.
Με ποια έννοια το λέω;
Δεν θεωρώ λογικό να υπήρχε μια δομή που να εξέφραζε ακριβώς το ίδιο πράγμα με μια έγκλιση, γιατί στη γλώσσα ακόμα και οι φαινομενικά εναλλακτικές δομές έχουν μια ιδιαίτερη χρήση/σημασία, καθώς είναι πολύ ισχυρή η  οικονομία του συστήματος.

 Ίσως, το απαρέμφατο να ήταν μια πιο ασαφής, ως προς την έντασή της, έκφραση επιθυμίας, που μπορεί να κινούνταν από την απλή ευχή μέχρι την προσταγή και επαφίετο στον ακροατή να το ερμηνεύσει κατά το δοκούν (ή εννοώντας στο μυαλό του όποιο ρήμα εξάρτησης ήθελε).

Διαφορετική ήταν, όπως και ο ίδιος λες, η χρήση του απαρεμφάτου στις χρονικές προτάσεις με το «πριν», από αυτή των απλών εγκλίσεων. Άρα, το απαρέμφατο δεν ετίθετο εναλλακτικά, αντί του ρήματος. Είχε μια ιδιαίτερη λειτουργία.
Aφού λοιπόν η χρήση του ρήματος δεν ταυτίζεται μ' αυτήν του απαρεμφάτου σ' αυτές τις περιπτώσεις, πώς είμαστε σίγουροι ότι έχουμε απαρεμφατική πρόταση και όχι φράση; Αυτό αναρωτιέμαι.


2. Η μετοχή δεν είπα ποτέ ότι λειτουργεί ως ρήμα. Είπα μόνο ότι δεν αρκεί ένας σύνδεσμος, που ενδεχομένως να λειτουργεί ως μόριο (όπως συμβαίνει στη μετοχή), για να μιλήσουμε για πρόταση.


3. Το «ώστε» έχει προέλθει από το «ως» και το «τε». Το ότι σε κάποιες περιπτώσεις εμφανιζόταν το ένα (ως) εναλλακτικά προς το άλλο (ώστε) σημαίνει ότι είχαν την ίδια λειτουργία στη συγκεκριμένη περίπτωση. Αν επομένως εκλάβουμε ως μόριο το «ως» κάπου και εναλλακτικά εμφανιζόταν το «ώστε», τότε και αυτό λειτουργούσε ως μόριο εκεί.


4. Είναι ενδιαφέρον ότι το «ως» δίπλα στη μετοχή αλλά και δίπλα στο απαρέμφατο άλλοτε εμφανίζεται και άλλοτε όχι. Μπορεί να είχε σχέση με το πόσο ο ομιλητής ένιωθε ότι ήταν σαφής η έκφραση του σκοπού.
Ο Θουκυδίδης μπορεί λ.χ να ένιωθε σαφής με το «παρασκευάζετο», άλλος όχι και γι’ αυτό έβαζε και το «ως» μπροστά.
Το γνωρίζω ότι το «ως» ερμηνεύεται ως έκφραση υποκειμενικότητας στην τελική μετοχή. Δεν ξέρω κατά πόσο αυτό είναι απολύτως βέβαιο ή αν έχει ερμηνευτεί έτσι λόγω αυτής της χρήσης του στην αιτιολογική μετοχή υποκειμενικής αιτιολογίας. Και γενικώς, αδυνατώ να αντιληφθώ τι σημαίνει ακριβώς "υποκειμενική πρόθεση". Υπάρχει περίπτωση δηλαδή κάποιος να έχει αντικειμενική επιθυμία, πρόθεση, στόχευση;
Αν πάλι μιλάμε για προσχηματικό, δήθεν σκοπό, αυτό σημαίνει ότι προκύπτει από τα συμφραζόμενα ότι ο πραγματικός σκοπός ήταν άλλος. Προκύπτει; Προσωπικώς, δεν γνωρίζω και γι' αυτό κρατώ επιφύλαξη.

Το παράδειγμα με το Θουκυδίδη πάντως που παραθέτεις δεν συνάδει με τη θεωρία της υποκειμενικότητας ή μη, γιατί τότε ο Θ. σε κάποιες περιπτώσεις όπου το νόημα το απαιτούσε, θα χρησιμοποιούσε το «ως» δίπλα στο «παρασκευάζομαι». Αυτός αντιθέτως δεν το χρησιμοποιεί ποτέ, απ' ό,τι λες.
 


5. Τα απόλυτα απαρέμφατα του σκοπού είναι παγιωμένες εκφράσεις μεν, αλλά δεν παύει να είναι απαρέμφατα του σκοπού με το «ως» μπροστά για λόγους σαφήνειας.

(Παρεμπιπτόντως, και στα νέα ελληνικά όπου η έννοια του σκοπού είναι σαφής λόγω του ρήματος εξάρτησης, το «για» δεν εμφανίζεται: Κουράστηκε και πάει να κοιμηθεί/ Τον έστειλα να κάνει ένα θέλημα.)


6. Οι λεγόμενες συμπερασματικές απαρεμφατικές κατ΄ εμέ εκφράζουν επιδιωκόμενο ή ενίοτε αναμενόμενο αποτέλεσμα.
Δεν είναι τυχαία η επιλογή του απαρεμφάτου με το «ώστε», αντί κάποιας έγκλισης. 
Το βλέπεις και στην περίπτωση που βρίσκεται εκεί που θα περιμέναμε απλό τελικό απαρέμφατο (π.χ Πείθει ώστε συγχωρήσαι).

Άλλωστε, αν το σκεφτείς, και ο όρος ή συμφωνία, κατά βάση δεν είναι τίποτα άλλο από το αποτέλεσμα που επιδιώκει/αποβλέπει ο συμβαλλόμενος, όταν συμφωνεί.
Αν κάνεις συμφωνία με κάποιον με όρο να είστε σύμμαχοι, τότε αυτό που επιδιώκεις είναι η συμμαχία του.
Ενδεικτική είναι και η επιλογή ενός σχήματος που δηλώνει συνήθως το σκοπό, δηλ. του "επί+δοτική" (επί τούτω/ εφ'ω), για να δηλωθεί ο όρος ή συμφωνία.


Από εκεί και πέρα ένα άλλο θέμα είναι οι λεγόμενες αναφορικές συμπερασματικές απαρεμφατικές, αλλά γι’ αυτές έχω πει κάποια πράγματα στο παρελθόν. Mπορώ, βέβαια, να ξαναπώ (γιατί έχω κρατήσει και κάποιες επιπλέον σημειώσεις πάνω στο θέμα από τότε), αλλά όχι σήμερα, γιατί ήδη είμαι εκτός χρόνου.


YΓ. Νομίζω πως αδικείς τον Ξενοφώντα, όταν λες πως ήταν ο λιγότερο εγγράμματος.
Απλώς οι τότε συγγραφείς δεν ένιωθαν τη δική μας πίεση να γράψουμε πιο επιμελημένα απ' ό,τι μιλάμε. Έγραφαν πιο αυθόρμητα. Γι' αυτό και βλέπεις πολλά βραχυλογικά σχήματα, ονομαστικές απόλυτες κλπ που θα ταιριάζαν περισσότερο στον προφορικό λόγο με τα δικά μας δεδομένα.



« Τελευταία τροποποίηση: Μάρτιος 21, 2012, 03:45:09 μμ από apri »
......τα φτερά άπλωσε πλέρια, άκρη ο κόσμος δεν έχει,
είναι πι' όμορφοι οι άγνωστοι πάντα γιαλοί.... (Κ. Χατζόπουλος)

Αποσυνδεδεμένος marikaki

  • Προχωρημένο μέλος
  • **
  • Μηνύματα: 169
  • Φύλο: Γυναίκα
  • χάος
    • Προφίλ
Απ: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο
« Απάντηση #423 στις: Μάρτιος 21, 2012, 03:05:34 πμ »
Καλησπέρα! ας ρωτήσω και εδώ...το ἵημι στον ενεργητικό παρακείμενο έχει μόνο οριστική και απαρέμφατο;

Αποσυνδεδεμένος PDE ads

  • Ιστορικό μέλος
  • *****
  • Μηνύματα: 4006
  • Λατρεύω την εκπαίδευση
    • Προφίλ
    • E-mail
    • Προσωπικό μήνυμα (Εκτός σύνδεσης)
Απ: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο
« Δημοσιεύτηκε: Σήμερα στις 22:42:08 »

Αποσυνδεδεμένος MARKOS

  • Moderator
  • Ιστορικό μέλος
  • *****
  • Μηνύματα: 8048
  • Φύλο: Άντρας
  • Ο ΡΟΜΠΕΝ
    • Προφίλ
Απ: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο
« Απάντηση #424 στις: Μάρτιος 21, 2012, 11:26:38 μμ »
οχι, εχει και τις άλλες εγκλίσεις:
εικα,  εικως ω, εικως ειην, εικώς ίσθι, εικέναι, εικώς-κυια-κός
Ο μαθητής κάνει τον δάσκαλο

Αποσυνδεδεμένος aris82

  • Προχωρημένο μέλος
  • **
  • Μηνύματα: 125
  • Φύλο: Άντρας
  • μεταξὺ χειλέων καὶ κύλικος πολλὰ πέλει
    • Προφίλ
Απ: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο
« Απάντηση #425 στις: Μάρτιος 22, 2012, 12:42:07 πμ »
Apri, νομίζω δεν διάβασες καλά την προηγούμενη ανάρτησή μου. Είπα ότι κάποιος κακοπροαίρετος θα οργιζόταν, εκτός κι αν με ταυτίζεις με αυτό το πρόσωπο, οπότε και είναι δικό σου θέμα. Σού υπενθυμίζω ότι εγώ σε προέτρεψα να καταθέσεις την πρότασή σου για να αποτελέσει αφετηρία συζήτησης, γνωρίζοντας ότι δεν μπορείς να την στηρίξεις σε κάτι απτό, όπως φάνηκε και από αυτά που έγραψες χθες και γνωρίζοντας ότι είναι αυθαίρετες και αιωρούμενες προσεγγίσεις. Συνεπώς δεν υπάρχει λόγος να με αδικείς. Επιπλέον, το να αναπαράγει κάποιος πράγματα που ισχύουν και για τα οποία δεν έχει προκύψει καμία ένσταση, που έστω να φαντάζει σοβαρή, χρειάζεται συνθετική, κριτική, προσθετική αλλά και αφαιρετική ικανότητα και επιτελεί πιο σπουδαίο έργο από το να υποψιάζεται πράγματα που δεν υφίστανται. Και όλα αυτά τα καταθέτω με απόλυτο σεβασμό και με καλοπροαίρετο τρόπο.

Επί της ουσίας (σύμφωνα με την δική σου αρίθμηση)
1. Το τι φαντάζεσαι είναι άλλο θέμα. Μπορείς να στηρίξεις ότι το απαρέμφατο σε ανεξάρτητες προτάσεις δεν στέκεται ως ρήμα; Ίσως...ίσως...ίσως...φαντάζομαι...θεωρώ...νομίζω... Αυτά είδα. Εγώ σου έφερα παραδείγματα για τα οποία δεν επιχειρηματολόγησες με συγκεκριμένο τρόπο γιατί δεν ευσταθούν. Το απαρέμφατο σε θέση ρήματος σε ανεξάρτητες προτάσεις δεν απορρίπτεται από κανέναν και μην ξεχνάς ότι αντικατοπτρίζει και φαινόμενο της Λατινικής γλώσσας, η οποία ως γνωστόν ήκμασε μετά από την δύση της Αρχαιοελληνικής Κλασσικής Γραμματείας και Γλώσσας. Και δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η εξέλιξη και η θεωρία του απαρεμφάτου ναι μεν εφορμάται από κοινές προσλαμβάνουσες αλλά εν συνεχείᾳ παγιώνει διαφορετικά χαρακτηριστικά προϊόντος τού χρόνου.
Εξάλλου, ο σύνδεσμος πρὶν σίγουρα επωμίζετο ένα ηυξημένο φορτίο διαφορετικών συντακτικών προεκτάσεων αλλά δεν χρησιμοποιείτο σταθερά και παγιωμένα με τις χρήσεις που σου ανέφερα. Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα κατά τα οποία οι προτάσεις με το πρίν + απαρέμφατο δηλώνουν την βαθμίδα του προτεροχρόνου και προσδιορίζονται από αποφατική πρόταση. Όπερ και σημαίνει ότι σε αυτά τα ορισμένα παραδείγματα, όλα στους κλασσικούς συγγραφείς, υπάρχει ταυτόσημη συμπεριφορά με το πρίν + έγκλιση. Συνεπώς, όλα συντείνουν ότι έγκλιση και απαρέμφατο είχαν μια γενικότερη εναλλακτική συμπεριφορά. Μην ξεχνάς ότι ο κανόνας επιβεβαιώνεται από τις εξαιρέσεις, όταν αυτές δεν είναι ούτε μία ούτε δύο. Π.χ. το δημοσθένειο Μὴ θορυβήσῃ μηδείς, πρὶν ἀκοῦσαι (προσδιορίζεται από αποφατική πρόταση και εκφράζει το προτερόχρονο, όπως συμβαίνει με το πρίν + ἐγκλιση. Αντίστροφα, Ἐθαύμαζον τοὺς Κορινθίους, πρίν τινες ἰδόντες εἶπον (πρίν + ἐγκλιση για να εκφράσει την βαθμίδα του υστεροχρόνου με προσδιορισμό καταφατικής πρότασης, όπως ακριβώς συμβαίνει και με το πρίν + απαρέμφατο). Είναι ορατή αυτή η εναλλαγή, όχι συχνή αλλά ούτε άπαξ απαντωμένη. Συνεπώς, δεν έχω κάτι απτό ώστε να μην θεωρήσω το απαρέμφατο ως τύπο έχοντα αξία ρήματος.

2. Δεν είπα ότι ανέφερες κάτι τέτοιο. Είναι θεμιτό και επιστημονικό για να εξετάσει κάποιος το απαρέμφατο να εξετάζει παράλληλα και τον έτερο ονοματικό τύπο για να βρει ομοιότητες, διαφορές, συγκλίσεις, αποκλίσεις, κοινές ή διαφορετικές προσλαμβάνουσες και συμπεριφορές.

3. Πολύ σωστά λες σε "κάποιες περιπτώσεις". Αυτές οι κάποιες περιπτώσεις είναι οι δραματικά λιγότερες σε σχέση με τις υπόλοιπες. Αδικούμε τον ὥστε βλέποντάς τον απλώς ως μια συνένωση. Από τα πολύ πρώιμα χρόνια εδραιώνει και παγιώνει συντάξεις και συμπεριφορές καθαρά δικές του, αυτόνομες και ιδιαίτερες που στα περισσότερα μοτίβα και επίπεδα ακολουθεί πιο σύνθετα ή αντίθετα πιο απλά μονοπάτια σε σύγκριση με τον ὡς. Είναι ανακριβές να τον θεωρούμε μια συνένωση όπως το ἤγουν, το οὔκουν, το οὐκέτι κ.λπ.

4. Όντως από τα παραδείγματα που έχω, ως προς την συντριπτική πλειονοψηφία ο προσχηματικός σκοπός έχει βάση. Προκύπτει από τα συμφραζόμενα και από την πραγματολογική εξέταση των χωρίων. Φυσικά και εξαιρέσεις είναι δυνατόν να υπάρχουν ιδιαίτερα σε παραδείγματα που ενέχουν έντονη την χροιά της προφορικότητας και της χαλαρής σύνταξης. Εξάλλου, είναι εκατοντάδες οι φορές που γενικά έχουμε φαινόμενα εναλλαγής χωρίς σημασιολογική διαφοροποίηση. Μην ξεχνάς ότι το ὅτι και το ὡς στις ειδικές προτάσεις αρχίζουν να απομακρύνουν προϊόντος του χρόνου την αντικειμενική ή υποκειμενική κρίση αντίστοιχα και να παγιώνονται δίπλα σε συγκεκριμένα ρήματα ή τύπους ανεξαρτήτως αν δηλώνουν αντικειμενική γνώμη ή υποκειμενική. Θα ήταν ενδιαφέρον να ψάξουμε αν ο Θουκυδίδης επιχειρεί την εξαίρεση και χρησιμοποιεί το ὡς σε κάποια ελάχιστα παραδείγματα. Πάντως, είναι αυτονόητο ότι το ῥ. παρασκευάζομαι δεν δηλώνει πάντα προσχηματικό σκοπό. Το πιθανότερο είναι ότι ο Θουκυδίδης ένεκα του ότι επιθυμεί να γράψει αντικειμενική ιστορία και να επιχειρήσει ακριβή καταγραφή, διστάζει να χρησιμοποιεί πολλά γραμματικοσυντακτικά στοιχεία που αίρουν την παραπάνω πρόθεσή του.

5. Τα απόλυτα απαρέμφατα δεν παίζουν ρόλο πάντοτε επιρρηματικού προσδιορισμού του σκοπού. Στα εξής: ὡς εἰρῆσθαι, ὡς δοκεῖν, ὡς ἐμοὶ δοκεῖν, ὡς ἐμὲ κατανοεῖν δηλώνουν την αναφορά. Κι όμως συνοδεύονται από το ὡς. Δεν βλέπω να διαφοροποιούνται σε κάτι από τα υπόλοιπα της αναφοράς π.χ. τὸ νῦν εἶναι, ἑκόντες εἶναι, τὸ ἐπ' ἐμοὶ εἶναι κ.ά.τ. Όλα ανήκουν στην κατηγορία του απολύτου απαρεμφάτου και τα κοινά σημεία τους είναι περισσότερα από αυτά που τα διαφοροποιούν.

6. Κατ' εσένα πάντα. Η κύρια χρήση του ὡστε + απαρέμφατο είναι το φυσικό επακόλουθο. Αν κι απεχθάνομαι να χρησιμοποιώ Ν.Ε. παραδείγματα (έχω εκφράσει την άποψή μου) δεν θα το αποφύγω γιατί αρέσκεσαι σε παράλληλη χρήση 1) Έπεσα ώστε έσπασα το πόδι μου (καταχρηστικά: έπεσα ώστε να σπάσω το πόδι μου) --> επακόλουθο, ενδεχόμενο. Δεν αντικατοπτρίζει κανένα σκοπό. 2) Ψώνισα ώστε να έχω το ψυγείο μου γεμάτο (εδώ δηλώνεται ο σκοπός). Αρχαιοελληνικά παραδείγματα που δεν υπάρχει καμία σχέση με τον σκοπό στο μοτίβο ὥστε + απαρέμφατο, μπορείς να βρεις χιλιάδες, για να μην καταναλώνω χώρο για κάτι τόσο σύνηθες. Ο όρος/ προϋπόθεση/ συμφωνία είναι όντως μια έκφανση του σκοπού. Ένας σκοπός που μπαίνει όμως σε συγκεκριμένο καλούπι. Στα Α.Ε. έχουμε πολλά παραδείγματα με παραπλήσιες σχέσεις ή σημασίες. Αυτή η διάκριση είναι επουσιώδης σε σχέση με άλλες. Θα συμφωνήσω με όλους τους φιλολόγους που τα διακρίνουν γιατί τα παραπάνω δεν δείχνουν απλά σκοπό αλλά μια απαραίτητη παράμετρο για να πραγματωθεί αυτός ο σκοπός.

Υ.Γ: Ήδη έχω αναφέρει ότι το αγαπημένο μου κείμενο μετά από την Απολογία Σωκράτους είναι τα Ἀπομνημονεύματα, κατά συνέπειαν μόνο ψόγο δεν του προσάπτω του Ξενοφώντα. Δεν είναι θέμα ονομαστικών απολύτων (αυτά υπάρχουν και στην Ρητορική) και αιτιατικών απολύτων προσωπικών ρημάτων. Όλοι οι συγγραφείς, ακόμη και ο αυστηρός στην γλώσσα Δημοσθένης, έχουν γράψει χωρία με έντονη προφορικότητα. Ωστόσο, ο Ξενοφών είναι ξεκάθαρο ότι παγιώνει και καθιερώνει αυτήν την προφορικότητα στα γραπτά του και για άλλο λόγο πλην της ζωντάνιας και της παραστατικότητας. Είχε απόλυτη συναίσθηση ότι έγραφε Λογοτεχνία και όμως δεν μένει στα στενά κλισέ που απαιτούνται. Οι μελέτες δείχνουν ότι αυτή η απομάκρυνση από την γλωσσική κανονικότητα και τις γραμματοσυντακτικές νόρμες επαφίεται περισσότερο στις εθνικές, εκπαιδευτικές, κοινωνικές προσλαμβάνουσες που περικλείουν το πραγματολογικό background (για να μιλήσω και ελληνικά)  :) παρά στην τυχαία και απολύτως θεμιτή προφορικότητα που ούτως ή άλλως υπερισχύει στο corpus του.
« Τελευταία τροποποίηση: Μάρτιος 22, 2012, 01:02:07 πμ από aris82 »

Αποσυνδεδεμένος marikaki

  • Προχωρημένο μέλος
  • **
  • Μηνύματα: 169
  • Φύλο: Γυναίκα
  • χάος
    • Προφίλ
Απ: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο
« Απάντηση #426 στις: Μάρτιος 22, 2012, 01:23:03 πμ »
ευχαριστώ πολύ

Αποσυνδεδεμένος marikaki

  • Προχωρημένο μέλος
  • **
  • Μηνύματα: 169
  • Φύλο: Γυναίκα
  • χάος
    • Προφίλ
Απ: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο
« Απάντηση #427 στις: Μάρτιος 22, 2012, 01:29:06 πμ »
δηλαδή μπορεί υποτακτική και περιφραστικά εικώς ω και μονολεκτικά είκω όπως και ευκτική;

Αποσυνδεδεμένος marikaki

  • Προχωρημένο μέλος
  • **
  • Μηνύματα: 169
  • Φύλο: Γυναίκα
  • χάος
    • Προφίλ
Απ: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο
« Απάντηση #428 στις: Μάρτιος 22, 2012, 01:57:55 πμ »
συγγνώμη και πάλι στην προστακτική αορίστου ενεργητικής φωνής είναι στο β πληθυντικό ἄφετε ή ἀφέτε και μέση ἄφεσθε ή αφέσθε

Αποσυνδεδεμένος θάνος73

  • Πλήρες μέλος
  • ***
  • Μηνύματα: 265
    • Προφίλ
Απ: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο
« Απάντηση #429 στις: Μάρτιος 22, 2012, 11:31:28 πμ »
άφετε, άφεσθε
σα δαχτυλίδια του Κρόνου κρέμονται πάνω απ' το κεφάλι τα όνειρα που κάνω όταν είμαι ξύπνιος στο σκοτάδι

Αποσυνδεδεμένος apri

  • Ιστορικό μέλος
  • *****
  • Μηνύματα: 5700
  • Φύλο: Γυναίκα
  • Dum spiro, spero
    • Προφίλ
Απ: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο
« Απάντηση #430 στις: Μάρτιος 22, 2012, 02:02:20 μμ »
@aris

Aφού λοιπόν συμμετέχεις στο διάλογο καλοπροαίρετα, θα σου απαντήσω και εγώ όσο πιο ξεκάθαρα μπορώ, αν και θα κάνω κατάχρηση του χώρου.


1. Για να είμαστε ακριβείς, το απαρέμφατο δεν είναι ρήμα, αλλά ρηματικό ουσιαστικό. 

Σε κάποιες περιπτώσεις υπερίσχυε η ονοματική του φύση και λειτουργούσε ως υποκείμενο, αντικείμενο,
ως προσδιορισμός της αναφοράς (δεινός λέγειν, ως εμοί δοκείν), και μάλλον γι’αυτό χρησιμοποιείται και έναρθρα πολύ πιο συχνά απ’ οποιονδήποτε άλλο μη ονοματικό τύπο.

Το απαρέμφατο στις ανεξάρτητες προτάσεις που περιέγραψες, λειτουργεί ως ρηματικός τύπος. Αυτό δεν το αμφισβήτησα. Απλώς σημείωσα ότι είναι πιθανό σημασιολογικά να μην ταυτίζεται με μια συγκεκριμένη έγκλιση ως προς τη χρήση. Άλλωστε, πιθανολογήσεις κάνουμε λίγο-πολύ όλοι, από τη στιγμή που μιλάμε για μια δομή που δεν υφίσταται πλέον στα νέα ελληνικά, ώστε να συμβουλευτούμε το γλωσσικό μας αισθητήριο.



2. Για να είμαι ειλικρινής, ο προβληματισμός μου για το αν οι λεγόμενες απαρεμφατικές προτάσεις ήταν προτάσεις ή αν (όλες ή κάποιες από αυτές) ήταν απλές φράσεις, δεν έχει ξεκινήσει από το «πριν+απαρέμφατο». Το μόνο, αν θες, σοβαρό στοιχείο που κλείνει το μάτι στην ύπαρξη φράσης είναι ότι το «πριν» λειτουργούσε και ως επίρρημα, αλλά δεν αποτελεί από μόνο του απόδειξη.

Επίσης, ο προβληματισμός μου δεν έχει ξεκινήσει από το «εφ’ω/εφ’ώτε+ απαρέμφατο» που είναι πιο ξεκάθαρο ότι είναι αναφορική (ή καταχρηστικώς συμπερασματική) πρόταση, η οποία πλάστηκε μάλλον με πρότυπο το «ώστε+απαρέμφατο» για τη δήλωση όρου ή συμφωνίας, αν και πάλι δεν μου ηχεί τόσο πλήρης νοηματικά, όσο το ώστε+απαρέμφατο».

Αυτό από το οποίο έχει ξεκινήσει στο μυαλό μου ο προβληματισμός  είναι το ώστε+απαρέμφατο.
Κι αυτό γιατί α) το «ώστε» εμφανίζεται προαιρετικά σε κάποιες περιπτώσεις (π.χ. β’ όρος σύγκρισης), β) γιατί σε κάποιες άλλες θα μπορούσε να λείπει και το απαρέμφατο να εκληφθεί τελικό (π.χ πείθει ὥστε ξυγχωρῆσαι), γ) γιατί έχει ουσιαστικά την ίδια σημασία που έχει το απαρέμφατο του σκοπού ή αποτελέσματος.

Μου δημιουργείται δηλαδή η εντύπωση ότι ουσιαστικά  ο ομιλητής χρησιμοποιούσε το απαρέμφατο του σκοπού ή αποτελέσματος απλό όταν ένιωθε πως ήταν σαφής η λειτουργία του
και με το «ώστε»/ «ως» όταν ήθελε να είναι πιο σαφής ή πιο εμφατικός.


Θα παραθέσω πιο κάτω κάποιες απαρεμφατικές εκφράσεις όπου θεωρώ ότι μάλλον έχουμε απαρέμφατο του σκοπού/αποτελέσματος, βασιζόμενη σε δικές μου παρατηρήσεις αλλά και σε κάποιες από το συντακτικό του Goodwin και λιγότερο, του Smyth. Εννοείται ότι τα παραθέτω απλώς ως τροφή για προβληματισμό.


Κοινό χαρακτηριστικό είναι ότι και στις τρεις περιπτώσεις το απαρέμφατο εξαρτάται από εκφράσεις δυνατότητας/καταλληλότητας/επάρκειας:

α)  Οιος ειμί+ απαρέμφατο
Στον Όμηρο ενίοτε οι δεικτικές αντωνυμίες συντάσσονταν με απαρέμφατο του αποτελέσματος
(π.χ ἡμείς δ’ οὕ νυ τι τοῑοι ἀμυνέμεν= εμείς δεν είμαστε τέτοιοι ώστε να αμυνόμαστε)

Φαίνεται πως και η αναφορική αντωνυμία «οἵος» που αποτελούσε το δεύτερο μέλος του παραβολικού ζεύγους 
(π.χ Θαυμάζω ὅτι τοῖον μῦθον ἠγόρευσας, οἵον ἠγόρευσας), συχνά όχι απλώς ταυτιζόταν στη χρήση με τις αντίστοιχες δεικτικές αντωνυμίες (π.χ τοιοῦτος), αλλά και περιοριζόταν σημασιολογικά στις έννοιες «κατάλληλος/ικανός».

Π.χ
-οὐχ οἷοί τέ εἰσιν βασανίζειν διὰ τὸ μὴ σοφοὶ εἶναι ὥσπερ σύ•
-γυναικὸς δέ ποτε οὔσης ἐν τῇ πόλει καλῆς.. καὶ οἵας συνεῖναι τῷ πείθοντι
-ἐγὼ τυγχάνω ὢν τοιοῦτος, οἷος ὑπὸ τοῦ θεοῦ τῇ πόλει δεδόσθαι
-τοιοῦτος ὁ Στάσιππος ἦν, οἷος μὴ βούλεσθαι πολλοὺς ἀποκτιννύναι

Την ίδια ακριβώς, οιονεί επιθετική λειτουργία, βρίσκουμε και στην απρόσωπη έκφραση: οἶον ἐστί+απαρέμφατο

Ανάλογες εκφράσεις σχηματίζονταν άλλωστε και με συναφή επίθετα «καταλληλότητας» και απαρέμφατο σκοπού/αποτελέσματος
(ή άλλως, τελικό απαρέμφατο, αν εκλάβουμε το ειμί+επίθετο ως περίφραση)

π.χ «Ἱκανός εἰμί πάντα πράττειν»/ «πρόθυμος εστί λέγειν»/ «ἅξιος ἐστί ταῦτα λαβεῖν»
 και οι ευαγγελικές ρήσεις: «οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου»/ «οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς καλεῖσθαι ἀπόστολος»/ «καὶ ἐκ νεκρῶν ἐγείρειν δυνατὸς (εστί) ὁ Θεός»

Σημειωτέον ότι στην ελληνιστική εποχή εναλλακτικά προς το απαρέμφατο, εμφανιζόταν μετά από τέτοιες εκφράσεις τελική πρόταση με το «ἵνα».         
Π.χ  οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς
       ἐγὼ οὐκ εἰμὶ ἀξιος ἵνα λύσω αὐτοῦ τὸν ἱμάντα τοῦ ὑποδήματος



β) Ὅσον+ απαρέμφατο
Το «όσος» εδώ είχε την έννοια της επάρκειας, για να ισχύσει το περιεχόμενο το απαρεμφάτου και γι’ αυτό πιθανολογώ ότι μπορεί να εννοούνταν δίπλα σ’ αυτό ένα δεοντικό ρήμα (χρη, δει) και να είχαμε στην πραγματικότητα μια αναφορική πρόταση που ακολουθούνταν από απαρέμφατο του σκοπού/αποτελέσματος.

Π.χ -Ελείπετο τῆς νυκτὸς ὅσον (έδει) σκοταίους διελθεῖν τὸ πεδίον.
-Αλλά μοι δοκεῖ  τοσοῦτον χωρίον κατασχεῖν, ὅσον (έδει) ἔξω τοὺς ἐσχάτους λόχους γενέσθαι τῶν πολεμίων κεράτων


γ) Ἤ (ως/ώστε) +απαρέμφατο  (β’ όρος σύγκρισης)

Στην περίπτωση μεγάλης δυσαναλογίας μεταξύ των συγκρινόμενων μερών, χρησιμοποιούνταν το «ώστε+απαρέμφατο» (με προαιρετική εμφάνιση του ὡστε).

Ο πραγματικός β’ όρος σύγκρισης κατ’ εμέ ήταν μια αναφορική πρόταση που δήλωνε επάρκεια, γιατί διαφορετικά υπάρχει λογικό χάσμα:

Π.χ « τὸ γὰρ νόσημα μεῖζον ἢ (ὅ ἔδει ἄν εἰναι) φέρειν»
(=γιατί το νόσημα ήταν μεγαλύτερο από (αυτό που θα έπρεπε/ όσο) ώστε να το υποφέρει)




ΥΓ. Και για να μην υπάρχει παρεξήγηση, δεν υποστήριξα ποτε ότι η απαντήσεις σου είναι εύκολο εγχείρημα.
Είπα για τον εαυτό μου ότι στη συγκεκριμένη συζήτηση δεν κινούμαι εκ του ασφαλούς
κι αυτό εμπεριέχει εκ προοιμίου ένα ρίσκο και μια δυσκολία, που θα μπορούσα να αποφύγω.
Δεν το έκανα όμως, γιατί με ενδιαφέρει να καταλήξω κάπου και η ανταλλαγή απόψεων είναι χρήσιμη ως προς αυτό.


« Τελευταία τροποποίηση: Ιούνιος 16, 2012, 06:05:10 μμ από apri »
......τα φτερά άπλωσε πλέρια, άκρη ο κόσμος δεν έχει,
είναι πι' όμορφοι οι άγνωστοι πάντα γιαλοί.... (Κ. Χατζόπουλος)

Αποσυνδεδεμένος aris82

  • Προχωρημένο μέλος
  • **
  • Μηνύματα: 125
  • Φύλο: Άντρας
  • μεταξὺ χειλέων καὶ κύλικος πολλὰ πέλει
    • Προφίλ
Απ: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο
« Απάντηση #431 στις: Μάρτιος 23, 2012, 01:43:47 πμ »
Με την παραπάνω ανάρτηση θίγεις το πολύ ενδιαφέρον ζήτημα των αναφορικοσυμπερασματικών προτάσεων. Επειδή δεν θέλω να δημιουργούνται κενά, οφείλω να πω ότι στο ζήτημα των χρονικών προτάσεων με το μοτίβο πρίν +  απαρέμφατο καθώς και στο θέμα των συμπερασματικών ὥστε + απαρέμφατο, όλα συντείνουν στο ότι δεν έχουμε φράσεις ή παγιωμένες εκφράσεις.
Επιπλέον, τα απόλυτα απαρέμφατα τα οποία άλλοτε λειτουργούν ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί της αναφοράς και άλλοτε (πιο συχνά) του σκοπού οπωσδήποτε αποτελούν σταθερές και παγιωμένες εκφράσεις κι αυτό είναι φανερό και από την αδυναμία μας να τα σχολιάσουμε με τον τρόπο που σχολιάζουμε τα υπόλοιπα απαρέμφατα. Π.χ. θεωρείται τουλάχιστον ριψοκίνδυνο να επισημάνουμε σχέση ταυτοπροσωπίας ή ετεροπροσωπίας, όπως καταφέρνουμε εύκολα στην περίπτωση όλων των άλλων απαρεμφάτων (π.χ. έναρθρων, άναρθρων επεξηγηματικών, άναρθρων ιδιαζόντων λ.χ. αναφοράς ή σκοπού αποτελέσματος). Ακόμη αποφεύγεται και ο σχολιασμός τους ως ειδικά ή τελικά. Χαρακτηρισμός που ούτως ή άλλως θεωρείται πλαστό δημιούργημα που εξυπηρετεί μόνο μεταφραστικές ανάγκες. Μην ξεχνάμε ότι το δίπολο ειδικό- τελικό μόνο σε μια περίπτωση διαφοροποιείται από την συνήθη Ν.Ε. απόδοση. Πιο συγκεκριμένα, δίπλα στα ρήματα ΥΟΠΕ(Ρ)Α --> υπόσχεσης, όρκου, προσδοκίας, ελπίδας, απειλής υπάρχει σχεδόν πάντα απαρέμφατο ειδικό ακόμη κι αν μεταφραστικά φαίνεται ως τελικό. Αυτό συμβαίνει γιατί όταν καλούμεθα να μεταφέρουμε στον Ευθύ Λόγο το εν λόγῳ απαρέμφατο δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε προστακτική ή προτρεπτική/ αποτρεπτική υποτακτική όπως θα απαιτείτο κατά την ευθείαση ενός τελικού απαρεμφάτου αλλά καταφεύγουμε στην δημιουργία κύριας πρότασης κρίσεως, όπως δηλ. θα απαιτείτο κατά την διαδικασία ευθείασης ενός ειδικού απαρεμφάτου.

Εξάλλου, στο μοτίβο ὥστε + απαρέμφατο ξανατονίζω ότι η αιτιολόγηση της εκφοράς του με την δήλωση του φυσικού επακόλουθου/ ενδεχόμενου είναι πλειοψηφούσα, χωρίς να σημαίνει ότι ο επιδιωκόμενος σκοπός δεν έχει σημαντική θέση στα υπάρχοντα παραδείγματα από το σύνολο της Α.Ε. Γραμματείας.

Θα με βρεις σύμφωνο με όσα αναφέρεις ότι λέει ο Goodwin και ο Smyth, αλλά με αρκετές ενστάσεις στον τρόπο διευθέτησης της σκέψης τους. Αυτός που δίνει πραγματικά "ρέστα" στο οἷος και ὅσος είναι ο Denniston στο The Greek Particles (στο συστήνω αν δεν το έχεις στην βιβλιοθήκη σου γιατί πραγματικά είναι εκπληκτικά όσα γραφεί περί αυτού του θέματος, ιδωμένα πάντα από την ευρύτερη αγγλοσαξωνική σχολή σκέψης και προβληματισμού, η οποία έχει πολλούς επικριτές ανά τον κόσμο σε αντίθεση με την γερμανική σχολή κλασσικού προβληματισμού).

Θα μείνω μόνο στην Αττική Πεζογραφία γιατί η ομηρική διάλεκτος (πλαστή και ουδέποτε ομιληθείσα) χρησιμοποιεί λέξεις, τύπους, δομές, κάποιες φορές υπαγορευμένες μετρικά κάποιες άλλες όχι, που προϊόντος του χρόνου είναι ανύπαρκτες στην Αττική διάλεκτο.
Φαίνεται ότι ως Γλωσσολόγος αναλώνεσαι σε μια ιστορικοσυγκριτική μέθοδο ανάλυσης και εφορμάσαι από ορθά ελατήρια αλλά δεν εστιάζεις στα εδραιωμένα και κατασταλαγμένα της Αττικής διαλέκτου, που είναι πολλές φορές διαφορετικά και έχουν εξελιχθεί λαμβάνοντας άλλες προεκτάσεις. Πιο συγκεκριμένα, οι αντωνυμίες οἷος και ὅσος που αναφέρεις, αναμφισβήτητα ξεκινούν με την χροιά και υφή που περιέγραψες αλλά στην Αττική διάλεκτο αναμφίβολα παγιώνονται στα στενά καλούπια που γνωρίζουμε. Το οἷος όντως σημαίνει κατάλληλος, ικανός και θέλει δίπλα του απαρέμφατο της αναφοράς, υπό αυτό το πρίσμα. Αν δεις πιο πάνω στο παράδειγμα της Θεοδότης (το οποίο φέρνεις και εσύ ως υπόδειγμα) σχολιάζω και αυτήν την εκδοχή απορρίπτοντάς την από τα συμφραζόμενα και από τον πραγματολογικό σχολιασμό. Το γεγονός ότι και οι δύο αντωνυμίες σε αναφορικοσυμπερασματικές προτάσεις έχουν ή εννοούν δίπλα τους την αντίστοιχη δεικτική αντωνυμία φαίνεται ότι δείχνει μια παγιωμένη κατάσταση σύμφωνα με την οποία οι Αρχαίοι "άνοιγαν" μια αναφορική πρόταση που αναλύετο ως συμπερασματική. Μην ξεχνάς την κοινή αφετηρία ειδικών και αιτιολογικών προτάσεων, οι οποίες προϊόντος του χρόνου κατέληξαν ως δύο διαφορετικά είδη! Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι στα παραδείγματα που αναφέρεις έχουμε φράσεις. Ίσως έχεις επηρεαστεί από το αντίστοιχο χωρίο του Liddell Scott, όπου στο λήμμα οἷος αναφέρει το π.χ. οὐδὲν γὰρ οἷον ἀκούειν αὐτοῦ τοῦ νόμου και το σχολιάζει εν είδει βραχυλογικής έκφρασης. Γνωρίζεις όμως ότι οι συγγραφείς του αποδεικνύεται πολλές φορές ότι όσο κι αν προσπαθούν, πέφτουν στην παγίδα της γλώσσας μη όντες ικανοί να νιώσουν το αισθητήριο της γλώσσας, τον παλμό και το ηχόχρωμα που εκπέμπεται, πράγμα που νιώθει ένας Έλληνας με τις καταβολές που έχει. Αλλά και πάλι το παράδειγμα του LSJ κινείται σε διαφορετικό μήκος κύματος από αυτά που περιγράφεις.
Καταλήγω, ότι οι αφετηρίες είναι αυτές που περιέγραψες αλλά στην πορεία το μοτίβο οἷος/ ὅσος + απαρέμφατο παγιώνουν χαρακτηριστικά προτάσεως, όπως και το ἐφ' ᾧ/ ἐφ' ᾧτε + απαρέμφατο με πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά με μια αρμονική κανονικότητα που δεν μας επιτρέπει να την αναιρέσουμε. Εξάλλου, δεν υπάρχουν (εκτός κι αν έχεις υπόψη σου) παραδείγματα κατά τα οποία έχουμε εμφάνιση των "εννοούμενων" όρων που αναφέρεις, οπότε και θα δημιουργούντο νέα δεδομένα. Στην περίπτωση που το μοτίβο πάντα έχει την γνωστή μορφή οἷος/ ὅσος + απαρέμφατο χωρίς έστω ένα χωρίο με την πλήρη φράση, δεν μπορούμε να μιλάμε αυθαίρετα για έκφραση.

Αφήνω για το τέλος το θέμα της βραχυλογίας στο ἢ ὥστε + απαρέμφατο. Το ανέλυσα διεξοδικά το ζήτημα πριν δύο μήνες που το ξανασυζητήσαμε και έφερα παραδείγματα σύμφωνα με τα οποία πάντα έχουμε βραχυλογία στο εν λόγῳ σχήμα είτε εκφέρεται απαρεμφατικά είτε με έγκλιση. Συνεπώς, δεν υπάρχει λόγος να γίνομαι κουραστικός.

Υ.Γ: Το θέμα του απαρεμφάτου τής αναφοράς είναι τεράστιο ζήτημα. Λέμε και πολύ σωστά ότι παίζει ρόλο επιρρηματικού προσδιορισμού της αναφοράς στον οικείο ρηματικό τύπο εξάρτησης αλλά παράλληλα εξαρτάται από επίθετα ικανότητας, καταλληλότητας, αρμοδιότητας κ.π.ά. Έχουμε στο μυαλό μας την αιτιατική ή δοτική της αναφοράς δίπλα σε τέτοια επίθετα π.χ. τραχὺς τῇ φωνῇ, ὠκὺς τοὺς πόδας και παράλληλα Δημοσθένης ἦν δεινὸς λέγειν. Μήπως σε αυτήν την περίπτωση το απαρέμφατο αποτελεί εναλλακτική μορφή της δοτικής ή αιτιατικής της αναφοράς; Γιατί αν συμβαίνει αυτό τότε είναι λάθος να συνάπτουμε το απαρέμφατο στο συνδετικό ρήμα εἰμί, ὑπάρχω, γίγνομαι αλλά θα ήταν σωστότερο να δημιουργήσουμε περίφραση και να πούμε ότι στο π.χ. Δημοσθένης ἦν δεινὸς λέγειν, το λέγειν λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός της αναφοράς στην περίφραση ικανότητας δεινὸς ἦν.


Αποσυνδεδεμένος aris82

  • Προχωρημένο μέλος
  • **
  • Μηνύματα: 125
  • Φύλο: Άντρας
  • μεταξὺ χειλέων καὶ κύλικος πολλὰ πέλει
    • Προφίλ
Απ: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο
« Απάντηση #432 στις: Μάρτιος 23, 2012, 02:08:18 πμ »
Και επειδή ανέφερες τον Smyth, αναλογίστηκα συνειρμικά κάποια κενά και ασάφειες, στις οποίες αναπόφευκτα οδηγείται ένεκα της αδυναμίας του πολλές φορές να αισθανθεί την γλώσσα όπως την αισθανόμαστε οι Νεοέλληνες έστω κι αν πρόκειται για δύο διαφορετικές μορφές της ίδιας γλώσσας ως προς την αφετηρία.
Δεν θα σχολιάσω ότι σε επίπεδο Γραμματικής κάνει κάποια ασυγχώρητα λάθη με πιο σπουδαίο ότι παραθέτει στο κεφάλαιο του Αορίστου Β' ενεργητικής Φωνής το β' πληθ. προστακτικής να τονίζεται κατά κανόναν στην παραλήγουσα π.χ. ἰδέτε, λαβέτε, εὑρέτε, ενώ είναι γνωστό ότι τέτοιοι τύποι είναι σπάνιοι και με ερωτηματικά στα ελάχιστα παραδείγματα που απαντώνται.
Πιο πολύ θα ασχοληθώ με το κεφάλαιο των Αιτιολογικών προτάσεων το οποίο σχολιάζει όμορφα και εκτενώς. Πιο συγκεκριμένα θεωρεί ότι μπορεί σπάνια να εισάγεται καθαρή αιτιολογική πρόταση με το επίρρημα ὅπου (έχουμε τέσσερα πέντε τέτοια παραδείγματα στον Ισοκράτη και στον Ξενοφώντα) π.χ. Ἐπεὶ νῦν γε τίς οὐκ ἂν είκότως τὰ συμβεβηκότα θαυμάσειεν καὶ καταφρονήσειεν ἡμῶν, ὅπου παρὰ μὲν τοῖς βαρβάροις, οὓς ὑπειλήφαμεν μαλακοὺς εἶναι καὶ πολέμων ἀπείρους καὶ διεφθαρμένους ὑπὸ τῆς τρυφῆς, ἄνδρες ἐγγεγόνασιν... (Ἰσοκράτους Φίλιππος 124). Την μαυρισμένη πρόταση αφήνει να εννοηθεί ότι την θεωρεί καθαρή αιτιολογική και όχι αναφορικοαιτιολογική, όπως περιγράφουν τα υπόλοιπα Συντακτικά για τον λόγο ότι επιφορτίζει το επίρρημα ὅπου με πρόσθετο αιτιολογικό φορτίο και τον καθιστά έχοντα συνδεσμική αξία. Σε αυτό το σημείο νομίζω ότι είναι επηρεασμένος από την Νέα Ελληνική, στην οποία έχουμε αιτιολογικές προτάσεις εισαγόμενες με το που και καταχρηστικά κάνει το άλμα να θεωρήσει ύπαρξη ίδιας δομής στην Αρχαία Ελληνική.
Γι' αυτό κρίνω, προς επίρρωσιν της παραπάνω ανάρτησης, ότι πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί με όσα αναφέρει ο Smyth, χωρίς να αναιρώ και να παραγνωρίζω το καταπληκτικό έργο που έχει γράψει.
« Τελευταία τροποποίηση: Μάρτιος 23, 2012, 02:11:08 πμ από aris82 »

Αποσυνδεδεμένος apri

  • Ιστορικό μέλος
  • *****
  • Μηνύματα: 5700
  • Φύλο: Γυναίκα
  • Dum spiro, spero
    • Προφίλ
Απ: Αρχαία Ελληνικά: Αδίδακτο κείμενο
« Απάντηση #433 στις: Μάρτιος 23, 2012, 08:05:26 μμ »
Κατ’ αρχάς, να σε ευχαριστήσω για τις μακρές απαντήσεις που γράφεις εν τω μέσω της νυκτός. :)
Είναι εξαιρετικά χρήσιμες, γιατί μου δίνουν τροφή για περισσότερη σκέψη.
Ελπίζω να σε ενδιαφέρει και εσένα η συζήτηση και να μη σε κουράζω.

Να πω γενικά ότι σχετικά με το «ώστε+απαρέμφατο» δεν μπορώ να πω ότι οι ενστάσεις σου με έπεισαν ότι τελικά δεν είναι το ίδιο πράγμα με το απλό απαρέμφατο του σκοπού ή αποτελέσματος.

Θα προτιμήσω για ευκολία να σου πω πού διαφωνώ στην ανάρτησή σου με τη σειρά που εξέθεσες τις σκέψεις σου.


1. Στα απόλυτα απαρέμφατα δεν μπορούμε να πούμε αν είναι τελικά ή ειδικά,
γιατί δεν είναι ούτε ειδικά ούτε τελικά (με τη στενή έννοια του όρου).
Τουλάχιστον, αυτά που δηλώνουν σκοπό είναι για εμένα σαφές ότι είναι απαρέμφατα του σκοπού/αποτελέσματος.
Αυτά που δηλώνουν αναφορά, θα συμφωνήσω ότι δεν είναι εμφανές πάντα πώς έχουν προκύψει.


2. Δεν νομίζω ότι είναι τόσο ριψοκίνδυνο να μιλήσει κανείς για το ποιο είναι το πιθανό υποκείμενο των απαρεμφάτων αυτών. Τουλάχιστον, στα περισσότερα το υποκείμενο ταυτίζεται με τον ομιλητή.


3. Ομολογώ ότι δεν πολυκατάλαβα τη συλλογιστική σου σε σχέση με το απαρέμφατο δίπλα στα ρήματα υπόσχεσης, όρκου, ελπίδας κλπ.

Στα αρχαία ελληνικά μπορούσε να ακολουθεί ειδικό ή τελικό απαρέμφατο,
στα νέα ελληνικά ακολουθεί πρόταση με το «ότι» ή με το «να» με μια λεπτή σημασιολογική διαφορά:
η πρόταση με το «να» εκφράζει και έναν βαθμό επιθυμίας του ομιλητή. 

Αν μεταφέρεις στον ευθύ λόγο το ειδικό απαρέμφατο (ή την πρόταση με το «ότι»), θα προκύψει πρόταση κρίσεως.
Αν μεταφέρεις το τελικό απαρέμφατο (ή την πρόταση με το «να»), προκύπτει υποτακτική.
(π.χ ν.ε: Ελπίζω να έρθεις-Να έρθεις// Ελπίζω ότι θα έρθεις- Θα έρθεις)
Δεν κατάλαβα γιατί σώνει και καλά πρέπει στον ευθύ λόγο να δημιουργήσουμε πρόταση κρίσεως.




4. Το απαρέμφατο του σκοπού/αποτελέσματος δεν δηλώνει μόνο επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.
Άλλοτε δηλώνει σκοπό, άλλοτε επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, άλλοτε δυνατό αποτέλεσμα.

Το βλέπεις στα παραδείγματα από την ελληνιστική εποχή που σου παρέθεσα, το βλέπεις και στον Όμηρο.
Παρακάτω θα παραθέσω κι άλλα παραδείγματα.



5. Για να καταλάβεις πώς έχει προκύψει και πώς λειτουργεί μια δομή τόσο απομακρυσμένη χρονικά, αναγκαστικά πρέπει να καταφύγεις πέρα από το συγχρονικό επίπεδο και στο διαχρονικό. Άλλωστε, ο τρόπος δόμησης της σκέψης δεν αλλάζει τόσο δραματικά όσο άλλα πιο επιφανειακά στοιχεία της γλώσσας.



6.Διαφωνώ με την άποψη ότι είναι επισφαλές να χρησιμοποιήσει κανείς τα ομηρικά κείμενα, για να εξάγει συμπεράσματα για τη γλώσσα εκείνης της εποχής. Η γλώσσα των κειμένων αυτών λέμε ότι δεν ομιλήθηκε ποτέ, κυρίως γιατί περιλαμβάνει λεκτικούς τύπους δυο διαφορετικών διαλέκτων (αιολικής-ιωνικής).
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι τύποι αυτοί ήταν ανύπαρκτοι (με εξαίρεση τις μετρικές διεκτάσεις κλπ)
ή πολύ περισσότερο ότι η συντακτική δομή του κειμένου είναι πλαστή.

Θα κρατούσα μια επιφύλαξη μόνο αν το φαινόμενο στο οποίο αναφερόμουν εμφανιζόταν μόνο σε μια πρόταση,
οπότε θα μπορούσε να τεθεί θέμα μετρικής ή οτιδήποτε άλλο.
Δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο εδώ.


Υπάρχουν κι άλλα παραδείγματα στον Όμηρο όπου χρησιμοποιείται απλό απαρέμφατο για να δηλώσει αποτέλεσμα.
Π.χ -επί ου σφι λίθος χρως ουδέ σίδηρος χαλκόν ανασχέσθαι
(=γιατί το σώμα τους δεν είναι πέτρα ή σίδερο, ώστε να αντισταθεί στον μπρούντζο)
  -ή μην και πόνος εστίν ανιηθέντα νέεσθαι
(=υπάρχει στ’ αλήθεια τόσος κόπος, ώστε ο άνθρωπος να απογοητευτεί και να γυρίσει)

Επίσης, χρησιμοποιείται απαρέμφατο με το «ως τε» για τη δήλωση σκοπού/αποτελέσματος:
«εί δε τοι αυτώ θυμός επέσσυται ως τε νέεσθαι, έρχεο»
(πρβλ.«ήδη γαρ μοι θυμός επέσσυται όφρ’ (=ίνα) επαμύνω Τρώεσσι.)

Αν έχεις το βιβλίο των Wace & Stubbings για τον Όμηρο, μπορείς να δεις και άλλα παραδείγματα στις σελ. 187 και 192.


7. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν την ορθή παρατήρησή σου ότι είναι επισφαλές να εννοώ φράσεις που δεν ξέρουμε αν εννοούνταν, θα περιοριστώ στα κείμενα αυτά καθ’ αυτά. 

Ο συλλογισμός μου είναι λοιπόν ο εξής:

Όπως φαίνεται και στον Όμηρο, μετά από δεικτική αντωνυμία (ή γενικότερα ανάλογα με το νόημα της πρότασης)
μπορούσε να ακολουθεί απλό απαρέμφατο για τη δήλωση του συμπεράσματος.


Παρατηρώ στην κλασική αττική, ότι ακόμα κι όταν η δεικτική αντωνυμία (τοιούτος, τόσος) συνυπήρχε στην πρόταση με την αντίστοιχη αναφορική (οιος, όσος), η αναφορική αντωνυμία, καίτοι αοριστολογική, λόγω των συμφραζομένων είχε πολύ συγκεκριμένο νόημα που λειτουργούσε επεξηγηματικά: η μεν «οιος» δήλωνε τον «κατάλληλο», η δε «όσος» τον «επαρκή».
(Αυτή η οιονεί επιθετική λειτουργία φαίνεται πιο έντονα στην περίπτωση του «οίος» στην απρόσωπη έκφραση «οιον εστί».)

Λογικό δεν ήταν μετά να ακολουθεί το συμπέρασμα με το απαρέμφατο;

Τώρα που το ξανασκέφτομαι δε, βάσει της παραπάνω παρατήρησης, το πιο πιθανό είναι να μη εννοείται στην περίπτωση του β' όρου σύγκρισης (δυσανάλογων συγκρινομένων) αναφορική πρόταση σαν αυτή που είχα αναφέρει, αλλά απλώς η αναφορική αντωνυμία "όσος" με την έννοια του επαρκούς:
Π.χ  « τὸ γὰρ νόσημα μεῖζον ἢ (όσον) φέρειν»



8. Διαφωνώ με την άποψη ότι δίπλα σε επίθετα είχαμε μόνο απαρέμφατα (και γενικότερα εκφράσεις) αναφοράς.

Θεωρώ ότι δίπλα σ’ αυτά που δήλωναν ικανότητα με τη διττή έννοια της λέξης,
(δηλ α) δυνατότητα/ καταλληλότητα/ αξιοσύνη και β) επάρκεια)
μπορούσε να υπάρχει, εκτός από αναφορά, και έκφραση σκοπού/αποτελέσματος.

Το βλέπουμε σε όλη τη διαδρομή των ελληνικών:

-στα νέα ελληνικά
(πρβλ. είναι ικανός σε όλα:αναφορά, είναι ικανός για όλα: σκοπός)

-στην ελληνιστική κοινή
(βλ. οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς)

-στα αρχαία ελληνικά
( δεινός λέγειν
αλλά:
-οὐδ' ἦν ἱκανά σοι τὰ Μενέλεω μέλαθρα ταῖς σαῖς ἐγκαθυβρίζειν τρυφαῖς (Ευρυπίδης, Τρώαδες)
(=το παλάτι του Μενελάου δεν σου ήταν αρκετό, για να απολαμβάνεις τη χλιδή)
-φύσις ἀνθρώπων οὐδενὸς ἱκανὴ φύεται ὥστε γνῶναί τε τὰ συμφέροντα ἀνθρώποις (Πλάτων, Νόμοι) 
(=η φύση των ανθρώπων επ' ουδενί γεννιέται ικανή, ώστε να γνωρίζει όσα συμφέρουν τους ανθρώπους)


9. Τέλος, αναρωτιέσαι αν το απαρέμφατο της αναφοράς είναι η εναλλακτική μορφή της δοτικής ή αιτιατικής της αναφοράς.
Σου απαντώ με βεβαιότητα: Ναι.


Το απαρέμφατο, όπως έγραψα και την προηγούμενη φορά, ήταν ρηματικό ουσιαστικό, όπως η μετοχή ήταν ρηματικό επίθετο.
Γι’ αυτό και τα βλέπεις άλλοτε να λειτουργούν ως ονόματα κι άλλοτε ως επιρρήματα
(ή στην περίπτωση του απαρεμφάτου και ως ρηματικοί τύποι.)

Παράβαλε: δεινός τω λόγω-δεινός λέγειν

Ή δες στην παρακάτω ομηρική φράση τον παραλληλισμό αιτιατικής και απαρεμφάτου για την έκφραση αναφοράς:
οἳ περὶ (=υπεράνω) μὲν βουλὴν Δαναῶν, περὶ δ' ἐστὲ μάχεσθαι
(=που είστε υπεράνω των Δαναών στη φρόνηση και στο να μάχεστε (=στη μαχητικότητα).

Οι εκφράσεις αναφοράς σ’ αυτήν την περίπτωση δεν προσδιορίζουν το ρήμα, αλλά το επίθετο (ή στο παραπάνω παράδειγμα το επίρρημα).
Άλλο πράγμα το «διαφέρω ως προς κάτι» (προσδιορίζει το ρήμα) και άλλο το «είμαι καλός σε κάτι (προσδιορίζει το επίθετο).
(Το ίδιο ισχύει και για τις εκφράσεις του σκοπού/αποτελέσματος που εξαρτώνται ενίοτε από επίθετα:
«Eίναι πολύ μικρός, για/ώστε να καπνίζει»)




Καλό Σαββατοκύριακο. :D






« Τελευταία τροποποίηση: Μάρτιος 26, 2012, 12:46:21 μμ από apri »
......τα φτερά άπλωσε πλέρια, άκρη ο κόσμος δεν έχει,
είναι πι' όμορφοι οι άγνωστοι πάντα γιαλοί.... (Κ. Χατζόπουλος)

 

Pde.gr, © 2005 - 2024

Το pde σε αριθμούς

Στατιστικά

μέλη
  • Σύνολο μελών: 32293
  • Τελευταία: HelenK
Στατιστικά
  • Σύνολο μηνυμάτων: 1159834
  • Σύνολο θεμάτων: 19212
  • Σε σύνδεση σήμερα: 572
  • Σε σύνδεση έως τώρα: 1964
  • (Αύγουστος 01, 2022, 02:24:17 μμ)
Συνδεδεμένοι χρήστες
Μέλη: 10
Επισκέπτες: 562
Σύνολο: 572

Πληροφορίες

Το PDE φιλοξενείται στη NetDynamics

Όροι χρήσης | Προφίλ | Προσωπικά δεδομένα | Υποστηρίξτε μας

Επικοινωνία >

Powered by SMF 2.0 RC4 | SMF © 2006–2010, Simple Machines LLC
TinyPortal 1.0 RC1 | © 2005-2010 BlocWeb

Δημιουργία σελίδας σε 0.096 δευτερόλεπτα. 36 ερωτήματα.