0 μέλη και 4 επισκέπτες διαβάζουν αυτό το θέμα.
Κλίνω δηλαδή υπέρ της άποψης ότι το καὶ επιτελεί εδώ ειδική λειτουργία, συνδέοντας το επίθετο με την αναφορική πρόταση και δίνοντας στην τελευταία συγκεκριμένο περιεχόμενο [= ... για ζητήματα σπουδαία, και συγκεκριμένα/και για την ακρίβεια (για) ζητήματα τα οποία...].
Να διευκρινίσουμε κάτι; Όταν λες ότι ο καὶ συνδέει την πρόταση με το επίθετο, εννοείς, υποθέτω, νοηματικά και όχι συντακτικά, δεν εννοείς, δηλαδή, ότι η αναφορική είναι επιθετικός προσδιορισμός στο πραγμάτων (σύνταξη την οποία απορρίψαμε με την apri).Γιατί, αν κατάλαβα καλά, αυτός ο (επεξηγηματικός;) καὶ συνδέει δύο όμοιους συντακτικά όρους, όχι όμως διαφορετικούς μεταξύ τους, αλλά δύο όρους από τους οποίους ο δεύτερος επεξηγεί κατά κάποιον τρόπο τον πρώτο. Αν συνέδεε το επίθετο με την αναφορική, τότε θα είχαμε έναν απλό συμπλεκτικό καί, που συνδέει δύο διαφορετικές ιδιότητες κάποιου πράγματος (ζητήματα σημαντικά και αρμόζοντα σε σένα να τα ακούσεις) και όχι επεξήγηση της πρώτης ιδιότητας με τη δεύτερη. Θέλω να πω ότι το νόημα «σημαντικά ζητήματα, και συγκεκριμένα / δηλαδή ζητήματα τα οποία...» προκύπτει από τη σύνδεση της αναφορικής με το περὶ πραγμάτων μέσω της ιδιαίτερης λειτουργίας του καί. Δηλαδή: «θα μιλήσω για σημαντικά πράγματα και για πράγματα τα οποία αρμόζει σε σένα περισσότερο από τον καθένα να ακούσεις = θα μιλήσω για σημαντικά πράγματα, δηλαδή για πράγματα τα οποία...». Κάνω λάθος;
ἐπίσταμαι δὲ καὶ πρόσθεν τούτου ἕνεκα ξενηλασίας γιγνομένας καὶ ἀποδημεῖν οὐκ ἐξόν, ὅπως μὴ ῥᾳδιουργίας οἱ πολῖται ἀπὸ τῶν ξένων ἐμπίμπλαιντο[/i]: το ἐμπίμπλαιντο μου φαίνεται ότι έχει μέση αυτοπαθή διάθεση, οπότε ο εμπρόθετος είναι του αναγκαστικού αιτίου, και όχι παθητική με ποιητικό αίτιο. Τι λέτε;
Αναφέρονται κάπου δεύτεροι τύποι της ευκτικής του ἐμπίμπλαμαι που τονίζονται κατά τα βαρύτονα (κανονικά η ευκτική έπρεπε να τονίζεται στην παραλήγουσα, όπως το ἵσταμαι);
Το αντίστροφο ισχύει; Δηλαδή, αν είχαμε εἶπε ὅτι ξενηλασίαι γίγνονται, ὅπως μή..., τι έγκλιση θα βάζαμε στην τελική; Αν η οριστική ενεστώτα της κύριας είχε γίνει ε.π.λ. στην ειδική, τότε κανονικά (πάντοτε όμως;) θα χρησιμοποιούσαμε ε.π.λ. και στην τελική, αλλά, όταν η οριστική ενεστώτα του ευθέος λόγου διατηρείται στην ειδική, υπάρχει περίπτωση στην τελική (ή και σε άλλη δευτερεύουσα) να έχουμε ε.π.λ.;
Αυτό σημαίνει ότι η έγκλιση στις δευτερεύουσες προτάσεις που βρίσκονται εντός γνήσιου πλαγίου λόγου με ρήμα εξάρτησης αρκτικού χρόνου μπορεί να μεταβάλλεται, αν προσδιορίζουν ρήμα ιστορικού χρόνου (ο οποίος στην περίπτωση αυτή, αν αναλύαμε τις μετοχές σε ειδική πρόταση, θα ήταν ο παρατατικός).
Το αντίστροφο ισχύει; Δηλαδή, αν είχαμε εἶπε ὅτι ξενηλασίαι γίγνονται, ὅπως μή..., τι έγκλιση θα βάζαμε στην τελική;
Αν η οριστική ενεστώτα της κύριας είχε γίνει ε.π.λ. στην ειδική, τότε κανονικά (πάντοτε όμως;) θα χρησιμοποιούσαμε ε.π.λ. και στην τελική, αλλά, όταν η οριστική ενεστώτα του ευθέος λόγου διατηρείται στην ειδική, υπάρχει περίπτωση στην τελική (ή και σε άλλη δευτερεύουσα) να έχουμε ε.π.λ.;
Δες εδώ §13.20.http://www.greek-language.gr/greekLang/ancient_greek/tools/composition/page_092.html
Εδώ βέβαια οι κατηγορηματικές μετοχές θα μπορούσαν να αναλυθούν και με ε.π.λ. (γίγνοιντο, οὐκ ἐξείη), αλλά είτε παρατατικό είχαμε είτε ε.π.λ., είναι το ίδιο πράγμα, έχουμε δηλαδή ιστορική εξάρτηση της τελικής πρότασης, οπότε η ε.π.λ. της τελικής δικαιολογείται απόλυτα.
Πώς θα αναλύονταν με ευκτική πλαγίου λόγου, αφού οι μετοχές εξαρτώνται άμεσα από αρκτικό χρόνο (ἐπίσταμαι);
Αν όμως το ρήμα ήταν όντως ιστορικού χρόνου, θα ίσχυε η εξαίρεση που ανέφερα προηγουμένως για την οριστική παρατατικού;
Προφανώς εννοείς τα σχετικά με την εναλλαγή των εγκλίσεων. Μέχρι στιγμής θυμόμουν παραδείγματα εναλλαγής εγκλίσεων μόνο σε παρατακτικά συνδεόμενες δευτερεύουσες. Φαίνεται όμως ότι το ίδιο συμβαίνει και όταν η μία δευτερεύουσα προσδιορίζει την άλλη, αλλά, όπως κατάλαβα από την απάντηση του Sali, δεν είναι αυτό το σύνηθες και αναμενόμενο.