0 μέλη και 5 επισκέπτες διαβάζουν αυτό το θέμα.
Για την ακρίβεια, είναι τελική σε θέση αντικειμένου, καθώς το πραγματικό αντικείμενο (που πρέπει να ήταν κάποιο τελικό απαρέμφατο) έχει παραλειφθεί. O Smyth το περιγράφει ως εξής: "Such clauses are incomplete final clauses, because, though the purpose is expressed, the action taken to effect the purpose is not expressed".
Είχαμε ξανασυζητήσει το θέμα, αλλά εμένα με τρώνε ακόμα κάποιες απορίες, που μπορεί να έχουν απαντηθεί, αλλά δεν θυμάμαι, καθώς δεν κρατάω αρχείο. Εδώ, για παράδειγμα, ποιο απαρέμφατο θα μπορούσε να εννοηθεί, που να το προσδιορίζει επιρρηματικά η τελική πρόταση;
Παράλειψή μου που δεν ανέφερα και αυτήν την εκδοχή, αλλά το μυαλό μου ήταν προσκολλημένο στο σχολικό Συντακτικό (Μπίλλα, 116, 5), που θεωρεί ότι από επίθετα "που δηλώνουν ικανότητα, δυνατότητα, αναγκαιότητα κ.ά." το εξαρτώμενο απαρέμφατο είναι της αναφοράς, και το διακρίνει σαφώς από το απαρέμφατο του σκοπού ή του αποτελέσματος (116, 6), με το οποίο "συντάσσονται ρήματα που δηλώνουν κίνηση, παροχή, εκλογή , σκόπιμη ενέργεια, καθώς και τα ρήματα φύομαι και εἰμί".Όμως, είναι αλήθεια ότι τα πράγματα δεν είναι και τόσο ξεκάθαρα, και ότι οι μελετητές τείνουν να δέχονται την ιδέα του σκοπού ή του αποτελέσματος: ο Smyth (2001) γράφει ότι μετά από τέτοια επίθετα "the datival meaning (purpose, destination) is often apparent", αλλά ο Goodwin (758-769) δεν αναφέρει ρητώς κάτι τέτοιο. Ακόμη, ο Schwyzer (σσ. 458-460) θεωρεί το απαρέμφατο βρίσκεται "σε πτωτική λειτουργία", αλλά δεν είμαι βέβαιος αν τελικά το εκλαμβάνει ως "τελικό-συμπερασματικό" (γενικά με μπερδεύει συχνά ο Schwyzer), ενώ ο Kuhner, Grammar of the Greek language for the use in high schools and colleges (Translated by B. B. Edwards and S. H. Taylor), λαμβάνει το απαρέμφατο ως αντικείμενο της περίφρασης (306, 1, σ. 450): "Τhe Inf. is used, as the object in the Acc., to express something effected or aimed at, with the following classes of verbs and adjectives", και λίγο παρακάτω (306, 1, (c), REM. 7, σ. 451), λέει σχετικά με ρήματα και περιφράσεις ικανότητας, καταλληλότητας κ.τ.ό.: "The result, the thing to be effected, which is expressed by the Inf. with these verbs, is sometimes stated more definitely by adding the conjunction ὥστε".
Aλλά το είχα διαβάσει τότε το μήνυμα και είχα βρει τότε, όπως και τώρα, ενδιαφέρουσα την ερμηνεία σου, η οποία όμως δεν ακυρώνει την ουσία του πράγματος, που κατά τη γνώμη μου είναι αυτή: σ' αυτές τις εξαρτημένες μορφές λόγου, δηλαδή στις ὅπως-προτάσεις και, σε μερικές περιπτώσεις, στα ισοδύναμα τελικά απαρέμφατα, κατά τη χρήση τους στον λόγο η αρχική ιδέα του σκοπού εξασθένησε τόσο πολύ, ώστε έφτασαν πια να συμπληρώνουν το ρήμα εξάρτησης δηλώνοντας απλώς το περιεχόμενό του, και όχι να εκφράζουν τον σκοπό ως επιρρηματικό προσδιορισμό. Αυτή νομίζω πως είναι στην πραγματικότητα η χρήση τους, ανεξάρτητα από το πώς τις χαρακτηρίζει κανείς.
Ομοίως και στη Νεοελληνική· στο παράδειγμα που παρέθεσες ("παρακαλείσθε όπως προσδεθείτε στις θέσεις σας") η δευτερεύουσα πρόταση εκφράζει απλώς το περιεχόμενο της παράκλησης, η οποία θα μπορούσε να εκφραστεί και έτσι: "προσδεθείτε, παρακαλώ, στις θέσεις σας". Και δεν μου δίνει νόημα σωστό το: "παρακαλείσθε να κάνετε τα πάντα, για να προσδεθείτε στις θέσεις σας"· δεν νομίζω δηλαδή πως η παράκληση θα μπορούσε να διατυπωθεί έτσι: "να κάνετε τα πάντα, σας παρακαλώ, για να προσδεθείτε στις θέσεις σας".
Καλά, αυτό εννοείται. Απλώς, το εξέτασα σε περιβάλλον (δηλαδή μετά από ρήματα που δείχνουν προσπάθεια ή επιμέλεια), όπου θα περίμενε κανείς συμπλήρωμα, αλλά βρίσκει μόνο κάποια έκφραση σκοπού στη θέση του.
Απρόσωπη έκφραση δεν μπορεί να είναι. Στις απρόσωπες εκφράσεις δεν υπάρχει συμπλήρωμα.Και τα επίθετα συγκριτικού/υπερθετικου βαθμού κανοινικά συνοδεύονται από κάποια γενική που συμπληρώνει το νόημά τους. Κι αν έχει παραλειφθεί, εννοείται. Ας πούμε, στο "μέγιστον" συνήθως υπάρχει ή εννοείται το "πάντων".
Και εγώ αυτό έλεγα, ότι στις απρόσωπες εκφράσεις δεν ταιριάζει να υπάρχει συμπλήρωμα (ούτε καν επιθετικός προσδιορισμός), αλλά σε εκφράσεις όπως ἐμόν ἔργον ἐστί καιὶ τῶν ἄλλων φίλων το ἔργον ἐστί λαμβάνεται από όλους ως απρόσωπη έκφραση (ποτέ δεν κατάλαβα γιατί, αλλά το ακολουθώ αναγκαστικά).
Το απαρέμφατο μπορεί να είναι υποκείμενο σε προσωπικά ρήματα, όταν λειτουργεί όπως το έναρθρο.Πχ πόλεώς ἐστι θάνατος ἀνάστατον γενέσθαι Εδώ το "θανατος" είναι κατηγορούμενο. Δεν υπάρχει απρόσωπη έκφραση. Το ίδιο και εδώ: "κράτιστον οὖν μοι εἶναι δοκεῖ ἐξ ἀρχῆς ὑμᾶς διδάσκειν πάντα τὰ γενόμενα". Το "κράτιστον" είναι κατηγορούμενο, όχι μέρος απρόσωπης έκφρασης.
Σκέφτομαι όμως ότι, αν ο συγγραφέας ήθελε ως υποκείμενο του ὑπομένουσι το παῖδες (γιατί, αν το υποκείμενο είναι το οἱ δέ, οἱ δέ = οἱ παῖδες, θα συνέχιζε με ἀμελοῦντες δέ ... με εννοούμενο υποκείμενο οἱ παῖδες.