0 μέλη και 1 επισκέπτης διαβάζουν αυτό το θέμα.
Στα νέα Ελληνικά τι ακριβώς είναι η ονομαστική "ο εαυτός μου";
Και κάτι τελευταία από το ίδιο κείμενο. Πολλὰ μὲν δὴ παρ’ ἡμῖν ἐστι τοιαῦθ’ οἷ’ οὐχ ἑτέρωθι:Με το τοιαῦθ’ οἷα έχουμε παραβολικό ζεύγος, έτσι;
Και κάτι τελευταία από το ίδιο κείμενο. Πολλὰ μὲν δὴ παρ’ ἡμῖν ἐστι τοιαῦθ’ οἷ’ οὐχ ἑτέρωθι:Μεταφράζουν το ἐστί ως υπαρκτικό. Θα μπορούσε να είναι συνδετικό;
Και κάτι τελευταία από το ίδιο κείμενο. Πολλὰ μὲν δὴ παρ’ ἡμῖν ἐστι τοιαῦθ’ οἷ’ οὐχ ἑτέρωθι:Αν είναι υπαρκτικό, το πολλὰ είναι υποκείμενο και το τοιαῦτα επιθετικός; Έχουμε ένα επίθετο και μία αντωνυμία· για να καταλάβουμε ποιο λαμβάνει τη θέση ουσιαστικού και είναι το υποκείμενο, πρέπει να δούμε ποιο δηλώνει ταυτότητα και ποιο ιδιότητα; Θυμάμαι καλά; Γενικώς έχουμε πει ότι η αντωνυμία λαμβάνει τη θέση του ουσιαστικού, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση μου φαίνεται ότι η αντωνυμία δηλώνει την ιδιότητα.
η Φιλιππάκη ακολουθεί μια ακατανόητη για εμένα πολιτική, που έχει συμπαρασύρει και τις σχολικές γραμματικές: Στη μεν Μορφολογία της Γραμματικής της, όπου έχει την κλίση των αυτοπαθών αντωνυμιών, αναφέρει και ονομαστική (ο εαυτός μου/σου/του κλπ), στη δε Σύνταξη (βλ. κεφ. 5.4.3.5.3) λέει ότι δεν εκφράζει η ονομαστική αυτοπάθεια αλλά σημαίνει "αυτός ο ίδιος".Ποιος ο λόγος να αναφέρει στις αυτοπαθείς αντωνυμίες τύπο που τελικά δεν εκφράζει αυτοπάθεια; Δεν καταλαβαίνω.
Η συγκεκριμένη αντωνυμία δηλώνει ποιότητα (ιδιότητα) και το συγκεκριμένο επίθετο δηλώνει ποσότητα (ιδιότητα)Αν λέγαμε "Ήρθαν δυο όμορφες (κοπέλες)", δεν θα θεωρούσαμε ουσιαστικοποιημένο το επίθετο που δηλώνει ποιότητα και θα το παίρναμε ως υποκείμενο; Ε, στο κείμενο αντί για επίθετο ποιότητας, έχει την αντωνυμία "τοιαύτα".
Δηλαδή γενικά μεταξύ της ποιότητας και της ποσότητας προηγείται η ποιότητα και λαμβάνει αυτή τη θέση του ουσιαστικού; Μήπως αποτελεί κριτήριο και το ότι το τοιαῦτα δεν θα μπορούσε να μην υπάρχει (δηλαδή και να παραλειπόταν, θα εννοείτο), ενώ το πολλὰ θα μπορούσε να μην υπάρχει και ούτε θα εννοείτο;Τελικά, όταν έχουμε αντωνυμία, οποιαδήποτε αντωνυμία, και επίθετο, η αντωνυμία είναι που λαμβάνει πάντοτε τη θέση του ουσιαστικού; Μήπως σου έρχεται στο μυαλό κάποιο παράδειγμα στο οποίο να συμβαίνει το αντίθετο;
Αυτό που είχες πει και μου έχει μείνει, ότι το υποκείμενο είναι αυτό που εκφράζει την ταυτότητα, πότε ισχύει; Μήπως αφορούσε μόνο τη διάκριση υποκειμένου και κατηγορουμένου;
Σύμφωνα με αυτά είναι βέβαιο ότι το τοὺς μὲν και το αὐτοὺς είναι υποκείμενα στα απαρέμφατα και όχι αντικείμενα. Οι μαθητές όμως -επαναλαμβάνω- αυτά δεν γίνεται να τα γνωρίζουν, οπότε πώς, με ποιο σκεπτικό, θα μπορούσαν να καταλάβουν ότι είναι υποκείμενα;
Στο ίδιο κείμενο, στον Τζουγανάτο έχω πρότερον δ᾽ οὐ καλῶς ἔχειν τοὺς μὲν πολιορκεῖσθαι, ἑαυτοὺς δὲ δικάζεσθαι, ενώ στην έκδοση της Πύλης έχει αὐτούς, με ψιλή. Έχετε ιδέα πού μπορεί να βασίζεται η προτίμηση της κάθε γραφής;
Όπου το κοίταξα, το "αυτούς" έχουν. Και δεν νομίζω ότι θα μπορούσε στη συγκεκριμένη περίπτωση να είναι το "εαυτούς". Η αιτιατική εδώ είναι απλά το υποκείμενο του απαρεμφάτου που έχει συναναφορά με τους Κορινθίους, ίσως και τους Κερκυραίους. Δεν υπάρχει αυτοπάθεια.
Ένα παράδειγμα που βρήκα στον Smyth, 1974, αλλά σε α΄ πρόσωπο: ἡγησάμενος ἐμαυτὸν ἐπιεικέστερον εἶναι .
Δεν είναι το ίδιο πράγμα. Το "εμαυτόν" είναι αντικείμενο στο "ηγησάμενος" και ως εκ τούτου εκφράζει άμεση αυτοπάθεια. Γι' αυτό έχεις αυτοπαθή αντωνυμία. Το υποκείμενο του απαρεμφάτου έχει αποσιωπηθεί ως ευκόλως εννοούμενο, καθώς έχει συναναφορά μ' αυτό. Θα έλεγα ότι εδώ το υποκείμενο του απαρεμφάτου εκφράζει έμμεση αυτοπάθεια.
Στις περιπτώσεις όμως όπου το υποκείμενο του απαρεμφάτου δεν ταυτίζεται με το αντικείμενο του ρήματος, εκφράζεται με προσωπική αντωνυμία (ἐγὼ οἶμαι καὶ ἐμὲ καὶ σὲ τὸ ἀδικεῖν τοῦ ἀδικεῖσθαι κάκιον ἡγεῖσθαι”
και ο Pinkster στα Λατινικά λέει ότι σ' αυτήν την περίπτωση το α' και β' πρόσωπο έχει απλώς συναναφορά με το υποκείμενο του ρήματος αλλά όχι αυτοπάθεια.