0 μέλη και 11 επισκέπτες διαβάζουν αυτό το θέμα.
Πάντες ἴσασιν ὅτι... (το πάντες υποκ.). Αν όμως ο όρος στον οποίο αναφέρονται οι λέξεις αυτές έχει ήδη αναφερθεί προηγουμένως, τότε εννοείται και στη νέα πρόταση με το πᾶς, ἅπας κατηγ. προσδιορισμό. Δεν έχω τώρα πρόχειρο παράδειγμα, αλλά σίγουρα μπορεί εύκολα να βρει κανείς τέτοια παραδείγματα στα κείμενα.
Απλώς, παίρνοντας τη θέση του μαθητή, αναρωτιέμαι τι θα πρέπει να του πω σε παραδείγματα όπως: πάντες ἐπιστάμεθα ή αὐτοὶ ἐπιστάμεθα. Θα πρέπει, αν ερωτηθεί, να γράψει ως υποκείμενα τα πάντες και αὐτοὶ αντίστοιχα ή μήπως το εννοούμενο ἡμεῖς;
Ισχύει κάτι που διάβασα σε μια σελίδα φροντιστηρίου στο διαδίκτυο: στο οἷος τ' εἰμί + απαρέμφατο, το απαρέμφατο είναι αντικείμενο στην περίφραση, όταν όμως δεν υπάρχει το τε, το οἷος είναι κατηγορούμενο και το απαρέμφατο εξαρτάται από αυτό ως απαρέμφατο της αναφοράς; Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω τι ρόλο ακριβώς παίζει το τε, για αυτό νόμιζα ότι, είτε υπάρχει είτε όχι, είναι δυνατές και οι δύο συντάξεις. Το έψαξα και εδώ, αλλά δεν βρήκα κάτι σχετικό με τα παραπάνω.
Μπορείς να πεις ότι το απαρέμφατο δηλώνει αναφορά, όταν η πρόταση δείχνει μια κάπως αόριστη δυνατότητα του ανθρώπου (π.χ δεινός λέγειν).Όταν όμως δηλώνει μια πολύ συγκεκριμένη δυνατότητα (Ἕτοιμος κίνδυνον ὑπομένειν), η γνώμη μου είναι ότι δείχνει επιθυμία (δηλ. είναι τελικό) ή αναμενόμενο αποτέλεσμα (δηλ. είναι σκοπού/αποτελέσματος).Μπορείς να δεις και στον Goodwin και στον Smyth.
Ο Smyth αναφέρει σε μια κατηγορία το απαρέμφατο που εξαρτάται από επίθετα, χωρίς λέει τι ακριβώς είναι αυτό το απαρέμφατο, παρά μόνο ότι μια datival (; για αυτό το datival πήρα μια μικρή ιδέα από τον Goodwin) έννοια (σκοπός, προορισμός) είναι συχνά εμφανής.
Τώρα, μήπως μπορείς να μου απαντήσεις και σχετικά με το τε, αν δηλαδή το οιος τ’ ειμί αποτελεί οπωσδήποτε περίφραση, διότι υπάρχει το τε, οπότε το απαρέμφατο είναι υποχρεωτικά αντικείμενο;
Τα απαρέμφατα που δείχνουν αναφορά τα αναφέρει πιο κάτω, στην παρ. 2005 και λέει ότι λειτουργούν ως αιτιατικές της αναφοράς (accusative of respect).
Γιατί όμως μεταφράζει το δεινός λέγειν και το κακὸς βιῶναι στην παράγραφο 2002 in speaking και in life (και όχι to speak και to live) και μας μπερδεύει, καθώς η μετάφρασή του παραπέμπει σε αναφορά;
καὶ τῷ μὲν οὐδὲν προὐργιαίτερόν ἐστιν ἢ σκοπεῖν ἐξ ὧν μηδέποτε παυσόμεθα πρὸς ἀλλήλους πολεμοῦντες:Το τῷ ισοδυναμεί με δεικτική αντωνυμία , τούτῳ;
καὶ τῷ μὲν οὐδὲν προὐργιαίτερόν ἐστιν ἢ σκοπεῖν ἐξ ὧν μηδέποτε παυσόμεθα πρὸς ἀλλήλους πολεμοῦντες:Το άναρθρο απαρέμφατο μήπως ισοδυναμεί με έναρθρο; Αν ο α όρος σύγκρισης είναι το οὐδὲν, που είναι αντωνυμία, ο β δεν θα έπρεπε να εκφέρεται ομοιόπτωτα;Και υπάρχει και το εξής πρόβλημα: το οὐδὲν είναι υποκείμενο, άρα το ἐστιν προσωπικό και το προὐργιαίτερον κατηγορούμενο.
Αν όμως το σκοπεῖν (ως άναρθρο απαρέμφατο) πάρει την θέση του οὐδὲν, τότε πρέπει να υπάρχει απρόσωπη έκφραση.