0 μέλη και 7 επισκέπτες διαβάζουν αυτό το θέμα.
Για να είμαι ειλικρινής, όταν μιλούσα για βραχυλογία, είχα υπόψη μου περιπτώσεις που δεν είναι απολύτως όμοιες με το δικό σου παράδειγμα. Πρόκειται δηλαδή για περιπτώσεις κατά τις οποίες μια αναφορική ή ερωτηματική αντωνυμία εξαρτάται όχι από το κύριο ρήμα αλλά από μια μετοχή.
Πρόκειται δηλαδή για περιπτώσεις κατά τις οποίες μια αναφορική ή ερωτηματική αντωνυμία εξαρτάται όχι από το κύριο ρήμα αλλά από μια μετοχή. Πλάτ. Πολιτεία, 474 b: ἀναγκαῖον οὖν μοι δοκεῖ ... διορίσασθαι πρὸς αὐτοὺς τοὺς φιλοσόφους τίνας λέγοντες τολμῶμεν φάναι δεῖν ἄρχειν = τίνας λέγομεν εἶναι τοὺς φιλοσόφους οὓς τολμῶμεν φάναι δεῖν ἄρχειν ή: ...ὅταν τολμῶμεν φάναι δεῖν ἄρχειν.
Κι έτσι ακόμα το νόημα είναι ατελές· δεν μπορούν δηλαδή τα δύο αντιτιθέμενα απαρέμφατα (πεπαιδεῦσθαι, ἠμεληκέναι) να στηρίξουν το ρήμα ἐπῄνεσα, αλλά μόνο το ένα εξ αυτών (πεπαιδεῦσθαι).
Δηλαδή, το πρώτο παράδειγμα που ανέφερες ὅτι ἐγὼ ταῦτα ἀληθῆ λέγω δεν ανήκει τελικά στις αδιαμφισβήτητες περιπτώσεις βραχυλογίας;
Είχα διαβάσει (στον Γρηγορόπουλο) ότι ο συμφυρμός των δύο προτάσεων (πλάγιας και αναφορικής) συμβαίνει μόνο όταν το υποκείμενο της μετοχής από την οποία εξαρτάται η ερωτηματική ή αναφορική αντωνυμία είναι διαφορετικό από το υποκείμενο του ρήματος της πλάγιας ερωτηματικής, όπως στο παράδειγμα ὑπὲρ οἷα πεποιηκότων ἀνθρώπων κινδυνεύσετε. Διαφορετικά, αν το υποκείμενο είναι το ίδιο, π.χ οὐκ οἶδα ποίοις λόγοις χρώμενος ἐρῶ, δεν υπάρχει συμφυρμός, γιατί κατά την γνώμη του δεν υπάρχει πρόβλημα στην σύνταξη, ενώ στην προηγούμενη περίπτωση υπάρχει πρόβλημα. Με αυτή την λογική στο παράδειγμα από την Πολιτεία δεν υπάρχει βραχυλογία. Τι λες για αυτό; Έχει κάποια βάση η διάκριση του Γρηγορόπουλου; (Εμένα μου φαίνεται ότι έχει...)
Στην πλάγια ερώτηση ὑπὲρ οἷα πεποιηκότων ἀνθρώπων κινδυνεύσετε ποιο είναι το πρόβλημα σύνταξης;
Και στο παράδειγμα από την Πολιτεία του Πλάτωνα οι δύο αιτιατικές με τη μτχ. λέγοντες μπορούν να δικαιολογηθούν: η μία (τοὺς φιλοσόφους) αντικείμενο και η άλλη (τίνας) κατηγορούμενο του αντικειμένου.
Ίσως το "φιλοσόφους" να είναι αντικείμενο του "διορίσασθαι" (δηλ. "είναι αναγκαίο να τους διευκρινίσουμε τους φιλοσόφους λέγοντας ποιοι τολμούμε να ισχυριζόμαστε ότι πρέπει να άρχουν").
Αν το "φιλοσόφους" είναι αντικείμενο του "διορίσασθαι", η πλάγια ερώτηση τι συντακτική θέση θα έχει; Θα εξαρτάται από το λέγοντες, το οποίο τότε πρέπει να ανήκει στην κύρια;
Το ότι το ὑπὲρ δεν συντάσσεται με το οἷα. Επομένως, όταν κάνουμε αναγνώριση της πλάγιας ερωτηματικής τι θα πούμε, ότι εισάγεται με το ὑπὲρ ἀνθρώπων (μα δεν εισάγονται έτσι οι πλάγιες) ή ότι εισάγεται με το οἷα (αλλά αυτό δεν ισχύει); Αυτό δεν είναι πρόβλημα;
Εδώ πάλι τι γίνεται; Το "τοὺς φιλοσόφους" ανήκει στην πλάγια ερώτηση, αλλά βρίσκεται πριν από το εισαγωγικό;
Είναι λ.χ. πιθανό να βρεις υποθετική μετοχή μέσα σε υποθετική πρόταση, ιδιαίτερα αν η τελευταία εκφέρεται με δυνητική ευκτική ή δυνητική οριστική - περίπτωση σπάνια βεβαίως αλλά υπαρκτή.
Δηλαδή, όταν δεν εκφέρεται έτσι η υποθετική πρόταση, η πιθανότητα μια μετοχή εντός αυτής να είναι υποθετική είναι μικρή;
Γιατί όμως να αποφεύγουμε τον χαρακτηρισμό τους ως υποθετικών, τη στιγμή που υπάρχουν παραδείγματα ασύνδετων μεταξύ τους υποθετικών προτάσεων με κοινή απόδοση (Καὶ γὰρ ἂν οὗτός τι πάθῃ, ταχέως ὑμεῖς ἕτερον Φίλιππον ποιήσετε, ἄνπερ οὕτω προσέχητε τοῖς πράγμασι τὸν νοῦν. Ἀξιοῦμεν, εἰ μέν τινα ὁρᾶτε σωτηρίαν ἡμῖν, ἐὰν διακαρτερῶμεν πολεμοῦντες, διδάξαι καὶ ἡμᾶς. Εἰ ἐτύγχανον ὑπόκωφος ὤν, ᾤου ἂν χρῆναι, εἴπερ ἔμελλές μοι διαλέξεσθαι, μεῖζον φθέγγεσθαι ἢ πρὸς τοὺς ἄλλους.);