0 μέλη και 5 επισκέπτες διαβάζουν αυτό το θέμα.
Ὁπότε τόν μισθόν ἔχοιμεν, ἀπίοιμεν ἄν. ὁποσάκις ἒλθοιεν, εὐμενῶς αὐτοὺς προσεδέχετο.Ὅταν βούληται θεὸς εὖ πρᾶξαι πόλιν, ἄνδρας ἀγαθοὺς ἐνεποίησε.ὁπότε βούλοιτο παριέναι ἐπ᾽ ἄριστον, λέγοιμ᾽ ἂν ὅτι οὔπω δυνατὸν τῷ ἀρίστῳ ἐντυχεῖν.Οι χρονικές δηλώνουν σύγχρονο ή προτερόχρονο; Νοηματικά μου φαίνεται ότι στις παραπάνω προτάσεις η πράξη της χρονικής προηγείται της κύριας, ακόμη και όταν η χρονική εκφέρεται με ενεστώτα (πρώτα θέλει ο θεός και μετά κάνει, πρώτα εκφράζει την επιθυμία του ο οινοχόος και μετά του απαντά ο Κύρος. Οι σύνδεσμοι όμως δίνονται σε αυτούς που δηλώνουν σύγχρονο, ιδίως όταν πρόκειται για αόριστη επανάληψη, όπως στις τρεις πρώτες. [Και η τελευταία βέβαια επανάληψη δηλώνει (στο μέλλον), αλλά μάλλον εδώ η επανάληψη εκφράζεται στο πλαίσιο της απλής σκέψης.]
ἐσκόπει ὁ Μενεκλῆς ὅπως μὴ ἔσοιτο ἄπαις, ἀλλ᾽ ἔσοιτο αὐτῷ ὅστις ζῶντά γηροτροφήσοι καὶ τελευτήσαντα θάψοι αὐτὸν καὶ εἰς τὸν ἔπειτα χρόνον τὰ νομιζόμενα αὐτῷ ποιήσοι : την αναφορική τη βρήκα στις τελικές, αλλά, επειδή προσδιορίζει το ἔσοιτο (και όχι το ἐσκόπει), μήπως είναι συμπερασματική και η ευκτική οφείλεται σε έλξη; Στον Smyth βρήκα στις αναφ. συμπερασματικές δεῖταί τινος ὅστις αὐτὸν ὀνήσει (2259), περίπτωση η οποία μου φαίνεται παρόμοια με την παραπάνω. Και μου ταιριάζει να δώσω ως παραλειπόμενο όρο αναφοράς το τις, αλλά μάλλον δεν γίνεται, γιατί το παραλειπόμενο πρέπει είναι δεικτικό.
ὅπου τοσαύτη ἡ ξυμφορὰ ἐπεγεγένητο πῶς οὐκ εἰκότως ἠθύμουν; Είναι σωστή η αναγνώριση της δευτερεύουσας ως εξής: αναφορική αιτιολογική πρόταση, έχει θέση επιρρηματικού προσδιορισμού του τόπου στο ρήμα της κύριας πρότασης (κατά παράλειψη του όρου αναφοράς ἐκεῖ) και λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός της αιτίας σε αυτό;
Όλες οι ευκτικές θεωρώ ότι είναι του πλαγίου λόγου γιατί επηρεάζονται άμεσα (η πλάγια ερωτηματική) ή έμμεσα (η αναφορική) από το "εσκόπει".
α) Νομίζω -αλλά μπορεί και να αγνοώ κάτι- ότι στις μικτές αναφορικές κατατάσσουμε όσες εισάγονται με αντωνυμίες, όχι με επιρρήματα. Δεν είναι θέμα ουσίας, αλλά το λέω, γιατί αν δεν υπάρχει σχετική αναφορά στη βιβλιογραφία, ίσως κάποιος να μη δεχθεί τέτοιον χαρακτηρισμό (αναφορικοαιτιολογική).
Καλημέρα σας!Μια χαζή απορία αλλά έχω κολλήσει :Στην πρόταση :"ἐπεὶ δ’ ἤκουσαν τὸ γεγενημένον, ὅτι μὲν σφόδρα ἠνιάθησαν (ειδική πρόταση ως υποκείμενο) πᾶσι δῆλον ἐγένετο "το πᾶσι τι συντακτικό ρόλο έχει;
Απλά για να έίναι δοτική προσωπική δεν πρέπει να αναφέρεται σε όλο το περιεχόμενο της πρόταση και να έίναι το νοηματικό υπολείμενο;
Γιατί η επιθετική μετοχή να έχει υποθετικη χροιά; Και γιατί όχι η μετοχή λέγοντος που είναι γενική απόλυτη να μην είναι παραχωρητικη- εναντιωματικη; Άλλωστε η επιθετική μετοχή είναι ουσιαστική.
Μπορεί μια επιθετική δυνητική μετοχή να έχει και υποθετική χροιά, να δηλώνει δηλαδή κάτι αόριστο, ώστε να αιτιολογείται η άρνηση μή (παρόλο που η μετοχή βρίσκεται σε πρόταση κρίσεως), καὶ γὰρ οἱ μηδὲν ἂν εἰπόντες αὐτοὶ βλάσφημον ἄλλου γε λέγοντος χαίρουσιν ἀκούοντες; Εδώ βέβαια το καὶ δίνει και παραχωρητική σημασία στη μετοχή, και δεν ξέρω πώς ακριβώς να αιτιολογήσω την άρνηση.