loulou και 5 επισκέπτες διαβάζουν αυτό το θέμα.
Καλό είναι το παράδειγμα (παραπομπή; ), αλλά οι "δύσκολες" ελεύθερες αναφορικές (σε θέση πλάγιας πτώσης) είναι αυτές που έχουν την αναφορική αντωνυμία σε ονομαστική.
Καλό είναι το παράδειγμα (παραπομπή; )
Εδώ η άρνηση είναι περιττή στο ρήμα, γιατί εμπεριέχεται ήδη στο οὐδέ, η επιδοτική σημασία του οποίου πάει με την παραχωρητική μετοχή καταρώμενος.
Επίσης, οι αρχαίοι φαντάζομαι ότι θα χρησιμοποιούσαν παράλληλα τις συντάξεις: οὐκ οἶμαί τι εἶναι (Smyth 1269) και οἶμαι οὐδὲν εἶναι.
Στο συγκεκριμένο όμως παράδειγμα δεν νομίζω να έχει δίκιο ο Τζουγανάτος. Αν μιλάμε για το ίδιο κείμενο (Αριστοτ. Αθην. πολιτ.), ο συγγραφέας κάνει σαφώς λόγο για τον εμπνευστή του νόμου, τον Σόλωνα, οπότε μιλάμε για γενική αντικειμενική. Άρα: διὰ τὰς τῶν χρεῶν ἀποκοπὰς = ὅτι (Σόλων) ἀπέκοψε τὰ χρέα.
Ναι, το ξέρω. Το ερώτημα είναι αν το ότι η πρόταση λαμβάνει την άρνησή της από το οὐδέ, δηλαδή το ότι κατά κάποιο τρόπο δεν έχει δική της άρνηση, μπορεί να αιτιολογήσει τη χρήση της τις.
Λογικά ναι. Μεγαλύτερη έμφαση όμως στο ότι το υποκείμενο δεν είναι κάτι σημαντικό νομίζω ότι δίνεται με τη δεύτερη, γιατί αυτή πρέπει να είναι το αντίστοιχο του οἶμαί τι εἶναι. Τότε όμως η πρώτη τι ακριβώς εξυπηρετεί; (Να μετριαστεί αυτή η δήλωση ίσως; )
εφόσον η άρνηση φεύγει από το οὐδεὶς και πάει στο επιδοτικό οὐδέ, μοιραία η οὐδεὶς θα γίνει τίς.
Το απαρέμφατο που εξαρτάται από ρήματα υπόσχεσης, όρκου κ.λπ., ακόμη και όταν είναι ενεστώτα και μπορεί να θεωρηθεί τελικό, στον ευθύ λόγο αποδίδεται με οριστική μέλλοντα; Τοὺς φυγάδας ἐκέλευσε σὺν αὐτῷ στρατεύεσθαι, ὑποσχόμενος αὐτοῖς, εἰ καλῶς καταπράξειεν ἐφ' ἃ ἐστρατεύετο, μὴ πρόσθεν παύεσθαι πρὶν αὐτοὺς καταγάγοι οἴκαδε.
Στην παραπάνω αναφορική πρόταση ἐφ' ἃ ἐστρατεύετο ο παρατατικός ἐστρατεύετο μήπως ανήκει στις εξαιρέσεις (που αναφέρει ο Goodwin στο 691) και αντιστοιχεί σε οριστική ενεστώτα, και όχι παρατατικού, του ευθέος λόγου;
τοὺς ὑεῖς μου...τιμωρήσασθε ταὐτὰ ταῦτα λυποῦντες ἅπερ ἐγὼ ὑμᾶς ἐλύπουν: η αντωνυμία ὁ αὐτὸς μπορεί να δεχθεί τη δεικτική ως κατηγορηματικό (ή επιθετικό) προσδιορισμό ή η δεικτική είναι επεξήγηση στο ταὐτά (προξενώντας τα ίδια, δηλαδή αυτά τα οποία ακριβώς σας προξένησα εγώ);
Δεν πρέπει να είναι σωστός ο ενεστώτας του απαρεμφάτου. Τόσο η στερεότυπη έκδοση της Οξφόρδης όσο και το κείμενο στο λογισμικό μου έχουν μέλλοντα (με άρνηση μή, η οποία στον ε.λ. θα γίνει οὐ).
Ο Smyth (1210) φαίνεται να λαμβάνει τη σύνταξη αντίστροφα, γιατί θεωρεί ότι το ταὐτὰ είναι in the attributive postition, παραπέμπει μάλιστα, μεταξύ άλλων, και σε ένα ίδιο παράδειγμα από τον Ξενοφώντα (ΚΑ Ι, 1, 7): Τισσαφέρνης προαισθόμενος τὰ αὐτὰ ταῦτα βουλευομένους (ενν. τινάς).
Ευχαριστώ πολύ, Sali!Ναι, το είδα και εγώ μετά στο pesreus ότι στο συγκεκριμένο χωρίο το απαρέμφατο είναι μέλλοντα (με ενεστώτα το έχει η Πύλη για την ελληνική γλώσσα). Επειδή όμως σε άλλο παράδειγμα βρήκα το ὑπισχνοῦμαι με απαρέμφατο ενεστώτα ως τελικό που αναφέρεται στο μέλλον (τί δ’ αὖ περὶ νόμων καὶ συμπάντων τῶν πολιτικῶν, ἆρ᾽ οὐχ ὑπισχνοῦνται ποιεῖν ἀμφισβητητικούς; ), ακόμη αναρωτιέμαι αν είναι σωστή η απόδοση τέτοιου απαρεμφάτου στον ευθύ λόγο με οριστική μέλλοντα, αλλά δεν βλέπω και άλλο τρόπο (αν βέβαια δεχθούμε ότι υπάρχει πλάγιος λόγος με το τελικό απαρέμφατο).
γεια σας φίλοι! εἰθισμένων τὸν ἄλλον χρόνον τῶν βασιλέων μὴ διαλλάττεσθαι τοῖς ἀποστᾶσιν, πρὶν κύριοι γένοιντο τῶν σωμάτων, ἄσμενοι τὴν εἰρήνην εποιήσαντοη χρονική πρ. είναι χρονικοϋποθετική κατά τη γνώμη σας;