0 μέλη και 7 επισκέπτες διαβάζουν αυτό το θέμα.
Μήπως μπορείς να παραθέσεις την παράγραφο του Goodwin, κυρίως τα παραδείγματα της παρ. 1239, να τα δω αργότερα;
Πάντως αυτό που ήθελα να πω εγώ (το γράφω όμως βιαστικά και δεν ξέρω αν θα γίνει κατανοητό) είναι ότι έχω την αίσθηση (κυρίως από αυτό που γράφει ο Schwyzer) ότι το Ἀρταξέρξης καὶ τοῦ ὁμομητρίου ἀδελφοῦ ἀποτεμὼν τὴν κεφαλὴν και το οἱ στρατηγοὶ ἀπετμήθησαν τὰς κεφαλὰς δεν είναι ανάλογες συντάξεις, δηλαδή η δεύτερη δεν είναι η ανάλογη παθητική σύνταξη της πρώτης, αλλά πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικές δομές, ενώ η ανάλογη παθητική της πρώτης είναι μόνο το Κύρου ἀποτέμνεται ἡ κεφαλή, όπου η γενική πρέπει να είναι κτητική, όπως και στην ενεργητική σύνταξη στο παράδειγμα με τον Αρταξέρξη. Αυτή είναι η δική μου αίσθηση...
Ήθελα να δω τα παραδείγματα, γιατί το "διδάσκω" που είχα στο μυαλό, έχει και σύνταξη με δυο αιτιατικές,
Τι εννοείς έχει και σύνταξη με δύο αιτιατικές; Ότι μπορεί να συντάσσεται και με αιτιατική + δοτική;
Δηλαδή, ο Schwyzer δεν νομίζω ότι εννοεί πως δεν μπορεί να λεχθεί ἐξέκοψάν μου τὸν ὀφθαλμόν, αλλά μάλλον εννοεί ότι δεν θεωρεί ότι μια σύνταξη όπως ἐξέκοψάν μου τὸν ὀφθαλμὸν προέρχεται από παθητική ἐξεκόπην τὸν ὀφθαλμόν.
Ερωτήθηκα από μαθητή πώς τρέπεται στην παθητική μια πρόταση του τύπου βασιλεύς ἀπαιτεῖ ἡμᾶς παραδοῦναι τὰ ὅπλα. Απάντησα ἀπαιτεῖται ἡμᾶς παραδοῦναι τὰ ὅπλα σε απρόσωπη σύνταξη. Είναι σωστό;
Ναι, δεν είναι. Τυπικά είναι απλώς συμπλήρωμα. Αλλά έχει τη σημασιολογική ιδιαιτερότητα στη συγκεκριμένη περιπτωση ότι εκφράζει το αδιαίρετο όλον σε σχέση με το αντικείμενο σε αιτιατική που εκφράζει το μέρος. Κατά κάποιον τρόπο, θα μπορούσες να πεις ότι ο ομιλητής έχει στο μυαλό του το αντικείμενο σε δυο εκδοχές: ως μέρος (αιτιατική) και ως όλον (γενική αφαιρετική). Οπότε ίσως να μην είναι πολύ παράδοξο το να χρησιμοποιείται στην παθητική δομή το συμπλήρωμα ως υποκείμενο.
Αυτό που ξέρουμε όλοι είναι ότι στις συντάξεις αυτές το άμεσο αντικείμενο γίνεται υποκείμενο του παθητικού ρήματος, είτε το έμμεσο αντικ. είναι δεύτερη αιτιατική είτε απαρέμφατο: Ἀθηναῖοι ἐδίδασκον τοὺς νέους χρῆσθαι νόμοις = οἱ νέοι ἐδιδάσκοντο ὑπ' Ἀθηναίων χρῆσθαι νόμοις· οἱ πολέμιοι ᾔτησαν ἡμᾶς παραδοῦναι τὰ ὅπλα = (ἡμεῖς) ᾐτήθημεν ὑπὸ τῶν πολεμίων παραδοῦναι τὰ ὅπλα. Το ρήμα αἰτοῦμαι, ως παθητικό, φαίνεται πως δεν είναι καθόλου συχνό. Ως τώρα εντόπισα μόνο δύο παραδείγματα (Θουκυδ. ΙΙ, 97, 4 αἰτηθέντα, και Πλάτ. Θεαίτ., 146d αἰτηθείς), σε κανένα όμως από τα οποία δεν υπάρχει ποιητ. αίτιο, αλλά αυτό μπορεί να εννοηθεί από τα συμφραζόμενα.
Αν ισχύει αυτό, πρέπει να δεχθούμε ότι οι ενεργητικές συντάξεις δεν μπορούν επ' ουδενί να τραπούν σε παθητικές και οι παθητικές σε ενεργητικές, διότι η σύνταξη αυτών των ρημάτων με δύο αιτιατικές (του όλου και του μέρους) ή με αιτιατική και δοτική είναι ανύπαρκτη (το λέω με σχετική σιγουριά, γιατί έκανα εκτεταμένη έρευνα, και για τα τρία αυτά ρήματα, στον 5ο και τον 4ο αι. π.Χ.).
Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, και σύμφωνα με την εφαρμογή του παραπάνω κανόνα, η παθητική σύνταξη θα ήταν: (ἡμεῖς) ἀπαιτούμεθα ὑπὸ βασιλέως παραδοῦναι τὰ ὅπλα. Καταλαβαίνω ότι η σύνταξη αυτή φαίνεται τουλάχιστον παράδοξη· ωστόσο, το ρ. ἀπαιτοῦμαι, ως παθητικό (χωρίς ποιητ. αίτιο), το βρήκα εδώ: Ισοκρ. τραπεζιτ., 8 ἐμὲ ... πᾶσί τε φανερὸν ἀπαιτούμενον (ενν. χρήματα ως αντικ.) = ήταν σ' όλους φανερό ότι (κάποιοι;) μου ζητούσαν πίσω τα χρήματά τους. Αν τρέψουμε τη μετοχή σε ρήμα, θα έχουμε: (ἐγὼ) ἀπαιτοῦμαι (ὑπό τινων) χρήματα = ἀπαιτοῦσί τινες ἐμὲ χρήματα. Γιατί λοιπόν να μην ισχύει το ίδιο και με απαρέμφατο ως έμμεσο αντικείμενο;
Μάλλον, γιατί τα παραδείγματα που δίνει ο Schwyzer (σελ. 102 c ) με δύο αιτιατικές (σχήμα καθ' όλον και μέρος) είναι μόνο ομηρικά και το ίδιο και ένα παράδειγμα που δίνει με αιτιατική και δοτική (σελ. 237, σημείωση 1).
Θυμόμουν ότι είχαμε πει (σε άλλη συζήτηση στο forum) ότι με το ἀπαιτῶ γίνεται πάντοτε υποκείμενο της παθητικής η αιτιατική του πράγματος, ότι δεν υπήρχαν παραδείγματα με υποκείμενο την αιτιατική προσώπου. Μάλλον θα είναι σπάνια σύνταξη. Εν πάση περιπτώσει, η μετατροπή που έκανα με απρόσωπη σύνταξη δεν είναι και αυτή σωστή;