0 μέλη και 2 επισκέπτες διαβάζουν αυτό το θέμα.
Όχι, απαραίτητα. Γιατί μπορεί το αντικείμενο του ρήματος να ταυτίζεται με το υποκείμενο του απαρεμφάτου, το οποίο έχει αποσιωπηθεί ως ευκόλως εννοούμενο.
Βεβαίως και στο παράδειγμα αυτό (ᾔδει αὐτὸν ὅτι μέσον ἔχοι τοῦ Περσικοῦ στρατεύματος) έχουμε το αὐτὸν αντικ. κατά πρόληψη του υποκειμένου της ειδικής. Αν συμπτύξουμε την ειδική σε κατηγορημ. μτχ. θα έχουμε: ᾔδει αὐτὸν μέσον ἔχοντα τοῦ Περσικοῦ στρατεύματος, και ασφαλώς δεν αλλάζει απολύτως τίποτε ως προς το αὐτόν: παραμένει αντικ. κατά πρόληψη του υποκειμένου της μετοχής. Με άλλα λόγια, δεν μπορεί με τίποτε να είναι "κανονικό" αντικείμενο του ρήματος ᾔδει, εφόσον δεν ενδιαφέρει ποιον γνώριζε το υποκ. του ρήματος, αλλά τι γνώριζε σχετικά μ' αυτόν. Και την απάντηση στο ερώτημα "τι" τη δίνει μόνο η ειδική πρόταση ή μόνο η κατηγορημ. μτχ. με το υποκείμενό της. Με άλλα λόγια, το ρήμα ᾔδει ένα μόνο κανονικό συμπλήρωμα μπορεί να έχει. Αυτά ισχύουν για όλα τα γνωστικά ρήματα.
Έχουμε ξανασυζητήσει αυτό το θέμα τους τελευταίους μήνες στα αρχαία και στα Λατινικά (με τα βόδια του Ηρακλή). Αναφέρομαι στις περιπτώσεις που ένα ρήμα συμπληρώνεται από απαρέμφατο συνδετικού ρήματος το οποίο συνοδεύεται από κατηγορούμενο ή κατηγορηματική μετοχή. Σ' αυτές τις περιπτώσεις κατά κανόνα το απαρέμφατο αποσιωπάται και μένει η αιτιατική και το κατηγορούμενο ή η κατηγορηματική μετοχή.
Χαρακτηριστική περίπτωση είναι τα ρήματα αισθήσεως.πχ εἶδον αὐτοὺς πελάζοντας (εἶναι)=τους είδαν να πλησιάζουν Η αιτιατική φαίνεται να λειτουργεί ως αντικείμενο και πρέπει να ήταν εξ αρχής σ' αυτήν τη θέση.
Η μετοχή είναι ρηματικό επίθετο που αποδίδει ιδιότητα. Δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό. Δεν είναι όπως το απαρέμφατο ή η ειδική πρόταση που δηλώνει πράξη. Σκέψου λίγο τη διαφορά ανάμεσα στο "Σε βλέπω κουρασμένο" και στο "Βλέπω ότι κουράστηκες".Εμείς όλες τις μετοχές τις αναλύουμε με δευτερεύουσες και γι' αυτό σκεφτόμαστε τη δήλωση ρηματικής ενέργειας, αλλά ένας αρχαίος ομιλητής είχε την αίσθηση που αφήνει η πρώτη πρόταση.
Όταν λέει "ᾔδει αὐτὸν μέσον ἔχοντα τοῦ Περσικοῦ στρατεύματος", δηλώνει με ποια ιδιότητα τον γνώριζε. Αν ήθελε να πει τι ξέρει γι' αυτόν, θα είχε βάλει "έχειν" ή ειδική πρόταση.
Αυτό όμως δεν φαίνεται λογικό... Να αλλάζει η σύνταξη ανάλογα με το ρήμα στο οποίο ανήκει το απαρέμφατο...
Και το ίδιο μου φαίνεται ότι ισχύει στο άλλο παράδειγμα που ανέφερες, τη διαφορά μεταξύ του "Σε βλέπω κουρασμένο" και του "Βλέπω ότι κουράστηκες". Και βέβαια έχει διαφορά, αλλά η διαφορά έγκειται πάλι στο ότι το πρώτο εκφράζει φυσική αντίληψη (πάλι δεν είναι πλάγιος λόγος), γιατί δείχνει ότι βλέπεις με τα μάτια σου τα σημάδια της κούρασης στον άλλον, ενώ το δεύτερο δείχνει ότι κάνεις μια διαπίστωση με βάση όχι απαραίτητα αυτό που βλέπεις, αλλά αυτά που σου λέει ο άλλος ή τη γενικότερη συμπεριφορά του.
Στην πρόταση "τὴν μέλιτταν ὁρῶμεν ἐφ’ ἅπαντα τὰ βλαστήματα καθιζάνουσαν" η μετοχή δείχνει σε ποια κατάσταση είναι, τι ιδιότητα έχει η μέλισσα τη στιγμή που τη βλέπουν οι ομιλητές. Είναι "καθιζάνουσα".
Αυτό είναι ένα καλό παράδειγμα για όσα λέγαμε πιο πάνω.Το "συνειδῶσιν" συντάσσεται με τη δοτική σφίσιν αὐτοῖς ως αντικείμενο και την κατηγορηματική μετοχή ἔχοντες ως συμπλήρωμα. Και πώς ξέρουμε ότι το "σφίσιν αὐτοῖς" είναι το αντικείμενο; Πρώτον, γιατί είναι αυτοπαθής αντωνυμία που δείχνει τον δέκτη της ενέργειας του ρήματος που ταυτίζεται με το υποκείμενο. Έχουμε άμεση αυτοπάθεια δηλαδή.Δεύτερον, γιατί η μετοχή είναι σε ονομαστική, καθώς είναι συνημμένη στο υποκείμενο του ρήματος.
Ενώ π.χ. το οἶδα ή το ὁρῶ δεν συντάσσεται με αιτιατική + ειδική πρόταση, εκτός αν υπάρχει πρόληψη του υποκειμένου της ειδικής.
Μιλάμε για τη σύνταξη αισθητικών ή γνωστικών ρημάτων που δηλώνουν άμεση αντίληψη με συνδετικό απαρέμφατο .Και το "ορώ" και το "οιδα" δηλώνουν άμεση αντίληψη σε τέτοια σύνταξη.Αν πεις "ἀκούω Σωκράτους διαλεγομένου (εἶναι)", ακούς τον Σωκράτη ως διαλεγόμενο, δηλαδή να μιλάει. Αν πεις όμως "ἀκούω Σωκράτην διαλεγομένον (εἶναι)", τότε ναι, ακούς ότι ο Σωκράτης είναι διαλεγόμενος, ότι διαλέγεται.Εδώ η αιτιατική δεν ελέγχεται από το ρήμα, είναι μόνο υποκείμενο του απαρεμφάτου.