0 μέλη και 7 επισκέπτες διαβάζουν αυτό το θέμα.
Για τη γενικότερη σύγχυση σχετικά με τις αναφορικές προτάσεις νομίζω πως σε μεγάλο βαθμό ευθύνεται η μανία των Ελλήνων φιλολόγων να δίνουν όνομα στο καθετί.Από τότε που διάβασα τον Albert Rijksbaron, The Syntax and Semantics of the verb in classical Greek, προσχώρησα ασμένως στη θεωρία του γύρω από τη διάκριση των αναφορικών προτάσεων και ανακουφίστηκα. Ο συγγραφέας διακρίνει δύο είδη αναφορικών προτάσεων: (i) anaphoric (αυτές που εμείς λέμε προσδιοριστικές) και (ii) autonomous (αυτές που εμείς στη Νεοελληνική λέμε ελεύθερες). Τις πρώτες, εξάλλου, τις υποδιαιρεί σε: (a) determinative (or: restrictive), αυτές που περιέχουν μια αναγκαία πληροφορία για την αποσαφήνιση του όρου αναφοράς, και (b) digressive, αυτές που δεν περιέχουν αναγκαία πληροφορία και που εμείς τις λέμε παραθετικές ή προσθετικές. Αυτά όλα όλα. Ουδεμία αναφορά σε επιθετικό προσδιορισμό, παράθεση και επεξήγηση.Προσωπικά πιστεύω ότι αυτά θα ήταν και για εμάς αρκετά. Αλλά επειδή έχουμε μάθει αλλιώς, "ξεχειλώνουμε" τις προσδιοριστικές στην προσπάθειά μας να βρούμε παντού κάποια σχέση. Και αληθεύει ότι συχνά η σχέση αυτή είναι φανερή· σε άλλες όμως περιπτώσεις, ιδιαίτερα όταν η αναφ. πρόταση προσδιορίζει δεικτική αντωνυμία, τα πράγματα πολύ συχνά ζορίζουν.
Για τη γενικότερη σύγχυση σχετικά με τις αναφορικές προτάσεις νομίζω πως σε μεγάλο βαθμό ευθύνεται η μανία των Ελλήνων φιλολόγων να δίνουν όνομα στο καθετί. Μήπως θα ήταν καλύτερο να σταματήσουμε στον χαρακτηρισμό "προσδιοριστική" και τίποτε άλλο; Γιατί τόσο άγχος; Μήπως θα έχουν κυρώσεις οι μαθητές, αν δεν προχωρήσουν σε επιπλέον χαρακτηρισμό; Δεν το νομίζω.
Όταν λοιπόν το σχολικό συντακτικό διακρίνει τις αναφορικές σε ονοματικές και επιρρηματικές και κάνει λόγο για παράθεση, επεξήγηση και επιθετικό προσδιορισμό δεν γίνεται να μην αναφερθούμε, τουλάχιστον όπου μπορούμε, σε αυτά.Για αυτό, αν μπορεί κάποιος να βοηθήσει, θα ξαναρωτήσω (είχα ρωτήσει άλλη μια φορά, αλλά δεν μου απάντησε κανείς): εκτός από το γνωστό παράδειγμα "απόφηναι γνώμην, ό, τι σοι δοκει", σε ποιες άλλες περιπτώσεις μια αναφορική θεωρείται επεξήγηση; Πουθένα δεν έχω βρει άλλο παράδειγμα εκτός από το παραπάνω. Σύμφωνα με όσα έγραψε η apri, επεξήγηση δέχεται η αντωνυμία "εκεί" (γιατί δηλώνει κάτι γενικό). Νομίζω, το ίδιο ισχύει και για το " πάντες/άπαντες"; Άλλες αντωνυμίες στις οποίες η αναφορική είναι επεξήγηση;
Στην προηγούμενη ανάρτησή μου, αν πρόσεξες, είπα ότι υπάρχουν παραδείγματα στα οποία η αναφορική προσδιοριστική πρόταση φαίνεται πως έχει έναν σαφή ρόλο (παράθεση, επεξήγηση, επιθ. προσδιορ.). Το πρόβλημα υπάρχει όταν η αναφ. πρόταση προσδιορίζει δεικτική αντωνυμία. Επ' αυτού τα σχολικά βιβλία, στα οποία μοιραία βασίζεται κάθε καθηγητής, όχι μόνο δεν ξεκαθαρίζουν τα πράγματα αλλά και τα μπερδεύουν περισσότερο. Έτσι, η μεν Μπίλλα δεν αναφέρει κανένα τέτοιο παράδειγμα, ο δε Μουμτζάκης αναφέρει το εξής : οἷμαι ἂν ἡμᾶς παθεῖν τοιαῦτα, οἷα τοὺς ἐχθροὺς οἱ θεοὶ ποιήσειαν, και χαρακτηρίζει την αναφορική πρόταση ως επεξήγηση στο τοιαῦτα. Νομίζω πως είναι αρκετό να την χαρακτηρίσουμε παραβολική· αλλιώς, κάθε παραβολική πρόταση θα έπρεπε να χαρακτηρίζεται ως επεξήγηση στο δεικτικό μέλος του παραβολικού ζεύγους.
Όσο για τα πάντες/ἅπαντες, δεν είμαι καθόλου βέβαιος αν η αναφ. πρόταση είναι αυτή που τα προσδιορίζει και όχι το αντίθετο. Παίρνω άλλο ένα παράδειγμα: Δημοσθ. Τιμοκρ. 205 νόμος γὰρ αἰσχρός...βλάπτει πάντας ὅσοι περ ἂν αὐτῷ χρῶνται = ...πάντας τοὺς χρωμένους αὐτῷ. Μήπως θα ήταν προτιμότερο να θεωρήσουμε την αναφ. πρόταση αντικ. του ρ. βλάπτει και το πάντας κατηγορηματικό προσδιορισμό σ' αυτήν;
Όταν οι αναφορικές έχουν ως κεφαλή δεικτική αντωνυμία, τότε λειτουργούν ως επεξήγηση, γιατί, ενώ ισοδυναμούν μ' αυτές, έχουν πιο συγκεκριμένη αναφορά.Από αυτήν την άποψη, κακώς συμφώνησα με τη Dwrina ότι στο παράδειγμα "πρὸς τούτους ὑφ’ ὧν οἱ πεισθέντες " η αναφορική λειτουργεί σε θέση επιθετικού. Σε θέση επεξήγησης βρίσκεται.Το ίδιο συμβαίνει και με όλες τις παραβολικές, που προσδιορίζουν κάτι δεικτικό. Ως επεξηγήσεις σ' αυτό λειτουργούν.
Τα δέχομαι αυτά, apri, παρόλο που κάτι ακόμα με ενοχλεί σαν αγκάθι που δεν μπορώ να βγάλω. Όταν λέμε στη Νεοελληνική: ο υπουργός μίλησε γι' αυτούς οι οποίοι δεν έχουν σταθερό εισόδημα, κάτι με ενοχλεί στη σκέψη ότι η αναφ. πρόταση είναι επεξήγηση στο αυτούς.
Δεν είναι επεξήγηση σ' αυτό το παράδειγμα, γιατί η αναφορική λειτουργεί περιοριστικά στο "αυτούς". Τις θυμήθηκα αυτές τις προτάσεις λίγο αργότερα και έκανα μια διευκρίνιση πριν από την απάντησή σου, αλλά μάλλον δεν την πρόσεξες.
Ὅς ἄν τολμήσῃ πατέρα ἤ μητέρα ἤ τούτων πατέρας ἤ μητέρας τύπτειν, πρῶτον μὲν ὁ προστυγχάνων βοηθείτω: εδώ πώς εξηγείται η ύπαρξη της αναφορικής; Θα πούμε ότι υπάρχει σχήμα ανακόλουθο;
Τὰ αὐτὰ δὲ λέγοντος τοῦ Μάρδου, βασιλεὺς ἔφη: «εἶτα τολμήσεις τὸν υἱὸν ἀποθνῄσκοντα ὑπομεῖναι;». Ὁ δὲ ἔφη «πάντων μάλιστα». Στο βοήθημα του Πατάκη το «πάντων μάλιστα» αναλύεται ως εξής: "πάντων (πραγμάτων) μάλιστα εγώ τολμήσω τὸν υἱὸν ἀποθνῄσκοντα ὑπομεῖναι", πάντων=κατηγορηματικός προσδιορισμός στο εννοούμενο πραγμάτων, το οποίο είναι γενική διαιρετική στο μάλιστα, μάλιστα=επιρρηματικός προσδιορισμός του ποσού στο τολμήσω. Πώς σας φαίνεται αυτή η ανάλυση; Πιστεύετε ότι χρειάζεται ή είναι υπερβολική; Ποτέ δεν θα σκεφτόμουν να το αναλύσω έτσι, θα έλεγα απλώς ότι το «πάντων μάλιστα» έχει επιρρηματική σημασία και δηλώνει βεβαίωση, αλλά δεν θα το χαρακτήριζα συντακτικά, όπως δεν χαρακτηρίζω π.χ. τα ίσως, δητα, πάνυ γε, άρα κ.λπ. (ή μήπως πρέπει να χαρακτηρίζουμε και αυτά;)