0 μέλη και 7 επισκέπτες διαβάζουν αυτό το θέμα.
Aυτό που καταλαβαίνω εγώ είναι ότι για τη μετατροπή αυτή ισχύει η ίδια ιδιαιτερότητα η οποία ισχύει και για τη μετατροπή της οριστικής του παρατατικού μιας κύριας πρότασης κρίσεως του ε.λ. σε απαρέμφατο παρακειμένου στον π.λ.
Συνεχίζοντας αυτά που έγραψα στο προηγούμενο μήνυμά μου, παραθέτω (προς ενημέρωση μόνο) ένα πλαγιασμένο χωρίο από το de bello gallico του Καίσαρα (1.14.2) και πώς μεταφέρεται στον π.λ. από δύο αυθεντίες, τους Allen-Greenough και τον Harm Pinkster. Το πλαγιασμένο χωρίο είναι αυτό: Sed eo deceptum [ενν. esse], quod neque commissum a se intellegeret quare timeret neque sine causa timendum putaret. H εξάρτηση γίνεται από εννοούμενο λεκτικό ρήμα (π.χ. Caesar dicebat/dixit). Ας δούμε πώς αποδίδουν τις τονισμένες υποτακτικές παρατατικού στον ε.λ. πρώτο οι Allen-Greenough και μετά ο Pinkster:[Allen-Greenough]: sed eo deceptus est, quod neque commissum a se intellegebat qua re timeret, neque sine cause timendum putabat.[Pinkster]: Sed eo deceptus sum, quod neque commissum a me intellego quare timeam neque sine causa timendum puto.Αν εξαιρέσουμε την διαφορά στα πρόσωπα του ε.λ. (διαφορά πάντως που δεν έχει σημασία για τη χρήση των χρόνων της οριστικής στον ε.λ.), παρατηρούμε ότι ο Pinkster, υιοθετώντας την οριστική ενεστώτα, συμφωνεί ουσιαστικά με τον Woodcock, σε αντίθεση με τους Allen-Greenough, οι οποίοι τρέπουν σε οριστική παρατατικού.
Κατ' αρχάς, ευχαριστώ για την παράθεση από τον Woodcock. Τουλάχιστον τώρα ξέρω τι λέει ακριβώς.
**Το απόσπασμα από τη Γραμματική του Benett:https://www.thelatinlibrary.com/bennett.html#sect122sī hōc crēdēbās, errāvistī---------dīcō, sī hōc crēderēs, tē errāvisse; dīxī, sī hōc crēderēs, tē errāvisse.[/size][
Κατέβασε, νομιμότατα, όλο το βιβλίο από εδώ:https://archive.org/details/woodcock-e.-a-new-latin-syntax-1959/page/n1/mode/2up
Πιστεύω ότι η θεωρία του Woodcock είναι σωστή, διότι η υποτακτική παρατατικού και ενεστώτα στις δευ/σες προτάσεις του π.λ. αποδίδει την οριστική του ενεστώτα του ε.λ., ανάλογα με τον χρόνο της εξάρτησης. Επομένως, η υποτακτική παρατατικού στις δευ/σες προτάσεις του π.λ. δεν είναι δυνατόν να αποδίδει την οριστική παρατατικού του ε.λ., αφού δεν θα ήταν σαφές αν αυτή η υποτακτική αντιστοιχεί σε οριστική ενεστώτα ή παρατατικού στον ε.λ. Απομένει λοιπόν η υποτακτική παρακειμένου ή υπερσυντελίκου, ανάλογα με τον χρόνο της εξάρτησης· όσο για το μη συνοπτικό/εξακολουθητικό ποιόν ενεργείας, αυτό, αν είναι αναγκαίο, είτε δηλώνεται με κάποια έκφραση ή επιρρηματικούς προσδιορισμούς δηλωτικούς διάρκειας ή επανάληψης, είτε εμπεριέχεται στο ίδιο το ρήμα.
Ο Bennett δεν με πείθει, γιατί στον π.λ. διατηρεί την υποτακτική παρατατικού τόσο μετά από ιστορικό όσο και μετά από αρκτικό χρόνο του ρήματος εξάρτησης. Για να δικαιολογήσει όμως αυτό, που έρχεται σε αντίφαση με όσα γράφει στην παράγραφο 318 για τους χρόνους της υποτακτικής στον π.λ. ("These follow the regular principle for the Sequence of Tenses, being Principal if the verb of saying is Principal; Historical if it is Historical"), μας παραπέμπει στην παράγραφο 268, 2, όπου κάνει λόγο για την ακολουθία από απαρέμφατο παρακειμένου, αλλά παραθέτει μια υπεραπλουστευμένη ερμηνεία του απαρεμφάτου αυτού, χωρίς να κάνει καθόλου σαφή λόγο για την πιθανότητα αυτό να αντιστοιχεί στον ε.λ. με κυρίως παρακείμενο. Έτσι, στο παράδειγμά του για τον υποθετ. λόγο του πραγματικού στο παρελθόν το erravisti του ε.λ. είναι μόνο ιστορικός παρακείμενος, κι έτσι εξηγείται εύκολα η υποτακτική παρατατικού ανεξάρτητα από τον χρόνο του ρήματος εξαρτήσεως.Το ερώτημα όμως είναι ποιος χρόνος της υποτακτικής θα απέδιδε την οριστική παρατατικού στην υποθετική πρόταση του ε.λ., αν η απόδοση ήταν οριστική μέλλοντα (errabis), όπως στο παράδειγμα του Woodcock. Αν λοιπόν υποθέσουμε ότι την οριστική παρατατικού του ε.λ. στην υποθετική πρόταση τη μετατρέψουμε σε υποτακτική παρατατικού στον π.λ., αυτό θα γίνει κατ' ανάγκη μετά από εξάρτηση από ΙΧ. Αν όμως η εξάρτηση του υποθετικού λόγου γίνει από ΑΧ, μοιραία ο αρκτικός χρόνος της υποτακτικής στην υποθετική πρόταση θα είναι ο ενεστώτας - όπερ ατοπότατον! - εφόσον έχει αποκλειστεί η πιθανότητα η οριστική παρατατικού να αποδίδεται με υποτακτική παρακειμένου ή υπερσυντελίκου.
ΥΓ. Αν με ξαναρώτησεις το πρακτικό κομμάτι της ιστορίας, θα σου πω πως, αφού στις γραμματικές αναφέρεται ότι η οριστική παρατατικού γίνεται υποτακτική παρακειμένου, αναγκαστικά στη σχολική χρήση θα το ακολουθήσεις. Πετάει ο γάιδαρος πάντα, αν το γραφει η βιβλιογραφία.
Αυτό που με ενδιαφέρει πρωτίστως τώρα είναι αν καλύπτομαι απολύτως βιβλιογραφικά στο ότι η οριστική παρατατικού τρέπεται σε υποτακτική παρακειμένου ή υπερσυντελίκου (και δεν είμαι ακόμη σίγουρη ότι καλύπτομαι απολύτως).
Αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι στο συγκεκριμένο θέμα η βιβλιογραφία διχάζεται. Άρα, για εμένα, το σωστό είναι να λαμβάνονται σωστές και οι δύο μετατροπές, τουλάχιστον όταν το λεκτικό ρήμα είναι ΙΧ.