0 μέλη και 13 επισκέπτες διαβάζουν αυτό το θέμα.
Και κάτι ακόμα: η άρνηση οὐ, σε ιδιαίτερα εμφατική θέση, πρέπει να συνδεθεί με το δεῖ, όχι με το δεινὸν εἶναι, γιατί τότε θα έπρεπε να είναι μή. Αυτό βέβαια δεν είναι αναγκαίο να διατηρηθεί στη μετάφραση.
Aν συνδέσεις την πρόταση απευθείας με το "φόβον", τότε αυτή είναι συμπλήρωμα του, γιατί λέει σε τι συνίσταται ο φόβος. Θα ήταν επεξήγηση, αν η φράση ήταν "τούτον τον φόβον".
Αυτή είναι η σύνταξη. Να προσθέσω ότι το τὸν ἄξιον είναι επιθετικός προσδιορισμός στο ἄνδρα. Είναι μια ιδιαίτερα εμφατική θέση του επιθετικού προσδιορισμού μετά από άναρθρο ουσιαστικό.
Ο Smyth λέει ότι μ' αυτόν τον τρόπο δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στο ουσιαστικό που προτάσσεται:
Πολύ καλά τα λέει ο Smyth. Αφού το επίθετο εκφράζει ιδιότητα του ουσιαστικού, η εμφατική τοποθέτησή του μετά το (έναρθρο ή άναρθρο) ουσιαστικό τονίζει αυτή την ιδιότητα και, επομένως, η έμφαση πέφτει στο ουσιαστικό. Ο Ιωάννης Κακριδής στο Μεταφραστικό Πρόβλημα, μεταφράζοντας και σχολιάζοντας (μεταφραστικά) το τρίτο βιβλίο από το Gallico του Καίσαρα, λέει ότι η εμφατική θέση του επιθ. προσδιορισμού στα Λατινικά είναι η πρόταξη (με εξαίρεση βέβαια κάποιες τυπικές εκφορές όπου το επίθετο ή προηγείται κανονικά ή έπεται), ενώ στην αρχαία (και στη νέα) Ελληνική η επίταξη. Και μεταφράζει θαυμάσια το magno cum periculo magnisque cum portoriis: με κίνδυνο μεγάλο και τελωνειακούς φόρους υπερβολικούς.
Η μετοχή, όμως, είναι ρηματικό επίθετο. Ως επίθετο μπορεί να παίξει το ρόλο του κατηγορουμένου. Πώς θα παίξει όμως το ρόλο του αντικειμένου, όπως αφήνουν να εννοηθεί; Αυτό ρωτάω.
Για να συνοψίσω, η άποψή σου είναι ότι η μετοχή, ως ρηματικό επίθετο, δεν δείχνει πράξη αλλά ιδιότητα εν εξελίξει. Ομολογώ πω αυτό εξακολουθώ να μην το καταλαβαίνω. Θεωρητικά η πράξη που εκφράζει κάθε μετοχή αντιστοιχεί σε μια ιδιότητα, αλλά αυτό δεν είναι λόγος να στερούμε από τη συμπληρωματική μετοχή που εξετάζουμε τη δυνατότητά της να εκφράζει πράξη. Αν κατάλαβα καλά δηλαδή, θεωρείς πως στο παράδειγμα ἠγγέλθη Φίλιππος τὸ Ἡραῖον τεῖχος πολιορκῶν, η μτχ. δεν εκφράζει πράξη (ότι δηλ. ο Φ. όντως πολιορκούσε το Ηραίο τείχος, δηλαδή ως γεγονός πραγματικό) αλλά την ιδιότητα του Φ. ως πολιορκητή, ιδιότητα όμως η οποία δεν είχε αποκτηθεί, αλλά βρισκόταν εν εξελίξει. Το ίδιο και στο παράδειγμα ἄρξομαι διδάσκων ἐκ τῶν θείων. Η μτχ. μπορεί να παραπέμπει θεωρητικά στην ιδιότητα του δασκάλου (έστω εν εξελίξει), όμως νιώθω πως εκφράζει καθαρά πράξη, ότι δηλαδή ο ομιλητής όντως θα διδάσκει, το βλέπω ως πράξη ζωντανή, ως κάτι που όντως συμβαίνει. Αδυνατώ να εξηγήσω αλλιώς αυτά τα παραδείγματα.
Έχεις δίκιο, στα παραδείγματα με τα "ούτως"/ούτω" ταιριάζει να είναι η μετοχή αιτιολογική υποκειμενικής αιτιολογίας.Γνωρίζεις κάποιο παράδειγμα χωρίς τα "ούτως"/ούτω", για να δούμε πώς φαίνεται η σύνταξη και σε αυτήν την περίπτωση;